ΦΟΝΙΣΣΑ - Γιάννης Γκακίδης
Λέγανε στην Ήπειρο: «τα παιδιά (αγόρια) είναι χέρια και τα κορίτσια στόματα». Η ιστορία της «Φόνισσας» του Παπαδιαμάντη είναι γνωστή ήδη από το 1903, όταν δημοσιεύτηκε το γνωστό διήγημα σε σειρές στην εφημερίδα «Παναθήναια». Η Εύα Νάθενα έφτιαξε μια ταινία βασισμένη σε ένα δυνατό μύθο. Έναν μύθο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο για το παρελθόν, αλλά και για το παρόν. Η Χαδούλα γηραιά πια, μέσα στην παραζάλη του θολωμένου της μυαλού χρίζεται αυτόκλητος «άγγελος» απελευθερωτής των κοριτσιών. Για το ταραγμένο μυαλό της τα θήλεα πλάσματα του ανθρώπινου κόσμου διάγουν μια τυραννική ζωή, είτε ως τέκνα, είτε ως σύζυγοι, είτε ως μητέρες. Επανερχόμενος στην ηπειρώτικη κρίση, υπενθυμίζω, πως ο ερχομός ενός κοριτσιού στον κόσμο, θεωρείται βάρος εκ προοιμίου βάρος στην οικογένεια. Η ίδια η Χαδούλα ή Φραγκογιαννού έχει βιώσει σε όλη τη διαδρομή και σε όλους του ρόλους με πόνο, θλίψη και οδύνη, τη ζωή του θήλεος.
Είναι πεπεισμένη πως η ζωή ενός θήλεος είναι μαρτυρική και επομένως ο θάνατος και δη πρόωρα είναι απελευθερωτικός. Σήμερα βέβαια στον αναπτυγμένο κόσμο μιλάμε για απελευθερωτικό θάνατο σε περιπτώσεις ανιάτων ασθενειών. Το ανθρώπινο είδος έχει κάνει μεγάλη διαδρομή πάνω στον πλανήτη γη. Η σχέση αρσενικού-θηλυκού πάντα είχε προβλήματα, ακόμη και σήμερα και παρά την αναμφισβήτητη εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης, προβλήματα υφίστανται. Βλέπουμε τα περιστατικά άσκησης βίας πάνω στην γυναίκα, όλο και πιο συχνά έρχονται στη δημοσιότητα. Και ενώ ακόμη δεν έχουμε καταφέρει να βρούμε την επιθυμητή ισορροπία, ανάμεσα στα δύο φύλα, έρχεται στη δημοσιότητα το τρίτο φύλο. Μήπως άραγε για τους πικραμένους εν είδη παρηγοριάς; Αυτό ως παρένθεση. Το ρεζουμέ της ιστορίας είναι πως, ναι μεν η ζωή είναι ωραία στα διαλείμματά της, αφού στο μεγαλύτερο διάστημα ο άνθρωπος κατατρύχεται από αγωνίες, φόβους και βάσανα.
Αλλά είναι ανεπίτρεπτο να γίνεται αβάσταχτη, δίνοντας στον θάνατο την ευκαιρία να φαίνεται απελευθερωτικός. Και μπορεί η ζωή των γυναικών, τουλάχιστον στον δικό μας κόσμο, να μην έχει σχέση με αυτόν της Φραγκογιαννούς και της εποχής της, ωστόσο έχει ανάγκη βελτίωσης. Η πατριαρχική οικογένεια εκείνης της εποχής πέραν της όποιας προβληματικής ιδεολογίας της, είχε και επιστημονική άγνοια, αφού θεωρούσε την γυναίκα, υπεύθυνη για το φύλο του παιδιού. Η Νάθενα κατάφερε να φτιάξει πειστικά μιαν αποπνιχτική ατμόσφαιρα, μέσα από ένα τοπίο σκληρό, πέτρινο και με χρώματα μουντά χωρίς την παρουσία του αγαλλιαστικού ηλιακού φωτός. Με σύννεφα, βαριά, επικρεμάμενα, απειλητικά που, όμως ποτέ δεν ξεσπούν σε καθαρκτική βροχή. Εδώ οφείλω να επισημάνω την απόκλιση από το τοπίο και την ατμόσφαιρα του διηγήματος του Παπαδιαμάντη, αφού το τοπίο θυμίζει βόρεια Ευρώπη με γκόθικ χρώματα και ατμόσφαιρα.
Παρά το τέλος της Φραγκογιαννούς, η οποία προσφέρει τον «απελευθερωτικό θάνατο» στους άλλους, αλλά αρνείται τον ιδικό της προσπαθώντας να διαφύγει των χωροφυλάκων, οι εκκρεμότητες παραμένουν. Η επιλογή της αυτοχειρίας από μέρους της σκηνοθέτιδας δεν έχει την καταλυτική λειτουργία της κάθαρσης και της λύτρωσης. Όχι τόσο για τους ήρωες, όσο για τους θεατές οι οποίοι, οφείλουν να συζητήσουν και να αναζητήσουν το καλύτερο μέσα από την σκληρή πραγματικότητα. Εξαιρετική η φωτογραφία του Παναγιώτη Βασιλάκη και όπως και οι ερμηνείες των ηθοποιών προεξάρχουσας της Καριοφυλλιάς Καραμπέτη.
Γιάννης Γκακίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kemes.wordpress