Κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Ειρηνικού, ο Μαχίτο χάνει τη μητέρα του. Πριν συνέλθει από την απώλεια αυτή, ο πατέρας του παντρεύεται την αδελφή της και μετακομίζουν σε μια εξοχική έπαυλη γεμάτη ανεξήγητα μυστήρια, όπως ένας ερωδιός που επιδιώκει από την πρώτη στιγμή να επικοινωνήσει με το νεαρό αγόρι.
Στα 83 του χρόνια, ο Χαγιάο Μιγιαζάκι, το πλέον σεβαστό όνομα για το ιαπωνικό (και όχι μόνο) animation, επιστρέφει σκηνοθετώντας την δωδέκατη ταινία της καριέρας του, ακυρώνοντας την ανακοίνωση αποχώρησής του από το σινεμά (το 2013). Το «Αγόρι και ο Ερωδιός» υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά γεγονότα της περσινής χρονιάς και έχει προταθεί για Όσκαρ στην κατηγορία του, όμως, δεν δύναται να συγκριθεί με μεγαλουργήματα που έχει υπογράψει στο παρελθόν ο Μιγιαζάκι, όσο βαθιά συναισθηματικές και να θεωρηθούν οι αυτοβιογραφικές πινελιές της ιστορίας του.
Τα προβλήματα είναι (όπως συνήθως) δομικά και αφορούν στην «ελευθερία» του σεναρίου και σε μία οργιαστική φαντασία που σίγουρα δεν ξενίζει στην εικόνα (ειδικά αν κάποιος γνωρίζει το αισθητικό ύφος του κόσμου των ταινιών του σκηνοθέτη), αλλά προβληματίζει στο πως συνδέονται τα όσα διαδραματίζονται επί της οθόνης.
Στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και χωρίς να έχει ξεπεράσει την απώλεια της μητέρας του, ο νεαρός Μαχίτο βρίσκεται (ψυχικά) μόνος σ’ ένα ξένο περιβάλλον, εκτεθειμένος στο σχολικό bullying (ως τέκνο ευκατάστατης οικογένειας) και με δυσκολία να συνηθίσει στην ιδέα μιας καινούργιας «μάνας» (πρόκειται για την αδελφή της μακαρίτισσας!), η οποία περιμένει και παιδί από τον πατέρα του. Ένας ερωδιός που διαρκώς επιχειρεί να τον προσεγγίσει, θα του μιλήσει στη γλώσσα του και θα του μεταφέρει μήνυμα – κάλεσμα από τη μητέρα του. Είναι μια υπόσχεση πραγματική στην οποία μπορεί να πιστέψει ή μια παγίδα που θα θέσει τη ζωή του σε κίνδυνο.
Σταδιακά, το σενάριο καταφεύγει σε μονοπάτια παραμυθιού, αλλά με σουρεαλιστικά ενήλικες διαστάσεις και σκεπτικό, μέχρι να χαθεί κάθε νόημα συνοχής στην πλοκή, άπαξ και το αγόρι «βυθιστεί» σ’ ένα παράλληλο σύμπαν, όπου εμφανίζονται νέοι χαρακτήρες ή κάποιοι από τους ήδη γνώριμους στον θεατή αλλά σε… διαφορετική ηλικιακή φάση. Το σχέδιο παραμένει πάντοτε ελκυστικό και θαυμαστά παλαιομοδίτικο (με την καλή έννοια), όμως, το καταστασιακό της αφήγησης δεν «χωνεύεται» εύκολα. Ίσως δεν έχει απαραίτητα νόημα το να δεχτούμε τα όσα βλέπουμε στο «Το Αγόρι και ο Ερωδιός». Προσωπικά μιλώντας, πάντως, επειδή η θεματολογία ακουμπά (κάπως «αλληγορικά») ένα από τα αγαπημένα μου θέματα (τις «διαστάσεις» της γήινης ζωής και την ύπαρξη ενός μεταθανάτιου «τόπου»), εδώ δεν μπόρεσα να κάνω ουσιαστική επαφή (όσο πανέμορφα και να είναι τα μικρούλια πνεύματα των Warawara που πετούν προς τον «πάνω κόσμο» για ν’ αναγεννηθούν).
Στην τελική, μια ευχάριστη υπενθύμιση της ύπαρξης του σπουδαίου Μιγιαζάκι, ουχί όμως και κάτι ανώτερο στο πλαίσιο της φιλμογραφίας του. Δηλαδή, εάν τούτο εδώ αποκαλείται «αριστούργημα», το «Ταξίδι στη Χώρα των Θαυμάτων» (2001) τι είναι;
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Απευθύνεται κυρίως στους γνώστες του φιλμικού σύμπαντος (και vibe) του Χαγιάο Μιγιαζάκι. Οι μη μυημένοι θα το βρουν απόλυτα χαοτικό. Τουλάχιστον, είχε κινηματογραφική διανομή (γιατί στη χώρα μας αυτό δεν συνέβη σχεδόν ποτέ στο παρελθόν και όσοι αγαπούν το σινεμά του σκηνοθέτη… από το home entertainment το έμαθαν!).
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr