Μενού

ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ, Η - Νίνος Φένεκ Μικελίδης

1808 3

Το να χαρακτηρίσεις μια ταινία αριστούργημα χρειάζεται πιστεύω κάποιo διάστημα χρόνου, αυτό όμως που μπορώ να πω είναι πως η καταπληκτική αυτή, δοσμένη με εικαστική ομορφιά, ταινία του Αυστραλού Ρολφ ντε Χέερ προσεγγίζει αυτό που λέμε αριστούργημα. Πέρασαν έξι χρόνια πριν ο σκηνοθέτης επιστρέψει στον κινηματογράφο, έχοντας στη διάρκεια μιας καριέρας 45 χρόνων προσφέρει μερικές εξαιρετικές ταινίες, ανάμεσά τους και το «Bad Boy Bubby», που το1993 του χάρισε το Μέγα Ειδικό Βραβείο της επιτροπής στις Κάννες. 

Στη νέα του ταινία, που του πήρε, όπως ανάφερε ο ίδιος, τέσσερα χρόνια για να την ολοκληρώσει, ο ντε Χέερ καταγράφει την περιπέτεια μιας Μαύρης Γυναίκας, όπως την παρουσιάζουν οι τίτλοι της ταινίας (εξαιρετική πρώτη εμφάνιση από την Μουαμτζένι Χουσέιν), σκλάβας σ’ ένα καταπιεστικό καθεστώς, που, στα πρώτα κιόλας πλάνα, τη βλέπουμε φυλακισμένη σε ένα κλουβί, αφημένη στη μέσα ενός ξερού, έρημου τοπίου για να πεθάνει, τοπίο όπου τα μόνα ζωντανά όντα, είναι τα μυρμήγκια που κάθε τόσο μάχονται μεταξύ τους. Θα καταφέρει να δραπετεύσει από το σιδερένιο κλουβί της και θα ξεκινήσει το ασυνήθιστο road movie της σ’ ένα κόσμο δυστοπικό, όπου οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να εξαφανίζονται εξαιτίας τόσο ενός θανατηφόρου ιού (το σενάριο γράφτηκε την περίοδο του Covid) όσο και ενός αποικιοκρατικού καθεστώτος που εκτελεί και κρεμάει (από παράθυρα, γέφυρες, κ.ά., όπως βλέπουμε στην πορεία της γυναίκας) τους αυτόχθονες – η ιστορία υποτίθεται ότι εκτυλίσσεται στην Αυστραλία αλλά θα μπορούσε να εκτυλίσσεται παντού.

Με γυμνά πόδια (κάποια στιγμή της αρπάζουν τα παπούτσια) διασχίζει, αποφασιστικά και με τόλμη, μέσα από εικόνες που σου κόβουν την ανάσα, έρημα τοπία, δάση, ρυάκια, χαράδρες, λόφους, βουνά και κατεστραμμένα χωριά, με συνεχείς παρεμβάσεις βίας, με την υποβλητική μουσική της Άννας Λίπσταϊν, χωρίς κανένα διάλογο (τα λιγοστά λόγια που ακούμε ενδιαμεσα είναι από μια εσκεμμένα ακατανόητη γλώσσα), αντιμετωπίζοντας αποικιοκράτες στρατιώτες με μάσκες αερίου (δίνοντας την εντύπωση μιας μετά τον Β´ παγκόσμιο πόλεμο περίοδο), στην προσπάθεια της να επιβιώσει, παίρνοντας ρούχα και  και διάφορους παπούτσια από νεκρούς που συναντά στο δρόμο της. 

Οι σκηνές που παρακολουθούμε στη διάρκεια της εφιαλτικής αυτής πορείας της έχουν κάτι από το θέατρο του παραλόγου, όπως στη σκηνή που για να βοηθήσει έναν ετοιμοθάνατο από ιό άντρα, του προτείνει ανταλλαγή τα παπούτσια του για το νερό που χρειάζεται να πιει. Τα πράγματα αλλάζουν για ένα διάστημα, όταν συναντά δυο νεαρά ευρηματικά παιδιά (ένα αγόρι και ένα κορίτσι), που έχουν καταφέρει να φτιάξουν ένα πολύπλοκο τρενάκι και, για ένα διάστημα μαζί, θα συνεχίσουν την αγωνιώδη πορεία τους. Μια πορεία παραβολή για την εκμετάλλευση, την αδικία και τα υπόλοιπα άλλα κακά της αποικιοκρατίας, με τον ντε Χέερ να καταλήγει σε ένα, ίσως φανταστικό, φινάλε, γύρω από τον συνεχή αγώνα του ανθρώπου για αληθινή ελευθερία.

Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr

Smart Search Module