Επιστρέφοντας στην πολύκροτη δίκη του ακροαριστερού ακτιβιστή Πιερ Γκολντμάν (Αριέ Βορτχάλτερ) που συγκλόνισε την γαλλική κοινωνία στα μέσα της δεκαετίας του 1970, ο Σεντρίκ Καν ανοίγει από την αρχή τα χαρτιά του γιατί είναι ξεκάθαρο ότι τον ενδιαφέρει η κατά γράμμα αναπαράσταση αυτής της δίκης χωρίς τα «στολίδια» που συχνά διακρίνουμε στα δικαστικά δράματα – κυρίως εκείνα που προέρχονται από το Χόλιγουντ. Να θυμίσουμε κατ αρχάς ότι το 1976 ο Π. Γκολντμάν καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για τέσσερις ένοπλες ληστείες, μία από τις οποίες είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο δύο φαρμακοποιών. Ωστόσο, στην τελευταία δίκη στην οποία εστιάζει η ταινία, ο Γκολντμάν υποστήριξε την αθωότητά του, προκάλεσε χάος «φλερτάροντας» με την πιθανότητα της θανατικής ποινής και μετατράπηκε σε είδωλο της διανοουμενης Αριστεράς που τον ηρωποίησε. Φανταστείτε τώρα μια ταινία που έχει ως υλικό εικόνες από όλα τα παραπάνω και τις χρησιμοποιεί χωρίς καλλωπισμούς όπως π.χ. την χρήση της μουσικής, η το «καθοδηγητικό» μοντάζ. Ετσι αποκτάτε μια ιδέα αυτού που πρόκειται να παρακολουθήσετε. Στεγνό, λιτό, σχεδόν επιτηδευμένα άχαρο, το φιλμ επιδιώκει να βάλει τον θεατή μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου και να τον φέρει αντιμέτωπο όχι μόνο με την ουσία της δικαιοσύνης σε μια τόσο περίπλοκη υπόθεση αλλά με την λειτουργία ολόκληρου του δικαστικού συστήματος, με όλες τις τετριμμένες ή και ανιαρές γραφειοκρατικές λεπτομέρειές του. Παρότι είναι αδύνατον να μην νιώσεις ασφυκτικά ή και δυσάρεστα ακόμα (με την σωματική έννοια της λέξης) ενώ παρακολουθείς την «Υπόθεση Γκολντμάν», δεν μπορείς παρά να εκτιμήσεις την σκηνοθετική γενναιότητα του Σεντρίκ Καν ο οποίος δεν υποχωρεί σε κλισέ και συμβάσεις παρά δείχνει να επιδιώκει κιόλας αυτή την «ασφυκτική» κατάσταση που επικρατεί στην ταινία του.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr