Κύριος και βασικός εκπρόσωπος του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, ο Τζιμ Τζάρμους καταφέρνει να αποδομήσει την εξωραϊσμένη εικόνα της Αμερικής, με την ιδιαίτερη κινηματογραφική του γραφή, μέσα από την οποία αποδομεί και τα κινηματογραφικά είδη που το Χόλιγουντ χρησιμοποίησε για να φτιάξει αυτή την εικόνα.
«Η πεμπτουσία του τρόπου ζωής ενός Σαμουράι είναι να σκέφτεται κάθε στιγμή ότι είναι νεκρός. Ο τρόπος ζωής του βασίζεται στον θάνατο. Καθημερινά πρέπει να συλλογίζεται τον θάνατο». Με το απόσπασμα αυτό από το βιβλίο «Χαγκακούρε :Το βιβλίο των Σαμουράι» που το ακούμε σε voice over από τον ήρωα της ταινίας, τον Ghost Dog, ενώ ταυτόχρονα τον παρακολουθούμε τον ίδιο να το διαβάζει , ο Τζάρμους μάς καλωσορίζει στο δικό του κινηματογραφικό σύμπαν στο οποίο έχει αναλάβει να μας ξεναγήσει ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς ηθοποιούς ο Φόρεστ Γουίτακερ. Ο Φόρεστ Γουίτακερ που στην ταινία, μάς συστήνεται ως Ghost Dog.
Ο Ghost Dog είναι ένας ψυχρός εκτελεστής που εκτελεί εντολές της μαφίας που έχει στον έλεγχό της την περιοχή. Σαν φάντασμα περιφέρεται στους δρόμους της Νέας Υόρκης, χωρίς να γίνεται από κανέναν αντιληπτός, εκτελώντας με απόλυτη ακρίβεια και επιτυχία τις αποστολές που του ανατίθενται. Και μετά επιστρέφει στο ησυχαστήριο του στο μικρό, φτωχικό, ακατάστατο δωμάτιο της ταράτσας μιας πολυκατοικίας στην καρδιά του γκέτο της Νέας Υόρκης. Σε αυτή την ταράτσα έχει φτιάξει τον δικό του κόσμο το δικό του καταφύγιο, που κυρίαρχη θέση σε αυτό κατέχει ο μικρός του περιστερώνας. Παρόλο όμως, που ο ήρωάς μας ζει εντελώς μοναχικά και είναι ελάχιστες οι στιγμές που τον ακούμε να μιλάει , ωστόσο αμέσως συνδεόμαστε μαζί του και αναζητούμε τους λόγους της εκκεντρικότητάς του. Γρήγορα αντιλαμβανόμαστε ότι ο Ghost Dog έχει ενστερνιστεί τον τρόπο ζωής των Σαμουράι και έτσι παρακολουθούμε τον ήρωά μας να κινείται στις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο, να διατηρεί έντονη τη ζωτικότητά του, όταν εκπληρώνει τις εντολές που του ανατίθενται, ενώ ταυτόχρονα να είναι αποστασιοποιημένος από τον κόσμο μέσα στον οποίο δρα.
Παρακολουθούμε τον ήρωα παραδομένο εκούσια σε μια παραλυσιακή λήθη του εαυτού του, να κινείται σαν υπνοβάτης σε μία πόλη που τη γνωρίζει πολύ καλά, αλλά που νιώθει εντελώς ξένος ως προς αυτήν.
Ο Τζάρμους κινηματογραφεί τον ήρωά του και μέσα από αυτή την κινηματογράφηση αναδύονται στην επιφάνεια οι φιλοσοφικοί στοχασμοί του σκηνοθέτη, που αποτελούν και το ερμηνευτικό μοντέλο της ανάλυσης της συμπεριφοράς του ήρωά του. Η τοποθέτηση του ανθρώπου αυτού στο μεταίχμιο της ζωής, στο να ζει, αλλά να σκέφτεται συνεχώς τον θάνατο , άρα στην πραγματικότητα να ζει ανάμεσα σε δύο κόσμους , τον αισθητό και τον άγνωστο -τον ιδεατό άλλο κόσμο των νεκρών- φέρνει στο προσκήνιο την οντολογική κατηγοριοποίηση της συνολικής εικόνας του κόσμου που τον χωρίζει σε δίπολα, όπως ιδέες και αισθητά, είναι και φαίνεσθαι, είναι και γίγνεσθαι.
Για τον Ghost Dog, η πορεία της ενήλικης ζωής του έχει καθοριστεί από ένα γεγονός που συνέβη όταν στα εφηβικά του χρόνια , η ζωή του κινδύνεψε άμεσα από την επίθεση που δέχτηκε από μία συμμορία συνομηλίκων του. Θα ήταν νεκρός, αν δεν επενέβαινε ο μαφιόζος της περιοχής να τον σώσει, σκοτώνοντας το αγόρι που θα του αφαιρούσε τη ζωή. Άρα η ζωή του στηρίχτηκε στον θάνατο ενός άλλου. Κατά πόσο λοιπόν ο ήρωάς μας μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ζωντανό, όταν καθημερινά σκέφτεται ότι οφείλει τη ζωή του σε έναν θάνατο; Ο τρόπος ζωής των Σαμουράι τον βγάζει από το υπαρξιακό του αδιέξοδο, όταν αποφασίζει να εναποθέσει τη ζωή του στα χέρια του διασώστη του και να γίνει ο πιστός του ακόλουθος.
Σε έναν κόσμο όπου η λογική έχει προ πολλού παραδώσει τα ηνία της στο παράλογο και την ανηθικότητα, απότοκα της αμερικάνικης εγκληματικής πολιτικής , ο Ghost Dog παρατείνει τον χρόνο της ζωής του μέσα από τον κώδικα ηθικής των Σαμουράι, γιατί απλά θέλει ακόμη λίγο να τη γευτεί, να τη σηματοδοτήσει, να τη χαρεί, όσο και αν τη βιώνει σε ένα μαύρο δυστοπικό περιβάλλον. Γίνεται λοιπόν ο ακόλουθος του διασώστη που τον σέβεται και τον προστατεύει όπως επιβάλλει ο κώδικας των Σαμουράι. Μόνο που ο διασώστης του είναι ένας μαφιόζος που και η δική του ζωή εξαρτάται από τις αποφάσεις των ανωτέρων του στην ιεραρχική κλίμακα της μαφίας. Ο Ghost Dog, ωστόσο, έχει συνειδητοποιήσει αυτή την εξάρτηση, αποδεχόμενος ότι η τυχαιότητα της ύπαρξης μπορεί να λειτουργήσει προς δύο κατευθύνσεις: Είτε στο να κρατήσει το άτομο δέσμιο των εξωτερικών συμβάντων που λαμβάνουν χώρα χωρίς να υπολογίζουν την ύπαρξη του υποκειμένου που ζει σε αυτά-και που οι συνέπειες αυτών επηρεάζουν άμεσα τη ζωή του- είτε να οδηγήσει το άτομο στο να δημιουργήσει το ίδιο τον δικό του κόσμο όπου η ροή της καθημερινότητας των γεγονότων δεν θα αφήνεται στο τυχαίο, αλλά θα φιλτράρεται μέσα από την κοσμοθεωρία του ατόμου που θα καταφέρνει να μην τροποποιεί μεν την εξέλιξη, αλλά να τη χρωματίζει και να την πλαισιώνει στους δικούς του κώδικες, στη δική του ηθική. Το δεύτερο είναι αυτό που κάνει ο Ghost Dog και το επιτυγχάνει , γιατί διαθέτει αυτό που ο χαοτικός κόσμος ,στον οποίο ζει, δεν διαθέτει: Το βασικό συστατικό που θα τον οδηγήσει στην απόδραση από αυτό το χάος. Και αυτό είναι η ηθική. Είναι η ηθική ακεραιότητα του ήρωά μας, που αν και ψυχρός εκτελεστής σε έναν κόσμο που ο έλεγχός του βρίσκεται στα χέρια αδίστακτων εγκληματιών , θέτει το ζήτημα, σε έναν κόσμο που καταρρέει, ότι τα πράγματα θα μπορούσε να ήταν και διαφορετικά. Αν δίναμε περισσότερη σημασία στις μικρές καθημερινές λεπτομέρειες. Αν οι άνθρωποι επικοινωνούσαμε μεταξύ μας χωρίς καχυποψία, χωρίς στερεοτυπικά σύνδρομα, χωρίς συμφεροντολογικά κίνητρα. Αν αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο με τον τρόπο που τον αντιλαμβάνεται ένα μικρό παιδί, αν τον χρωματίζαμε με τη φαντασία αυτού του παιδιού. Αν δεν αναλώναμε τη ζωή μας στα καθημερινά τετριμμένα, αλλά στη λογοτεχνία, στη μουσική στην απλή παρατήρηση των φυσικών φαινομένων που λαμβάνουν χώρα ανεξάρτητα από εμάς, σηματοδοτώντας μας όμως διαρκώς, μέσα στη ροή τους, την κατεύθυνση προς την οποία αν στρεφόμασταν, θα καταφέρναμε να αποκαλύψουμε την ουσία του περάσματός μας από αυτό τον κόσμο.
Με τον τρόπο αυτό ο ήρωάς μας καταφέρνει να δραπετεύσει από το αναπόδραστο του κλειστού γκετοποιημένου κόσμου, στον οποίο από τη στιγμή που γεννήθηκε του επιβλήθηκε να ζει , και καταφέρνει να αποδράσει και από τον κώδικα των Σαμουράι που του ήταν ο απαραίτητος μπούσουλας για να κινηθεί στον σκληρό αυτό κόσμο, χωρίς να απεμπολήσει τις ηθικές του αξίες. Και καταφέρνει τέλος το πιο σημαντικό: Να παραδώσει τη σκυτάλη αυτών των αξιών σε ένα κοριτσάκι που στο βαλιτσάκι του κουβαλάει αντί για τα παιχνίδια του και το κολατσιό του, τα αγαπημένα του βιβλία. Που επικοινωνεί με τον ήρωά μας μέσω αυτών των βιβλίων και που γράφει τον επίλογο ακριβώς όπως θα ήθελε να γραφτεί ο ήρωάς μας, όταν στον διάλογό τους για το βιβλίο «Ράσομον και άλλλες ιστορίες» του Ιάπωνα συγγραφέα Ρυουνοσούκε Ακουταγκάβα, τού αναφέρει ότι η ιστορία που της άρεσε είναι αυτή που τα γεγονότα ερμηνεύονται εντελώς διαφορετικά από διαφορετικούς ανθρώπους. Κάτι που έρχεται σαν επιβράβευση της πορείας του Ghost Dog. Που κατάφερε να δει όλη την περιρρέουσα σκληρή πραγματικότητα γύρω του με τη δική του ματιά, όπου σε αυτήν αναζητούσε να ανακαλύψει το δίκαιο, το όμορφο, το ηθικό, το καλοσυνάτο το απλό, το φυσικό, το γνήσιο, την ηθική του ποιότητα που αυτομάτως θα αποκάλυπτε και την αλήθεια του.
Κύριος και βασικός εκπρόσωπος του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά, ο Τζιμ Τζάρμους καταφέρνει να αποδομήσει την εξωραϊσμένη εικόνα της Αμερικής και του αμερικανικού ονείρου με την ιδιαίτερη κινηματογραφική του γραφή, μέσα από την οποία αποδομεί και τα κινηματογραφικά είδη που το Χόλιγουντ χρησιμοποίησε για να φτιάξει αυτή την εικόνα. Η ανατολική φιλοσοφία συναντά τους απόκληρους των γκέτο της αμερικανικής κοινωνίας, δίνοντάς τους τη φωνή που η πολιτική αυτής της χώρας τους στερεί. Μια φωνή που ενισχύεται από το σάουντρακ των μουσικών κομματιών του RZA και που μέσα από το ζόφο της καθημερινότητας αυτών των ανθρώπων, φέρνει στο φως τις αρετές μιας γενιάς που όσο και να χτυπιέται, όσο και να βάλλεται από τις εγκληματικές πολιτικές εναντίον της, διαθέτει πολλές αρετές που μπορεί να τη βοηθήσουν να προχωρήσει μπροστά και κάποτε να ζήσει στον κόσμο που της ταιριάζει, στον κόσμο που δικαιούται να ζήσει.
Καλλίτσα Βλάχου
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα katiousa.gr