Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!
Για να γίνω άμεσα κατανοητός και με λίγα λόγια, το «Στον Ιστό του Τρόμου» είναι ένα «[REC]» (2007) meets «Το Μίσος» (1995) meets «Aliens» (1986)! Ακούγεται συναρπαστικό, όμως, για καθίστε ν’ αναρωτηθείτε: κάνουν καλή παρέα όλα αυτά μαζί;
Η εισαγωγή σε προετοιμάζει για κάτι καλό. Κάπου στη Μέση Ανατολή, τρεις άνδρες ψάχνουν κάτω από πέτρες στην έρημο, μέχρι να εντοπίσουν την τρύπα μιας φωλιάς αραχνών. Θα τις αναγκάσουν να βγουν στην επιφάνεια της γης και θα επιχειρήσουν να παγιδεύσουν όσο περισσότερες μπορούν σε μικρά πλαστικά κουτιά, μετρώντας και μια ανθρώπινη απώλεια, καθότι μιλάμε για θανατηφόρο είδος. Μία απ’ αυτές καταλήγει σ’ ένα ενεχυροδανειστήριο και αποσπά την προσοχή νεαρού συλλέκτη εντόμων, που ζει με την αδελφή του σε διαμέρισμα τεράστιου κτηριακού συγκροτήματος έξω απ’ το Παρίσι. Enter… «Το Μίσος» (που θα σου «κλείσει το μάτι» ακόμη πιο έντονα κοντά στην κορύφωση του φιλμ, με στοιχεία… police brutality και «διακριτικές» νύξεις ρατσισμού)!
Ο Καλέμπ, λοιπόν, δίχως ν’ αντιλαμβάνεται την ευθύνη (μόνιμο χαρακτηριστικό του πρόβλημα), αφήνει το νέο του απόκτημα σ’ ένα χαρτόκουτο παπουτσιών και… το ξεχνάει εκεί για ώρες. Περιττό να πω ότι η αράχνη δραπετεύει και με διόλου επιστημονική εξήγηση (αν και πέφτουν κάτι «δράκοι» στους διαλόγους περί δαρβινικής εξέλιξης και αμυντικού εγκλιματισμού με το περιβάλλον)… πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα και ξεκινά τη φονική της πορεία από όροφο σε όροφο. Όταν διαρρεύσει η πληροφορία πως το κτήριο έχει «μολυνθεί» από «κάτι», οι Αρχές θα το σφραγίσουν και οι ένοικοι θα μετατραπούν σε θηράματα των αμέτρητων αραχνών. Δηλαδή… enter «[REC]» (αντικαθιστώντας τα ζόμπι, προφανώς)!
Ατυχώς για τον Σεμπαστιάν Βανιτσέκ, το μετριότατο σενάριο της ταινίας κατεβάζει ρυθμό και τόνους σασπένς, καθώς το πρώτο σαραντάλεπτο αναλώνεται κυρίως στη σύσταση «χαρακτήρων», με focus στην παρέα του Καλέμπ, ένα στερεοτυπικό κράμα από αλλοδαπούς μετανάστες της γαλλικής urban «hood». Η φλυαρία τους είναι κάτι το απίστευτο, σε συνδυασμό με (ομαδικά) φωναχτές αντιδράσεις και τσιρίδες που θα εμφανιστούν σταδιακά, προκαλώντας ένα… «ξενέρωμα» αγανάκτησης που ενδέχεται να σε κάνει να θέλεις να ουρλιάξεις «Σκάστε!».
Ακολούθως, η δράση (που χωλαίνει γενικά) θα βασιστεί στις απεγνωσμένες απόπειρες των ηρώων να βρουν διέξοδο φυγής από το κτήριο, δίχως να πρέπει ν’ αντιμετωπίσουν ολόκληρες στρατιές αραχνών που τους βάζουν εμπόδια παντού. Μπορεί να γίνεται πιο θεαματικό, όμως, καταντά σχεδόν αστείο όταν συνειδητοποιείς πως όσο περνά η ώρα οι αράχνες… μεγαλώνουν επικίνδυνα σε μέγεθος (!), για να καταλήξουμε στις εξωφρενικές σεκάνς του φινάλε όπου… enter «Aliens»!
Ανάμεσα στον όλο «χαβαλέ» και τις απιθανότητες, ο Βανιτσέκ αποδεικνύει πως δεν έχει ίχνος χιούμορ για να ισορροπήσει την ακρότητα της εξέλιξης των αραχνών. Αντιθέτως, τα αφηγηματικά του «διαλλείματα» είναι άστοχα μελοδραματικά, το ύφος παραείναι σοβαροφανές και μια φευγαλέα «αλληγορική» διάθεση παραλληλισμού των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων με… μολυσματικά έντομα που πρέπει να καταπολεμούν ή να τοποθετούν σε καραντίνα οι Αρχές μοιάζει με πάτημα του… Aroxol στις επιδιώξεις ψυχαγωγίας του θεατή ο οποίος εισήλθε στο σινεμά διότι γουστάρει το genre του τρόμου. Χωρίς να είμαι αντίθετος στην εισχώρηση θεματολογιών κοινωνικού ρεαλισμού σε κάθε κινηματογραφικό είδος, «Στον Ιστό του Τρόμου» θεωρώ πως το «πάντρεμα» δεν λειτούργησε καθόλου, κυρίως επειδή κάπου παραδίπλα ο… γιγαντισμός των αραχνών μοιάζει με χλευασμό ανοησίας που ακυρώνει κάθε πρόθεση ώριμου προβληματισμού.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Όσο και να φοβάσαι τις αράχνες, απλά, η φάση εδώ είναι για γέλια! Και όχι μόνο. Διότι οι διάλογοι και οι… φωνασκίες κουράζουν αφόρητα και αποσπούν την προσοχή από το ζητούμενο, που είναι ο τρόμος κι ένας ιλιγγιώδης ρυθμός σε περιβάλλον κλειστοφοβικό. Δυστυχώς, το αποτέλεσμα είναι ανισόρροπο. Ίσως όχι τυχαία, η ταινία έκανε πρεμιέρα στο… Φεστιβάλ Βενετίας!
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr