Η Μελίνα και η Βιβή, ζώντας τον έρωτα τους, προσπαθούν να ανακαλύψουν τη χαρά της ζωής, αγνοώντας τι τις περιμένει παρακάτω. Το είναι τους τραντάζεται από την αποκάλυψη ότι η ζωή τους θα είναι, αναπόφευκτα, ένας λαβύρινθος μέσα στη δίνη των ψευδαισθήσεων, που άλλοι έχουν σχεδιάσει γι’ αυτές. Ο οριστικός χωρισμός τους έρχεται μέσα από μια έκρηξη λαγνείας και απέραντης θλίψης. Το χρονικό ενός παθιασμένου έρωτα ανάμεσα σε δύο φοιτήτριες, σ’ έναν κόσμο ζοφερό και αδιέξοδο.
Σημαδιακές συμπτώσεις, το βάσανο αλλά και το θαύμα, η πληγή αλλά και η δόξα της επιθυμίας. Γιατί η ερωτική ένωση με μία εκπρόσωπο του φύλου σου δεν ισχυροποιεί μόνο τη θηλυκή πλευρά μέσα σου, αλλά την πολλαπλασιάζει, και την εκτοξεύει στην οδύνη της απελευθέρωσης. Η ταινία έχει τον ίδιο τίτλο με μία παλαιότερη, σε σκηνοθεσία Στράτου Μαρκίδη (Η λεσβία, 1975), που έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια από την κυκλοφορία, και ένα ανάλογο θέμα: τη γυναικεία ομοφυλοφιλία. Το «περίεργο» είναι ότι έκανε πρεμιέρα σε μία θερινή αίθουσα της Αθήνας, χωρίς να έχει υπάρξει καμία ενημέρωση του Τύπου και χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί προβολή της για τους δημοσιογράφους.
Το ακόμη πιο «περίεργο» είναι ότι ξεκίνησε να προβάλλεται χωρίς να διαθέτει «καταλληλότητα» από τις αρμόδιες επιτροπές του ΥΠΠΟΑ. Και πρόκειται για ελληνική ταινία, που βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Βαγγέλη Ραπτόπουλου, και η οποία –φαντάζομαι– θέλει να συζητηθεί. Διαφορετικά, γιατί γυρίστηκε; Σήμερα, σε μια εποχή που ανάλογα θέματα έχουν πολύ διαφορετική «βαρύτητα» από τα αντίστοιχά τους της δεκαετίας του ‘70.
Δημήτρης Κολιοδήμοςς