ΣΥΝΟΨΗ: Τσινετσιτά: Ο Αμερικανός παραγωγός Τζέρεμι Πρόκος έχει προσλάβει τον θρυλικό σκηνοθέτη Φριτς Λανγκ προκειμένου να μεταφέρει στον κινηματογράφο την Οδύσσεια του Ομήρου. Δυσαρεστημένος με την σκηνοθετική του προσέγγιση, προσλαμβάνει τον νουάρ συγγραφέα Πωλ Ζαβάλ, για να επεξεργαστεί το σενάριο. Η σύγκρουση μεταξύ καλλιτεχνικής έκφρασης και χρήματος ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με την αποξένωση του Πωλ από τη σύζυγο του, την εκθαμβωτική Καμίλ, που ξεκινά από τη στιγμή που ο Πωλ την αφήνει μόνη με τον εκατομμυριούχο παραγωγό να τη φλερτάρει.
Μόλις στα 33 του, το τρομερό παιδί της Νουβέλ Βαγκ αναλαμβάνει να υλοποιήσει την ιδέα ενός μεγαλοπρεπούς σινεμασκόπ ρομάντζου με φόντο τον κόσμο του κινηματογράφου και ειδικότερα του Χόλιγουντ της κρίσης του 50. Με το περισσό θράσος που πάντα τον διέκρινε ο μεγαλοφυής αλλά και μεγαλομανής Γκοντάρ ολοκληρώνει ένα, ήδη για την εποχή του μεταμοντέρνο, πλήρως αποστασιοποιημένο αφηγηματικά κινηματογραφικό έπος για το τέλος μιας σχέσης, τις δομές της κινηματογραφικής βιομηχανίας αλλά και τα όρια των δυνατοτήτων μιας τέχνης όπως το σινεμά. Ένα μεγαλοπρεπές ρομάντζο βασισμένο σε μια νουβέλα του Μοράβια (που της άλλαξε τα φώτα), με μόνο ρομαντικό στοιχείο το αξέχαστο λυρικό σκορ του Ζορζ Ντελερί. Με χαρακτήρες συμβολικούς, τραβηγμένους στα άκρα όπως ο χυδαίος αλλά και πραγματιστής Αμερικανός παραγωγός, με μια ημίωρη διαλογική σεκάνς ανθολογίας που κτίζει το γκρέμισμα μιας σχέσης και με εντυπωσιακές λήψεις στη Βίλα Μαλαπάρτε στο φωτογενές Κάπρι, η Περιφρόνηση συγκαταλέγεται στις πιο προσβάσιμες δημιουργίες του Πάπα της Νουβέλ Βαγκ.
Μια ταινία που ξεκινάει αισθησιακά με το γυμνό κορμί της πρωταγωνίστριας Καμίλ-Μπριζίτ Μπαρντό σε πρώτο πλάνο να δέχεται τη θωπεία του βλέμματος του συζύγου της Πωλ-Μισέλ Πικολί, για να καταλήξει σε πλήρη καταδίκη τόσο των μηχανισμών της κινηματογραφικής βιομηχανίας όσο και της περίπλοκης σχέσης ανάμεσα στον κυρίαρχο άνδρα και την γυναίκα-αντικείμενο του πόθου, μια σχέση άνιση που οδηγεί μοιραία στην απόλυτη Περιφρόνηση του τίτλου.
Μια ταινία που θα άξιζε μια ακόμη ταινία για να αφηγηθεί τη δημιουργία της αφού είναι γνωστά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε εκείνη την εποχή ο γάμος του σκηνοθέτη με την Άννα Καρίνα (για την οποία προοριζόταν αρχικά ο ρόλος της Καμίλ).
Μια ταινία οπτικής τελειότητας που άφησε εποχή παρά την αφηγηματική ψυχρότητά της που ακόμη και σήμερα αποτρέπει τη συναισθηματική εμπλοκή του θεατή. Τελικά μια ταινία-μύθος, όχι το αριστούργημα του 1963 (η θέση είναι κατειλημμένη από την Ντόλτσε Βίτα του Φελίνι) αλλά μια από τις σημαντικότερες του αείμνηστου πλέον Ελβετού σκηνοθέτη, ενός μεγαλοφυούς κινηματογραφικού δημιουργού που εξήντα χρόνια μετά το ντεμπούτο της δημιουργεί ακόμη αντιθέσεις και διαφωνίες. Τελικά, μια ταινία που αγαπήθηκε, μισήθηκε, επηρέασε όσο λίγες την εξέλιξη της αισθητικής του κινηματογράφου και απαιτεί πάντοτε μεγάλη οθόνη για να λειτουργήσει όπως της αξίζει.
Τάσος Ντερτιλής
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα grandmagazine.gr