Η καθημερινότητας μιας ομάδας περφόρμερς σε ένα ξενοδοχείο κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής τουριστικής περιόδου. Κάθε βράδυ η ομάδα υποδύεται, χορεύει, τραγουδά, διασκεδάζει τους –κατά βάση απρόσωπους– τουρίστες σε ένα σχεδόν μετα-αποκαλυπτικό περιβάλλον. Η Εύα είναι η καινούρια, με όνειρα φανταχτερά. Η Κάλλια είναι παλιά, με όνειρα τσακισμένα. Οι διαδρομές τους θα διασταυρωθούν – ένα περφόρμανς τη βραδιά.
Ακολουθώντας κυρίως αυτές τις δύο ηρωίδες και τις διαφορετικές τροχιές τους, η ταινία δίνει ανθρώπινο πρόσωπο σε εκείνο μόνο το κομμάτι του κόσμου που έχει σημασία. Δηλαδή των εργατών και των εργατριών που αναζητούν τα ψήγματα αλήθειας και συμπαράστασης μέσα σε ένα καπιταλιστικό σύστημα που ζητά περφόρμανς– από όλους, προς όλους. Η Σοφία Εξάρχου (“Park”) επιστρέφει με τη δεύτερη ταινία της, ανακαλύπτοντας και πάλι κάτι συναρπαστικό στην κινηματογράφηση της αγέλης, στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι δημιουργούν μια φυλή και κινούνται σε χώρους που θεωρούν (ή δεν έχουν επιλογή παρά να θεωρήσουν) δικούς τους.
Στο “Animal” οι επιμέρους χαρακτήρες αποκτούν περισσότερο διακριτούς ρόλους και διαδρομές, έστω κι αν δεν ξεφεύγουμε πάντα από μια λούπα επανάληψης θεματικά κατανοητή μεν, αλλά που εν τέλει βαραίνει την ταινία στο δεύτερο μισό της. Είναι μια δύσκολη και αξιοθαύμαστη άσκηση ισορροπίας: Από τη μία, έχουμε την απεικόνιση ενός συστήματος όπου ο εχθρός είναι αόριστος (δεν υπάρχει «κακός εργοδότης», οι τουρίστες είναι βασικά απρόσωποι κομπάρσοι) και το ensemble των εργατών-περφόρμερ είναι τελικά ένα σύνολο πάνω απ’όλα. Μια τάξη. Μια κάστα.
Από την άλλη, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Εξάρχου επιχειρεί και καταφέρνει να κεντράρει την θεωρία της πάνω σε δύο πρόσωπα. Της Εύας (με μια διαλυμένη ερμηνεία γεμάτη ανθρωπιά και τραγικότητα από την ήδη πολυβραβευμένη Δήμητρα Βλαγκοπούλου) και της Κάλλιας (η ανερχόμενη Φλομαρία Παπαδάκη και η καταπιεσμένη ευαισθησία και δύναμη της ηρωίδας της), που θα μπορούσαμε ακόμα και να τις δούμε ως μία γυναίκα σε διαφορετικά στάδια της (εργατικής) ύπαρξής της.
Η ταινία διαθέτει μια τολμηρά μη-παράλληλη δομή που ειλικρινά δε θα έπρεπε να λειτουργεί (αλλά τα καταφέρνει), εγκαταλείποντας τις αντίρροπες πορείες των δύο ηρωίδων για να μας οδηγήσει σε μια δίνη ασφυκτικών υπαρξιακών αδιεξόδων. Εκεί, οι μάσκες του διαρκούς εργασιακού περφόρμανς αρχίζουν να πέφτουν. Εκεί, η ερμηνεία ενός χιλιοτραγουδισμένου κομματιού είναι πλέον θρυμματισμένη, διαλυμένη.
Η έξαφνη αυτή εστίαση αφήνει την ensemble κοσμοθεωρία του φιλμ κάπως μετέωρη, αλλά την ίδια στιγμή η τόλμη κι η δύναμη της ταινίας είναι αδιαμφισβήτητες. Το “Animal” βραβεύτηκε (για την Βλαγκοπούλου) το καλοκαίρι στο σημαντικό φεστιβάλ του Λοκάρνο και έφτασε μετέπειτα να κερδίσει τον Χρυσό Αλέξανδρο του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης – η πρώτη ελληνική που το καταφέρνει στον 21ο αιώνα. Είναι παρά τα επιμέρους (ρυθμικά, ίσως και δομικά) αδιέξοδα στα οποία οδηγείται ένα εξαιρετικό φιλμ που κοιτάζει την άλλη πλευρά της τουριστικής βιομηχανίας με γενναίες δόσεις στραφταλίζουσας αλήθειας. Και το κάνει καταφέρνοντας να εντοπίσει την προσωπική απόγνωση μέσα σε ένα συλλογικό αδιέξοδο, εκεί όπου το σκοτάδι είναι πολύχρωμο και η βουβαμάρα έρχεται πίσω από ραγισμένες νότες ενός ρεφρέν που γίνεται ηχώ.
Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr