ΔΕΝΤΡΟ ΜΕ ΤΙΣ ΧΡΥΣΕΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ, ΤΟ - Πάρις Μνηματίδης
Η ρήση περί διαδρομής που έχει μεγαλύτερη σημασία από τον τελικό προορισμό ηχεί σε όλη τη διάρκεια αυτού του φιλόδοξου ντεμπούτου, που μπορεί να μην έχει οριστικές απαντήσεις για το τι τελικά υπερβαίνει την ύπαρξη που βιώνει ο κάθε άνθρωπος (ή να αφήνει το πεδίο ελεύθερο για τις διάφορες μονάδες του κοινού ώστε να λάβουν τα στοιχεία που οι ίδιες επιθυμούν από το σύνολο για να εξάγουν τα ανάλογα συμπεράσματα), αλλά σίγουρα προσφέρει μια γεύση της ισόβιας αναζήτησης για το νόημα των πάντων μέσω μιας μυσταγωγικής, άκρως γοητευτικής ατμόσφαιρας. Όσοι μπορούν να αντέξουν τους αργούς ρυθμούς θα αποζημιωθούν με στιγμές απίστευτης εικαστικής ομορφιάς και με τη γεμάτη αυτοπεποίθηση τεχνική ενός σκηνοθέτη που επιθυμεί να επεκτείνει τη νοοτροπία του σινεμά του Apichatpong Weerasethakul (και ίσως και να το καταφέρει αν συνεχίσει εξίσου καλά). Και ας υφέρπει ακόμη ένας συντηρητισμός σε κάποιες λεπτομέρειες (δύο εξαιρετικά κρίσιμοι μονόλογοι για τη νοηματική εκστομίζονται από δύο ηλικιωμένους που λειτουργούν ως ηθικοί «φάροι»).
Δεν πρόκειται πάντως για κινηματογράφο που απλά θαυμάζει κάποιος αποστασιοποιημένα, μιας και ειδικά στο πρώτο μισό, στις στιγμές που ο Thien προσπαθεί να βρει τρόπους ώστε να εξηγήσει στον ανιψιό του δύσκολες αλήθειες για τη ζωή, εκπέμπεται ένα συναίσθημα με τρόπο αβίαστο, που αγγίζει βαθιά. Στην πορεία καταγράφεται και η τρέχουσα κατάσταση μιας ολόκληρης χώρας, με τραύματα που δεν έχουν επουλωθεί από την εποχή του περίφημου πολέμου και μια κοινωνία που πασχίζει να βρει την ταυτότητά της μέσω πολλαπλών οδών, με ιδιαίτερη έμφαση στη θρησκεία ακόμη και όταν δεν φαίνεται να δίνει πειστικές απαντήσεις, ίσως γιατί η ανάγκη μιας εναλλακτικής θεώρησης να είναι υπερβολικά δυνατή. Και τελικά πόσο δυνατό βγήκε το Βιετνάμ μετά το 1975; Ειδικά από τη στιγμή που αρκετές δεκαετίες μετά φαίνεται να βιώνει το φαινόμενο του brain drain από ΗΠΑ μεριά κυρίως, η πρωτεύουσα συνεχώς ισχυροποιείται αλλά εις βάρος της επαρχίας και η εισροή της Δύσης μέσω του καταναλωτισμού δεν έχει διακοπεί.
Η μεγάλη διάρκεια θα μπορούσε να κατηγορηθεί και ως αυτάρεσκη, ή ακόμη και υπερβολική ανάλογα με τον αριθμό των όσων αρθρώνονται, ειδικά για έναν κινηματογραφιστή που δεν έχει δοκιμαστεί ξανά στη φόρμα μεγάλου μήκους, όμως αν σε κάποιον κάνει «κλικ» το είδος της φιλμικής γλώσσας που αναπτύσσεται εδώ τότε το ταξίδι σίγουρα δεν θα κυλήσει βραδέως. Ειδικά από τη στιγμή που υπάρχουν σεκάνς όπως ένα μονοπλάνο μέσα στην ομίχλη που, με βάση το υψηλής αισθητικής αποτέλεσμα, θα περίμενε κανείς από κάποιον μπαρουτοκαπνισμένο και όχι από ένα «νεούδι». Το πώς συγχέονται ακόμη και μέσα στην ίδια λήψη όνειρο και πραγματικότητα, ρεαλισμός και φαντασία, αποδεικνύει ότι ο Thien An Pham έχει μελετήσει διεξοδικά τον τρόπο του Αγγελόπουλου. Ξεχωριστή αναφορά αξίζει η εξαιρετικά λεπτομερής δουλειά που έχει γίνει στον ήχο, με τη σύγκρουση ανάμεσα σε θορύβους της φύσης και της πόλης να λειτουργεί και ως ένα έμμεσο σχόλιο για τον σημερινό πολίτη του Βιετνάμ, που σύμφωνα με όσα διατυπώνονται άμεσα αλλά και πιο «υπόγεια» ακόμη βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ αστικοποίησης και υπαίθρου.
Όσο τα μέσα αλλάζουν και οι χρόνοι της προσοχής δυστυχώς μικραίνουν, το βραδυφλεγές σινεμά μοιάζει καταδικασμένο να φθίνει σε δημοφιλία και απήχηση, όσο όμως κάποιοι δημιουργοί επιμένουν κι επενδύουν στη φόρμα και την ουσία για να προσελκύσουν πιστούς με περιέργεια και να τους κρατήσουν τότε σίγουρα η όλη κατάσταση φαντάζει λιγότερο δυσοίωνη. Ο χρόνος θα δείξει αν ο Thien An Pham θα είναι ένα όνομα που θα απολαύσει λαμπρό μέλλον στον δρόμο που επέλεξε να διαβεί, το σίγουρο όμως είναι πως το «Δέντρο με τις Χρυσές Πεταλούδες» θα στέκεται για πάντα ως ένα ξεκίνημα πολλά υποσχόμενο, που φανερώνει ένα χαρισματικό καλλιτεχνικό αισθητήριο για τον άνθρωπο που στέκεται πίσω από την κάμερα. Με την ελπίδα λοιπόν περιπτώσεις σαν του συγκεκριμένου φιλμ να μη σπανίζουν τόσο…
Πάρις Μνηματίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr