Μια στοιχειωτικά παράξενη βιογραφία που εμβαθύνει σε ένα αποσιωπημένο βίωμα.
Ο σοφός λαός ή ο Μαρσέλ Προυστ (οι απόψεις διίστανται) προειδοποιούν "να μη συναντάς ποτέ τους ήρωές σου", αφού συχνά η γοητεία τους διαλύεται μόλις τους γνωρίσεις από κοντά. Για τη δεκατετράχρονη Πρισίλα Μπολιέ, η παραπάνω φράση αποκτά πολύ προσωπικές διαστάσεις τη στιγμή που συστήνεται στον κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερό της και ήδη σταρ Έλβις Πρίσλεϊ, σε ένα σουαρέ το 1959. Τότε ξεκινάει το μεταξύ τους ταραχώδες ειδύλλιο που συμπεριέλαβε μια τεταμένη συμβίωση, μια εγκυμοσύνη και ένα αναπόφευκτο διαζύγιο (1973). Όσα συνέβησαν καταγράφηκαν διεξοδικά στα απομνημονεύματα της πρώτης συζύγου του βασιλιά του ροκ εντ ρολ, τα οποία και τροφοδοτούν τη φορμαρισμένη, έπειτα από καιρό, Σοφία Κόπολα.
Σ’ όλη τη φιλμογραφία της, η σκηνοθέτρια έχει αποδείξει ότι διαθέτει ένα ξεχωριστό ταλέντο στο να αφουγκράζεται το άλγος ("angst") των κατά κύριο λόγο εφηβικών γυναικείων χαρακτήρων της. Συγκεκριμένα, δίνει έμφαση στο είδος του ψυχικού πόνου που προκαλεί στις ηρωίδες της η ανύπαρκτη ανεξαρτησία, την οποία τους έχουν στερήσει, συνήθως, υπερπροστατευτικοί γονείς ("Αυτόχειρες Παρθένοι"). Οι πρωταγωνίστριες της Αμερικανίδας δημιουργού αναζητούν διέξοδο στη συναναστροφή τους με άνδρες συχνά μεγαλύτερης ηλικίας, ως αντίδοτο στη μοναξιά τους αλλά και ως όχημα ανακάλυψης του κόσμου "εκεί έξω" – ένα είδος σχέσης που η Κόπολα ενίοτε δεν αποφεύγει να ρομαντικοποιεί ("Χαμένοι στη Μετάφραση"). Υπό αυτήν την έννοια, μοιάζει λογικό που εμπνέεται από το βίωμα της Πρισίλα, η οποία μπορεί να μην είναι ακριβώς "Μαρία Αντουανέτα", αλλά ως άλλη πριγκίπισσα δωρίζεται ως λάφυρο στο βασιλιά Πρίσλεϊ, προτού καν αποκοπεί από την οικογένεια και κατ’ επέκταση από τις επιθυμίες της.
Εύλογα η αφήγηση υιοθετεί πλήρως την οπτική γωνία της ηρωίδας, με την Κόπολα ωστόσο να επιτυγχάνει μια περίτεχνη ισορροπία. Από τη μία η ταινία δεν εξελίσσεται σε ένα μονοδιάστατο "κατηγορώ", διατηρώντας διαπεραστική την πνιγηρή δυσφορία που έζωνε μονίμως την Πρισίλα. Από την άλλη, ο Έλβις ναι μεν αποδίδεται πλήρης ελαττωμάτων (κάποιος πονηρός θα τον χαρακτήριζε groomer), αλλά χωρίς η αποκαθήλωσή του να φτάνει στα άκρα – βοηθάει και η έλλειψη σκανδαλοθηρικής διάθεσης εκ μέρους της σκηνοθέτριας. Εκείνο, βέβαια, που καθιστά ξεχωριστή αυτήν τη βιογραφία είναι το πώς απεικονίζει την ανησυχητική και εξαιρετικά άβολη συνθήκη στην οποία βρισκόταν η πρωταγωνίστρια. Η αποξένωσή της αποπνέει μια δυσερμήνευτη όσο και έντονη παραξενιά, απόρροια μιας αδιόρατης καταπίεσης, η οποία όσο δεν φαίνεται άλλο τόσο καταλαμβάνει με στοιχειωτική σκοτεινιά το υποσυνείδητο. Γιατί; Διότι απλούστατα, κάτι τόσο αλλόκοτο και προβληματικό όπως η απομόνωση της ανήλικης Πρισίλα στην έπαυλη του Έλβις, παρουσιάζεται στην ίδια σαν κάτι απολύτως φυσιολογικό που απλώς εκείνη αδυνατεί να καταλάβει.
Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr