Μενού

ΣΚΑΘΑΡΟΖΟΥΜΗΣ ΣΚΑΘΑΡΟΖΟΥΜΗΣ - Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος

2167 3

Νοσταλγική, διασκεδαστική μα λιγοστά ανανεωτική συνέχεια που προτιμά την ανακύκλωση μιας δοκιμασμένης συνταγής.

Θα ήταν, άραγε, ίδια η καριέρα του Τιμ Μπάρτον, εάν δεν είχε κάνει τον "Σκαθαροζούμη" το 1988; Προηγουμένως, μετρούσε ήδη μια εμπορική επιτυχία στο όνομά του ("Pee-wee’s Big Adventure"), ωστόσο αυτή η διασκεδαστικά μακάβρια οικογενειακή περιπέτεια ήταν που απογείωσε τη φήμη του. Ο σκηνοθέτης έκτοτε έγινε συνώνυμος με ένα προσωπικής κοπής νεορομαντικά σκοτεινό σινεμά ("Batman", "Ψαλιδοχέρης", σενάριο-παραγωγή στον "Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη"), το οποίο στιγμάτισε την ποπ κουλτούρα των τελευταίων δεκαετιών και καθιέρωσε τον ίδιο ως δημιουργό. Έτσι, τριάντα έξι χρόνια μετά τον "Σκαθαροζούμη", προκύπτει η απορία: τι καινούργιο έχει να προσφέρει η επιστροφή στην έπαυλη των Ντιτζ;

Η σύντομη απάντηση είναι, δυστυχώς, όχι και πάρα πολλά. Σε επίπεδα νοσταλγίας το σίκουελ βαράει κόκκινο, αφού επιστρέφουν στους ρόλους τους τόσο ο Μάικλ Κίτον ως ο πανούργος "βιο-εξορκιστής" Σκαθαροζούμης όσο και η Κάθριν Ο’Χάρα με τη Γουινόνα Ράιντερ, ως μητριά και κόρη, αντίστοιχα. Στην ασυνήθιστη φαμίλια τους προστίθεται ο χαρακτήρας της Άστριντ που υποδύεται η Τζένα Ορτέγκα, πρωταγωνίστρια του "μπαρτονικής" έμπνευσης τηλεοπτικού "Wednesday", δηλαδή το παιδί της Λίντια Ντιτζ (Ράιντερ). Όλοι τους, ύστερα από μια απώλεια, επανενώνονται στο στοιχειωμένο σπίτι όπου ξεκίνησαν όλα. Εκεί, σαφώς, τους περιμένει μια νέα οδύσσεια μοιρασμένη στους κόσμους των νεκρών και των θνητών, όταν η Άστριντ πάρει μια πολύ επικίνδυνη απόφαση.

Ο σταθερά ντεφορμέ τα τελευταία χρόνια Μπάρτον ("Μεγάλα Μάτια", "Ντάμπο") εδώ βρίσκει κάτι από τον παλιό εαυτό του, αλλά περιέργως φαίνεται να μην ακολουθεί πλήρως το ένστικτό του. Χωρίς απαραίτητα να επαναλαμβάνει διεκπεραιωτικά το στιλ του, προτιμά την ασφαλή πλάκα και το "κατάλληλο για όλους" gore, αποφεύγοντας να υιοθετήσει την ξεσηκωτική, απενοχοποιημένη και φαν υπερβολή του πρώτου φιλμ. Είναι ενδεικτικό ότι από τις μετρημένες νέες προσθήκες ξεχωρίζει ο χαρακτήρας του Γουίλεμ Νταφόε, ο οποίος κλέβει την παράσταση, ενσαρκώνοντας έναν ηθοποιό που παριστάνει τον αστυνομικό ντετέκτιβ σε τμήμα του άλλου κόσμου.

Ύστερα, εάν ο παλιός "Σκαθαροζούμης" τολμούσε να προσεγγίσει τη μετά θάνατον ζωή σαν φυσική συνέχεια, σαν ένα τρομακτικό μα ταυτόχρονα αναπόφευκτο κομμάτι της ύπαρξης με το οποίο μπορούμε να συμφιλιωθούμε, το σίκουελ βολεύεται στο να μας θυμίσει, απλώς, την πολυτιμότητα της οικογενειακής αγάπης. "Μήνυμα" που, εκτός του ότι έχουμε δει πολλάκις στο χολιγουντιανό σινεμά, για να… φτάσει στους παραλήπτες έχει ξοδέψει μπόλικο κινηματογραφικό χρόνο ώστε να "συνταχθεί". Παράλληλες πλοκές που εκτυλίσσονται ξέπνοα, άλλες που αναπτύσσονται για να ξεχαστούν και να επιστρέψουν αργοπορημένα (ο ρόλος της Μόνικα Μπελούτσι), προτού επιχειρηθεί μια βεβιασμένη λύση όλων στο φινάλε, επαληθεύουν την αίσθηση πως ο "Σκαθαροζούμης" επί δύο είχε πληθώρα ιδεών, αλλά πηγαία ελαττωματική συνοχή.

Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr

Smart Search Module