Μενού

ΟΠΕΝΧΑΪΜΕΡ - Γιάννης Γκροσδάνης

1824 1

Οπενχάϊμερ: Ο αινιγματικός καταστροφέας του Κρίστοφερ Νόλαν
Ένα έργο που προκαλεί σκέψη, αφήνοντας το κοινό να αναρωτηθεί για τον ρόλο που παίζουμε στον κόσμο και τις συνέπειες των πράξεων μας. 

Κάθε νέα ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν αποτελεί ένα τεράστιο κινηματογραφικό γεγονός, που οδηγεί σε τεράστια επιτυχία στο box office. Ο Οπενχαϊμερ είναι μια δυνατή βιογραφία που ρίχνει φως στο σκοτεινό παρελθόν και στον αντιφατικό χαρακτήρα ενός από τους πιο εμβληματικούς επιστήμονες του 20ου αιώνα, του Ρόμπερτ Όπενχαϊμερ. 

Χωρισμένη η ταινία σε δύο μέρη, ένα ασπρόμαυρο (αυτό που σεναριακά αποκαλεί Σύντηξη, περιγράφοντας την τεράστια παραγωγή θερμότητας θερμικής ενέργειας από τη συγχώνευση δύο ή περισσότερων ατόμων) στο οποίο μας δίνει τις συνεδρίες της Αμερικάνικης Γερουσίας που θέλει να εγκρίνει την υποψηφιότητα του αυτοδημιούργητου πολιτευτή Λούις Στρος (η νέμεση του Οπενχαϊμερ) σε θέση υπουργού στην κυβέρνηση του προέδρου Αϊζενχάουερ και το δεύτερο σε έγχρωμο φόντο (που το ονομάζει ως Σχάση από τη διάσπαση ενός ασταθούς πυρήνα σε περισσότερα τμήματα) και αποκαλύπτει εκεί την εκρηκτική ιστορία του επιστήμονα Ρόμπερτ Οπενχαϊμερ αλλά και την έρευνα της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας, μέσα στο μακαρθικό και αντικουμουνιστικής υστερίας κλίμα της εποχής, εις βάρος του επιστήμονα και ανθρώπου Οπενχαϊμερ.

Αυτοί οι δύο άξονες (τρεις στην πραγματικότητα καθώς η ιστορία του επιστήμονα Οπενχαϊμερ χωρίζεται στην ζωή, το έργο και την προετοιμασία και την κατασκεύη της πυρηνικής βόμβας και σε αυτό της ακρόασης του στην επιτροπή Ατομικής Ενέργειας που εξετάζει όλα τα προηγούμενα) που μπερδεύονται χρονικά με το μοντάζ που μας πηγαίνει συνεχώς μπρος-πίσω, ανακατεύονται τόσο έξυπνα κάνοντας την έννοια του χρόνου και του τόπου πολύ σχετικές (σαν πείραμα φυσικής).   Τρεις θορυβώδεις ώρες κρατάει η ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν. Δεν αποφεύγει να αντιμετωπίσει τις δυσάρεστες πτυχές του έργου του Όπενχαϊμερ, καθώς η ανακάλυψη της πυρηνικής ενέργειας οδήγησε τελικά όχι μόνο στο (επιθυμητό) τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπέρ των Αμερικανών αλλά και στη δημιουργία ενός καταστροφικού όπλου που άλλαξε έκτοτε τη ροή της ιστορίας. Ωστόσο όποιος περιμένει εδώ παρά την αρκετά πειστική και αληθοφανή σύμφωνα με την επίσημη ιστορία ένα ντοκιμαντέρ ιστορικών γνώσεων μάλλον κάνει λάθος.

Έχει φυσικά τον τρόπο του να μιλάει για την σημασία και την αβεβαιότητα του πειραματισμού αλλά και την διάσταση της ηθικής στο χώρο της επιστήμης, την φιλοπατρία, τον κυνισμό και την ακρότητα της πολιτικής που διαιρεί και διαχωρίζει τους ανθρώπους και που ίσως ελάχιστα διαφέρει σήμερα από αυτόν του 1945 (βέβαια ο διπολικός κόσμος του 1945 έχει εξελιχθεί σήμερα σε έναν πολυπολικό κόσμο με αρκετές χώρες να κατέχουν πλέον την γνώση, την ισχύ και την δυνατότητα χρήσης μιας ατομικής βόμβας). Όμως είναι σημαντική η διευκρίνηση ότι η ταινία δεν αφορά τον βομβαρδισμό του Ναγκασάκι και της Χιροσίμα. Και ο Νόλαν δεν αποθεώνει, ούτε αποδοκιμάζει τον ήρωα του. Τον ενδιαφέρει όμως να μας φανερώσει το πόσο τρωτός είναι ως άνθρωπος. Μας δείχνει τις αντιφάσεις του, τον αινιγματικό και φιλόδοξο χαρακτήρα του αλλά και τους ηθικούς προβληματισμούς του καθώς αναζητούσε τη νέμεση και μια έμμεση λύτρωση αποδεχόμενος αυτή την παράδοξη και ιδιαίτερη αποδοκιμασία από την πατρίδα του. Η ταινία είναι κατασκευασμένη με τρόπο που επιτρέπει στο κοινό της να κατανοήσει, σε πνευματικό επίπεδο, τη βαθιά δύναμη και το χάος που οδήγησαν τον κεντρικό της χαρακτήρα να δει τον εαυτό του ως τον «Θάνατο, καταστροφέα κόσμων» της ινδουιστικής γραφής. Δεν είμαι προσωπικά σίγουρος, ωστόσο, ότι τρυπώνει βαθύτερα από αυτό – σε αυτόν τον βαθύ, συναισθηματικό χώρο που μπορεί να είναι συντριπτικός και δύσκολος να εκφραστεί.

Σε μια ιστορία που εκτείνεται σε τρεις διαφορετικές εποχές ο Νόλαν πραγματικά αξιοποιεί ένα αστεράτο καστ με υπέροχες ερμηνείες που περιλαμβάνει ηθοποιούς όπως οι Ματ Ντεϊμον, Ρομπερτ Ντάουνι Τζ., Τζος Χάρτνετ, Κεϊσι Άφλεκ, Ράμι Μάλεκ, Μπένι Σάφντι ενώ δεν λείπουν και οι γυναίκες όπως η Φλόρενς Πιου και η Έμιλι Μπλαντ (λίγο πιο μονοδιάστατες μικρότερης έκτασης ομολογουμένως σεναριακά από τους αντρικούς χαρακτήρες αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσες καθώς ο Νόλαν ξεδιπλώνει επιτέλους σε μια ταινία του πέρα από την ρομαντική αγάπη και την δέσμευση – θέματα που έχουμε δει και στο παρελθόν της φιλμογραφίας του – και την πτυχή της σαρκικής επιθυμίας και του σεξ δημιουργώντας μάλιστα με την Φλορενς Πιου μια έξοχη ερωτική σεκάνς κατά την δικαστική ακρόαση του επιστήμονα). Σε αυτό το πραγματικά απολαυστικό καστ – που χωρίς αμφιβολία αξίζουν ειδικής αναφοράς ο Ματ Ντεϊμον αλλά και ο Ντάουνι Τζ. (που είναι ο «πρωταγωνιστής» της μιας από τις δύο ιστορίες) οπωσδήποτε ξεχωρίζει ο πρωταγωνιστής Σίλιαν Μέρφι που χτίζει με εξαιρετικό εγκεφαλικό τρόπο ερμηνευτικά τον αινιγματικό, φιλόδοξο και πνευματώδη Οπενχαίμερ.

Πέρα όμως από αυτά τα στοιχεία εδώ υπάρχει και η γνωστή, αναγνωρίσιμη μανιέρα του δημιουργού Νόλαν: Όπως συμβαίνει σε κάθε ταινία του (ειδικά από το Dark Knight και μετά) έτσι και στον Οπενχαϊμερ δεν αρκείται να πει με απλά λόγια την ιστορία του. Αντιθέτως αγχώνεται να στήσει αυτό το σύνθετο και αινιγματικό σύμπαν και θέλει εκεί μέσα να τα πει όλα. Το φορτώνει μάλιστα αφηγηματικά όσο πιο πολύ μπορεί με φλύαρα στολίδια θέλοντας να το στήσει όσο πιο επιδέξια. Φτάνει όμως έτσι να σαμποτάρει τα εξαιρετικά στοιχεία της δουλειάς των συνεργατών του. Τρανό παράδειγμα σε αυτό η (έξοχη κατά τ’ άλλα) μουσική του νέου σταθερού συνθέτη του, του Λούντβιχ Γκόρανσον, που φορτώνεται σε μεγάλα διαστήματα της ταινίας με σκοπό να δημιουργήσει τεχνητή ένταση και να εκβιάζει δράμα και συναίσθημα σε σκηνές με φορτωμένους διαλόγους και πολλές και πυκνές επιμέρους σεναριακές υποπλοκές που ενδεχομένως θα αρκούσε είτε η αφαίρεση τους είτε μια συμπυκνωμένη καταγραφή τους. Ανακατεύει μάλιστα τόσο τη αφήγηση μέσα από τη ροή του μοντάζ σε βαθμό που να σου προκαλεί ως θεατή κατά διαστήματα ίλιγγο.

Παρά όλες τις όποιες αδυναμίες της ταινίας φτάνεις στο τέλος να συγχωρήσεις τα πάντα στο Νόλαν (σε κάθε ταινία του με εξαίρεση το απερίγραπτο Τένετ). Κι αυτό ειδικά όταν στέκεσαι σε αρετές όπως στις εκπληκτικές ερμηνείες, τον σχεδιασμό του ήχου ή την έξοχη κινηματογράφηση, που από τη μια εστιάζει όσο μπορεί στα εκφραστικά πρόσωπα των ηθοποιών του ενώ από την άλλη καταγράφει την ιστορία του σε εκφρααστικό ασπρόμαυρο και έγχρωμο και είναι εξαιρετική. Τρανό παράδειγμα ως προς αυτό  -μια πραγματική σκηνή ανθολογίας για το έργο του στο εξής- χωρίς αμφιβολία η σκηνή της τελικής δοκιμής της βόμβας (Trinity) όπου μας προσφέρει την έκρηξη σε δύο επίπεδα: πρώτα ως οπτικό θέαμα και ύστερα ως ηχητικό.  Βέβαια -παρά την φλυαρία του – επιδέξια ο Νόλαν αποφεύγει την υμνολογία, τον ηθικοδιδακτισμό ή την προπαγάνδα καθώς σε κάποια σημεία σαρκάζει (η επιλογή των πόλεων που θα βομβαρδιστούν από τον υπουργό είναι ένα τέτοιο σημείο) ενώ σε άλλα (μετά την έκρηξη) δεν φοβάται να αναπτύξει τον προβληματισμό του (που είναι και προβληματισμός για τον ήρωα του) για τις ηθικές επιλογές μιας πολιτικής απόφασης, τις καταστροφικές συνέπειες και απώλειες και τον διαχωρισμό του κόσμου κάνοντας τις απαιτούμενες προεκτάσεις και στο σήμερα.  Και κάπως έτσι ο Νόλαν κερδίζει το στοίχημα του Οπενχαϊμερ καθώς βουτάει στα βαθιά της ανθρώπινης ύπαρξης, των επιστημών, της Ιστορίας, της εξουσίας και της ευθύνης. Ένα έργο που προκαλεί σκέψη, αφήνοντας το κοινό να αναρωτηθεί για τον ρόλο που παίζουμε στον κόσμο και τις συνέπειες των πράξεων μας. Και σίγουρα ένα έργο που δεν θα ολοκληρώσει την πορεία του με την θεαματική πορεία στο box office αλλά οπωσδήποτε θα την ξανασυναντήσουμε αργότερα και στην κούρσα των βραβείων.

Γιάννης Γκροσδάνης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα parallaximag.gr

Smart Search Module