Μενού

ΧΩΡΙΚΟΙ, ΟΙ - Κουταλάς Ανδρέας

2141 10

Έξι χρόνια μετά το πρωτοποριακό τους ντεμπούτο μεγάλου μήκους Loving Vincent, οι Πολωνοί σκηνοθέτες Ντορότα Κομπιέλα και Χιού Βέλχμαν επιστρέφουν με τη δεύτερη ταινία τους, The Peasants, που βασίζεται στο βραβευμένο με Νόμπελ μυθιστόρημα του Βλάντισλαβ Ρέιμοντ.

Η ταινία διαδραματίζεται στη διάρκεια ενός ολόκληρου χρόνου, χωρισμένο σ’ εποχές κι η ιστορία επικεντρώνεται σε τρεις χαρακτήρες, την όμορφη επαρχιώτισσα Τζάγκνα, τον μεσήλικα χήρο Μπορίνα και τον νεαρό γιό του Αντεκ. Η αθώα Τζάνγκα αναγκάζεται να παντρευτεί τον πολύ μεγαλύτερο της πλούσιο κτηνοτρόφο, σύντομα όμως θα γίνει αντικείμενο ζήλιας και έχθρας από τους υπόλοιπους χωρικούς. Ωστόσο εκείνη είναι ερωτευμένη με τον όμορφο γιό. Η ταινία δημιουργεί ένα απομονωμένο και στη συνέχεια ασφυκτικό περιβάλλον στο οποίο οι άντρες εργάζονται και οι γυναίκες μεγαλώνουν τα παιδιά και συντηρούν το σπίτι.

Καθώς η ιστορία διαδραματίζεται στις αρχές του 20 ου αιώνα, οι παλιομοδίτικες αξίες μεταξύ της στενής κοινότητας φέρνουν αμέσως τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση. Αυτό είναι ακόμη χειρότερο στην περίπτωση της Τζάνγκα, καθώς είναι ένα μόνιμο αντικείμενο κουτσομπολιού. Επιπλέον το ενδιαφέρον της για τον Αντεκ δεν είναι και τόσο διακριτικό, θαυμάζοντας τον ανοικτά ακόμα και όταν είναι με την σύζυγό του, κάτι που προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Μπορίνα, ένα άτομο με μεγάλη επιρροή στο χωριό, δεν πρόσεξε καν το αμοιβαίο ενδιαφέρον πριν στην ουσία την ’’αγοράσει’’ ως νύφη.

Οι σκηνοθέτες δεν μειώνουν καθόλου το αίσθημα δυσφορίας που δημιουργείται με τη συμπεριφορά του χωριού προς τις γυναίκες, καθώς αυτό το ερωτικό τρίγωνο γίνεται όλο και πιο περίπλοκο λόγω του οικογενειακού δράματος και των καταπιεσμένων συναισθημάτων. Όλο αυτό το διάστημα, η Τζάνγκα είναι διαρκώς στο προσκήνιο επειδή είναι σύζυγος του κορυφαίου αγρότη, ενώ η έντονη ζήλια του Αντεκ απειλεί την αξιοπρέπεια της.

Το κινούμενο σχέδιο στην ταινία αντιμετωπίζεται ως ένα εργαλείο ερμηνείας που παρά την ομορφιά του δεν καταφέρνει να αναδειχθεί. Το ακατέργαστο και λεπτομερές στυλ κινουμένων σχεδίων διαμορφώνει ένα απίστευτα γραφικό χαρακτηριστικό, αλλά υπάρχουν φορές που δεν ταιριάζει με μια τόσο περίπλοκη αφήγηση. Η ουδέτερη παστέλ παλέτα που χρησιμοποιείται παρέχει ένα γήινο τόνο, αξιοποιεί όμως ελάχιστα τις δημιουργικές ευκαιρίες σε καμβά με τις οποίες θα έπρεπε να παίξει. Ωστόσο μια υπέροχη παρτιτούρα συνδυάζεται αρμονικά με την παλιομοδίτικη μουσική που τραγουδιέται μέσα στην ίδια την κοινότητα για να προσφέρει μια φανταστική αίσθηση του χρόνου και του τόπου. Όπως ένας πίνακας τοπίων, η ταινία απαθανατίζει μια πολύ συγκεκριμένη στιγμή στον χρόνο, γεμάτη ιστορικές πινελιές.

Ανδρέας Κουταλάς
Το  κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα popitandmovieon.gr

Smart Search Module