Μενού

HUNGER GAMES: Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΑΗΔΟΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΙΔΙΩΝ - Ηλίας Φραγκούλης

1818 2

Πολύ πριν αναλάβει χρέη Προέδρου στο Πάνεμ, ο 18χρονος Κοριολέινους Σνόου καλείται να γίνει ο μέντορας μιας παίκτριας που προέρχεται από την Περιοχή 12, για λογαριασμό των δέκατων και καθοριστικών για την ύπαρξή τους στο μέλλον «Αγώνων Πείνας».

Με τέσσερις προηγούμενους τίτλους ήδη (τα «Αγώνες Πείνας»«Φωτιά»«Επανάσταση – Μέρος Ι» και «Επανάσταση – Μέρος ΙΙ»), το κινηματογραφικό franchise του «The Hunger Games» ήταν ένα από τα πιο αξιόλογα, επιτυχημένα και κριτικά αποδεκτά των τελευταίων ετών. Μοιραία, η ύπαρξη ενός βιβλίου – prequel τούτης της σειράς, δια χειρός της Σουζάν Κόλινς πάντα, θα οδηγούσε και σε μία φιλμική συνέχεια, η οποία υποδηλώνει τον προφανή σχεδιασμό (ή φιλοδοξίες, σίγουρα) για ακόμη μία τριλογία. Που εστιάζει στο πρόσωπο του Κοριολέινους Σνόου, από την αθώα εφηβεία της ανέχειας και την αρχική του σύνδεση με το ομώνυμο reality game, μέχρι τη «μεταμόρφωσή» του σε τυραννικό ηγέτη του Πάνεμ (όπως τον γνωρίσαμε με το πρόσωπο του Ντόναλντ Σάδερλαντ, το 2012). Εδώ, λοιπόν, έχουμε το εισαγωγικό κεφάλαιο. Το οποίο δεν υστερεί του παρελθόντος τούτης της σειράς ταινιών, παρά τις κάποιες αδυναμίες ως προς την αναζήτηση ενός εντυπωσιακού και δελεαστικού φινάλε.

Η αρχική σεκάνς μαρτυρά την κοινωνική αγριότητα της φανταστικής, δυστοπικής περιόδου δράσης του έργου. Η πείνα είναι γεγονός. Δυο ανήλικα αδέλφια, ο Κοριολέινους και η Τάιγκρις, περπατούν μόνα στη νυχτερινή, μεταπολεμική Κάπιτολ και γίνονται μάρτυρες μιας φρικτής εικόνας. Ένας πολίτης αποσπά ένα κομμάτι ανθρώπινου κρέατος από ένα πτώμα που κείτεται στον δρόμο. Η απόγνωση έχει οδηγήσει τον πολιτισμό μέχρι τον κανιβαλισμό. Μερικά χρόνια αργότερα, τα δύο αδέλφια έχουν μεγαλώσει και κρύβουν επιμελώς τα προβλήματα διαβίωσής τους, παρουσιάζοντας μια επίπλαστη εικόνα ευημερίας, με μοναδική τους ελπίδα μια τιμητική διάκριση για τον Κοριολέινους, το έπαθλο της οποίας θα τους εξασφαλίσει τροφή και την διατήρηση της στέγης τους. Ο Ντιν Κάσκα Χαϊμπότομ (εμπνευστής των «Αγώνων Πείνας»), όμως, θα τους αλλάξει τα σχέδια…

Σε μία απόπειρα να ενδυναμώσουν το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού για το reality game που φθίνει διαρκώς σε απήχηση, ο Χαϊμπότον επιλέγει γόνους γνωστών κι ευκατάστατων οικογενειών για να γίνουν οι μέντορες των παικτών των επόμενων «Αγώνων», οι οποίοι θα καθορίσουν το αν αξίζει να έχουν συνέχεια, με την υπόσχεση χορήγησης ενός χρηματικού ποσού για τον πρώτο και την ελευθερία του δεύτερου. Ο Κοριολέινους αναλαμβάνει την Περιοχή 12, με εκπρόσωπο τη νεαρή Λούσι Γκρέι, ένα ανυπότακτο γοητευτικό αγρίμι με ονειρεμένη φωνή. Επιχειρώντας να κερδίσει την εμπιστοσύνη της, ώστε να «σκηνοθετήσει» καλύτερα την πορεία της στο παιχνίδι, ο Κοριολέινους φέρνει ανατρεπτικές ιδέες οι οποίες θα υιοθετηθούν από τους διοργανωτές των «Αγώνων», ενίοτε καταπατώντας (με υψηλό ρίσκο) κανόνες που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και των δυο τους.

Το φιλμ χωρίζεται σε τρία ξεχωριστά κεφάλαια που ανεβάζουν ή κατεβάζουν τους τόνους της αφήγησης, ανάλογα με τον όγκο πληροφορίας που πρέπει να καταναλώσει ο θεατής. Προφανώς, δεν μιλάμε για μια αδιάκοπη δράση με φονικές καταδιώξεις των παικτών, καθώς το παιχνίδι (σε εκείνη την περίοδο) πραγματοποιείται εντός μιας ελεγχόμενης αρένας που εξυπηρετεί καλύτερα την τηλεσκηνοθεσία. Το συγκριμένο κεφάλαιο διαθέτει αρκετό σασπένς, όμως, η «Μπαλάντα των Αηδονιών και των Φιδιών» πρέπει να ιδωθεί πρωτίστως ως ένα origin έργο, που εκτός από την ανάλυση του παρελθόντος του Κοριολέινους, βάζει και «φιτιλιές» για το ενδεχόμενο οικογενειακής του συγγένειας με την ηρωίδα της Κάτνις (από τους πρώτους φιλμικούς «Αγώνες Πείνας»).

Ατυχώς, υπάρχει μία αντίφαση σε σχέση με το περιεχόμενο της ταινίας. Το rating της είναι PG-13 (όπως και σε όλα τα υπόλοιπα κινηματογραφικά «Hunger Games»), τουτέστιν… (ακόμη πιο) αναίμακτη βία! Όσο σκληρή κι αν είναι στην πρακτική των «Αγώνων». Το φιλμ είναι κατασκευασμένο για να καταναλωθεί από τη νεολαία. Εδώ, όμως, εντοπίζεται και το μέγα θετικό πρόσημο τούτης της «Μπαλάντας»: για χολιγουντιανή ταινία μαζικής ψυχαγωγίας, το περιεχόμενο και τα μηνύματά του είναι ουσιαστικά και ουχί ανέμελα ή «χαζοχαρούμενα»… multiplex-άδικα. Το σενάριο της ταινίας περιέχει συμβολισμούς ηθικής, αμοραλισμού, ταξικής συνείδησης, πράγματα με τα οποία μπορεί να ταυτιστεί ένας σημερινός έφηβος (κυρίως) και να σκεφτεί σε ποια πλευρά της ζωής ταιριάζει καλύτερα. Του κυνηγού ή του κυνηγημένου; Και με τι ψυχικό αντίτιμο στην τελική. Αυτό το δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης της δουλειάς του Φράνσις Λόρενς (σταθερά ο σκηνοθέτης του franchise) είναι που επιτρέπει σε τούτο το prequel να επιδεικνύει με σπάνιο θάρρος τη θέση που του αξίζει στα κινηματογραφικά πράγματα. Είμαι και πολύ περίεργος και αισιόδοξος για τη συνέχεια.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το prequel των «Αγώνων Πείνας» μας προετοιμάζει για μια θεαματική μεταστροφή του χαρακτήρα του Κοριολέινους Σνόου, μ’ έναν παρόμοιο τρόπο που στο παρελθόν είχαμε παρακολουθήσει τη στροφή του Νταρθ Βέιντερ προς τη Δύναμη του Κακού! Το τρίτο από τα κεφάλαια της ταινίας διαθέτει μερικές αστοχίες ή βιαστικές «ανατροπές», αλλά αφήνει υποσχέσεις για ένα πιο ζουμερό σε περιεχόμενο και δράση sequel. Must see για εφηβικό και άνω κοινό, καθώς και για τους θεατές που (δικαίως) ακολούθησαν με αγάπη τα προηγούμενα τέσσερα φιλμ της σειράς. Υπάρχουν ιδέες που εξηγούν πολλά για τα μελλούμενα της ιστορίας, το περιβάλλον των «Αγώνων» εδώ είναι εντελώς διαφορετικό και βγάζει μια ανελέητη απανθρωπιά που σχολιάζει τολμηρά την (όποια) κοινωνία, η οποία υποκλίνεται ανθρωποφαγικά στο θέαμα. Διόλου μακριά από το σήμερα της διαρκώς αυξανόμενης… πείνας.

Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module