Μενού

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ - Πάρις Μνηματίδης

2011 7

Κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να πιστωθεί στην ταινία του Sebastien Vanicek είναι ότι ο τρόμος της όντως «ενοχλεί», δεν είναι καλογυαλισμένος κι έτοιμος να πακεταριστεί προς μαζική κατανάλωση με τη δοκιμασμένη συνταγή των jump scares και η κλιμακωτή δομή του εγγυάται ότι το ενδιαφέρον και η αγωνία όλο και αυξάνονται όσο περνούν τα λεπτά. Λιγότερο βίαιο από ό,τι θα περίμενε κανείς από τη χώρα που εξήγαγε το New French Extremity, ποντάρει κυρίως πάνω στην ένταση της εκάστοτε κατάστασης μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη επίλυση. Το κοινωνικό σχόλιο από την άλλη δεν είναι εντελώς σαφές. Δεδομένου και του φόντου της δράσης, η πρώτη σύνδεση που κάνει ο νους είναι με την οικονομία και το πόσο εκτεθειμένοι σε περιόδους κρίσης είναι αυτοί που βρίσκονται στον «πάτο» της νοητής της πυραμίδας, αλλά ίσως να μην είναι αυτή η μοναδική ερμηνεία (μπορεί να έχει σημασία για το ολοκληρωτικό «ξεκλείδωμα» η εναρκτήρια σκηνή, που ενδεχομένως και να προσπερνάται κάπως εσκεμμένα).

Δεν γίνονται όλα τέλεια, αλλά αναγνωρίζεται ότι το «Στον Ιστό του Τρόμου» έχει αρκετά υψηλότερη νοημοσύνη από το μέσο φιλμ του είδους στο οποίο ανήκει, και αυτό φαίνεται σε διάφορες παραμέτρους, από τα ευρήματα που χρησιμοποιεί ο Vanicek για να αναπτύξει την πλοκή και που πάνε πέρα από τεμπέλικες ευκολίες σφαλμάτων των ηρώων, μέχρι τη συνειδητοποίηση που σπανίζει όλο και περισσότερο από το σινεμά όσο προχωρούν τα χρόνια, πως σε περιπτώσεις έξωθεν απειλής, ίσως μεγαλύτερο στοίχημα και από την ίδια την επιβίωση να είναι το να διατηρηθεί η ομόνοια στο εσωτερικό μέτωπο. Και ο ρεαλισμός στην αποτύπωση της καθημερινότητας σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά, ειδικά στο επίπεδο της γραφής, βοηθά στο να ανταποκρίνεται το σύνολο σε μια υπαρκτή σύγχρονη πραγματικότητα κι έτσι το στοιχείο του τρόμου να λειτουργεί καλύτερα, επειδή εντάσσεται σε πιο αληθοφανή πλαίσια. Σε επίπεδο σκιαγράφησης χαρακτήρων μπορεί και να χρειαζόταν λίγο περισσότερη δουλειά. Θα ήταν σκληρό να ισχυριστεί κανείς πως είναι γραμμένοι σαν στερεότυπα, καθώς δεν είναι απολύτως προβλέψιμοι στη συμπεριφορά τους, αλλά και πάλι δεν διαθέτουν το βάθος εκείνο για να φέρουν στο τραπέζι κι ένα ψυχολογικό στοιχείο που θα ενίσχυε τα συναισθήματα φόβου και άγχους.

Οι ερμηνείες είναι εξαιρετικά αποτελεσματικές, ειδικά για τα πλαίσια του συγκεκριμένου είδους. Ο Theo Christine πετυχαίνει μια δυνατή ισορροπία ανάμεσα σε δυναμισμό κι ευαλωτότητα που τον καθιστά αξιόπιστο οδηγό του θεατή για τα δρώμενα του σεναρίου, ταυτόχρονα όμως δεν παραβλέπει το να τον φέρνει σε επαφή με τον κίνδυνο και το σασπένς της συνθήκης που αποτυπώνεται στο πανί. Αλλά και σε πολλούς δεύτερους ρόλους υπάρχει «ψωμί», από την ενεργητικότητα της Lisa Nyarko που κρύβει μια συμπυκνωμένη σοφία μέχρι το σύντομο αλλά αξιομνημόνευτα απειλητικό πέρασμα του Emmanuel Bonami.

Ως μεγάλου μήκους ντεμπούτο, πρόκειται για μια δουλειά που όντως φαίνεται να είναι ενός δημιουργού που δεν έχει κατασταλάξει ακόμη εντελώς, κουβαλάει όμως αρκετές υποσχέσεις για το μέλλον μέσα από διάφορες αρετές. Είναι ένα φιλμ λίγο βραδυφλεγές στο ξεκίνημά του, όταν όμως ανεβάζει ταχύτητες δεν αφήνει ποτέ το κοινό στην ησυχία του, με ελάχιστες ανάπαυλες μόλις για να υπάρξει ένα μίνιμουμ προετοιμασίας μέχρι η επόμενη απειλή να εμφανιστεί στην οθόνη.

Πάρις Μνηματίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr

Smart Search Module