Στη δυστοπική Ιαπωνία το κυβερνητικό πρόγραμμα «Σχέδιο 75» παροτρύνει τους ηλικιωμένους πολίτες να επιλέξουν οικειοθελώς την ευθανασία, ως λύση στο πρόβλημα μιας ολοένα και πιο γερασμένης κοινωνίας. Μια ηλικιωμένη γυναίκα με περιορισμένα μέσα επιβίωσης, ένας πραγματιστής «πωλητής» του Πλάνου 75 και ένας νεαρός εργάτης από τις Φιλιππίνες αντιμετωπίζουν διλήμματα ζωής και θανάτου.
«Στην Ιαπωνία σήμερα, μπορεί να μην εφαρμόζεται το "Πλάνο 75", αλλά όλα όσα δείχνουμε στην ταινία είναι αληθινά, όπως ας πούμε το ότι τόσοι ηλικιωμένοι είναι υποχρεωμένοι να δουλέψουν λόγω της ανασφάλειας που τους προκαλεί το σύστημα συνταξιοδότησης, το ότι δυσκολεύονται να βρουν ένα σπίτι να ζήσουν και ότι νιώθουν στο περιθώριο της κοινωνίας. Εξαιτίας ενός αισθήματος ντροπής διστάζουν να απευθυνθούν στην Πρόνοια και όλη αυτή η πίεση τους κάνει να νιώθουν άχρηστοι, ένα βάρος για την οικογένειά τους, τους φίλους τους και την κοινωνία. Στην ταινία θέλησα να δείξω μια κοινωνία που βάζει σε προτεραιότητα την οικονομία και την παραγωγικότητα έναντι της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ομως το να εξαλείφεις τους "αντιπαραγωγικούς", είναι μια έννοια πολύ κοντά σε αυτή του φασισμού...», μας λέει η σκηνοθέτιδα Τσι Χαγιακάουα για την πρώτη της ταινία, που είναι πραγματικά ένα κομψοτέχνημα φτιαγμένο με χειρουργικό νυστέρι ακριβείας για τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού.
Σπάνια συναντάμε τόσο ολοκληρωμένες πρώτες ταινίες ενός σκηνοθέτη. Θα έλεγε κανείς ότι η δημιουργός της έχει θητεύσει χρόνια στο κοινωνικό σινεμά. Χωρίς να έχουμε να προσθέσουμε περισσότερα για το περιεχόμενό της, αφού η ίδια το περιγράφει εξαιρετικά, τόσο στον λόγο όσο και στην ταινία της, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι τόσο ο σκληρός ρεαλισμός όσο και το συναίσθημα, που δεν εκβιάζεται σε καμία περίπτωση αν και θα μπορούσε, είναι απόλυτα ισοβαρή στο ζύγι. Η ταινία μάς δημιούργησε ερωτήματα, μας έκανε να ψάξουμε πέρα από τα καθιερωμένα. Είναι άραγε «ατομικό δικαίωμα» και «προσωπική επιλογή» του ηλικιωμένου να μας «αδειάζει τη γωνιά»; Τι σημαίνει «ασημένια οικονομία» και «ενεργός γήρανση»; Τι σημαίνει παράταση του εργάσιμου βίου «μέχρι τον τάφο»; Γιατί να έχει ανάγκη ο ηλικιωμένος να δουλεύει; Μήπως γιατί δεν μπορεί να ζήσει με τις αναξιοπρεπείς συντάξεις που κόβονται ολοένα και περισσότερο; Γιατί αυξάνονται συνεχώς τα όρια συνταξιοδότησης; Γιατί το κράτος αποσύρεται από την ευθύνη φροντίδας των ηλικιωμένων και διαλύει τις κοινωνικές δομές, και μαζί ιδιωτικοποιεί και απαξιώνει τη δημόσια Υγεία, περίθαλψη και Πρόνοια; Ποιος κερδίζει από τη διάλυση των δομών, μήπως οι ιδιώτες που δραστηριοποιούνται κερδοφόρα σε αυτούς τους τομείς; Είναι η φροντίδα των ηλικιωμένων δημοσιονομικό κόστος; Ποιος επωμίζεται περισσότερο από όλους στην οικογένεια τα βάρη της φροντίδας των ηλικιωμένων και των ασθενών;
Αυτά και άλλα τόσα μας ήρθαν στο μυαλό, βλέποντας το «Πλάνο 75». Περισσότερο όλων όμως αναρωτηθήκαμε πώς ήταν τα πράγματα για τους ηλικιωμένους στις σοσιαλιστικές χώρες. Τι σημαίνει Υγεία και Πρόνοια ως κοινωνικό αγαθό. Και αναρωτηθήκαμε, εκ νέου, γιατί να θέλει κάποιος να πεθάνει όταν ολόκληρη η οργάνωση της κοινωνίας είναι προσανατολισμένη με βάση τον άνθρωπο και τις ανάγκες του; Οταν έχει δωρεάν στέγη, Υγεία και ολόπλευρη φροντίδα ακόμα και για την κοινωνικοποίησή του; Ρητορικό το ερώτημα. Εμείς παλεύουμε για την κοινωνία που οι ταινίες σαν το «Πλάνο 75» θα ανήκουν στο βάρβαρο παρελθόν...
Παυλίνα Αγαλιανού
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα rizospastis.gr