Το ντοκιμαντέρ της Λάουρα Πόιτρας (Χρυσό Λιοντάρι στο φεστιβάλ Βενετίας 2022 και υποψήφιο στα φετινά Όσκαρ) αρχίζει με μια εντυπωσιακή, πρωτότυπη διαδήλωση στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, από την ομάδα ακτιβίστριων γυναικών του P.A.I.N., οργάνωσης που ιδρύθηκε για να ξεμπροστιάσει μουσεία και Οργανισμούς, που δέχονταν και διαφήμιζαν τα «λεφτά αίματος» που τους πρόσφερε η δισεκατομμυριούχος οικογένεια Σάκλερ.
Η ταινία καταγράφει τη ζωή της Ναν Γκόλντουιν, όταν από νεαρή ηλικία, στη δεκαετία του ’70, κατάφερε με κόπο και δυσκολίες να γίνει διάσημη φωτογράφος με σημαντικές, πρωτότυπες εκθέσεις (χορεύει σε στριπτίζ μπαρ για να βγάζει τα χρήματα για την αγορά του φιλμ για τη φωτογραφική της κάμερα, ενώ, αργότερα, εργάζεται και σε νυχτερινό μπαρ που βοηθά πόρνες να γλιτώσουν από το επάγγελμά τους και να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους).
H Πόιτρας χρησιμοποιεί σκηνές από τις εκθέσεις της Γκόλντουιν, συνεντεύξεις, μαζί και ορισμένες πολύ προσωπικές, με πρόσωπα που γνώρισε και με τα οποία συνεργάστηκε στον ακτιβίστικο οργανισμό, αναφορές (συχνά συγκινητικές) για τη σχέση της με την ψυχολογικά άρρωστη αδερφή της που τελικά αυτοκτόνησε, φωτογραφίες και σκηνές από ντοκιμαντέρ γύρω από τον αγώνα ενάντια στην οικογένεια Σάκλερ (με πρόσωπα που έχασαν δικούς τους εξαιτίας της κρίσης υπερδοσολογίας του θανατηφόρου φαρμάκου τους), καθώς και τις διαδηλώσεις των γυναικών και σε άλλα μουσεία (μαζί και το Γκούγκενχαϊμ).
Αγώνα που, παρόλο που από οικονομικής πλευράς οι ακτιβίστριες πέτυχαν μέρος του στόχου τους (το δικαστήριο καταδίκασε την οικογένεια σε αποζημίωση 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το Μητροπολιτικό Μουσείο, και στη συνέχεια και άλλα, απέσυραν το όνομα των Σάκλερ από υποστηρικτές), τελικά τα μέλη της οικογένειας Σάκλερ κατάφεραν με το χρήμα και τις σχέσεις τους με ισχυρά πρόσωπα, να αποφύγουν την καταδίκη και φυλάκισή τους.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr