Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου στην πετρελαιοφόρα επαρχία Όσεϊτζ στην Οκλαχόμα, που ανήκει στους ομώνυμους ιθαγενείς, μέλη της φυλής βρίσκονται άγρια δολοφονημένα κατά συρροή, ώσπου μετά από καταγγελίες του πληθυσμού το FBI αποφασίζει να ερευνήσει το ζήτημα.
Ιστορικό δράμα βασισμένο στο βιβλίο του δημοσιογράφου Ντέιβιντ Γκραν «Killers of the Flower Moon: The Osage Murders and the Birth of the FBI», που κυκλοφόρησε το 2017 και στο οποίο εκθέτει την έρευνά του σχετικά με τις δολοφονίες ιθαγενών της φυλής Όσεϊτζ τη δεκαετία του 1920, από έναν λευκό μεγαλοκτηνοτρόφο που εποφθαλμιούσε τα πετρελαϊκά κοιτάσματα στα εδάφη τους.
Δεδομένου ότι πρόκειται για μια ταινία φτιαγμένη από έναν δημιουργό που δεν ανήκει στην πολιτισμική ομάδα με την οποία ασχολείται (και με όλες τις -έστω κι ακούσιες- παγίδες στην οπτική της αφήγησης που κρύβει αυτή η συνθήκη), το αποτέλεσμα είναι μια επική αναθεωρητική απολογία εκ μέρους των λευκών προς τους αυτόχθονες αμερικανούς, απολύτως θεμιτή κι απαραίτητη στους δικαίως πιο ευαίσθητους καιρούς που ζούμε.
Χωρίς ν’ αμφισβητείται η ανάγκη κι η χρησιμότητα της επικής κλίμακας στον κινηματογράφο (αν όχι εδώ, πού άλλωστε;), δεν πείσθηκα ακριβώς ότι η συγκεκριμένη ιστορία δε θα μπορούσε να είναι -έστω ελάχιστα- χρονικά πιο οικονομημένη από τις τρεισήμισι ώρες της διάρκειάς της. Ως έχει, ευτυχώς τουλάχιστον διατηρεί στο μεγαλύτερο μέρος της σταθερό ρυθμό κι ισχυρές ερμηνείες που εγκλωβίζουν στο σύμπαν της αφήγησης, μαεστρικά επιμελημένο από τον σχεδιασμό παραγωγής του Τζακ Φισκ και τη φωτογραφία του Ροντρίγκο Πριέτο, κλιμακώνοντας συνεχώς ένα έγκλημα, που αποτελεί μέρος μιας αποσιωπημένης γενοκτονίας.
Νίκος Τσαγκαράκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα patris.gr