Μενού

ΜΠΟ ΦΟΒΑΤΑΙ, Ο - Θοδωρής Δημητρόπουλος

1833 3

Ο Μπο προσπαθεί να φτάσει στο σπίτι της μητέρας του, αρχικά για λόγους γιορτής κι έπειτα για λόγους θρήνου. Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία για τον ίδιο τον Μπο μιας και η όλη του αντιμετώπιση απέναντι σε αυτό το ταξίδι, αλλά και στην ίδια τη ζωή, μοιάζει ίδια ανεξαρτήτως συνθηκών: Ένας διαρκής, από τα έγκατα, τρόμος απέναντι στην ωρίμανση, στο σεξ, στις ευθύνες, στα γηρατεία, στο θάνατο, στην απομόνωση, στην απελευθέρωση, στην απογοήτευση– απέναντι στην μητέρα του, στον εαυτό του, στην ίδια του την ύπαρξη.

Αν αυτό ακούγεται ήδη βαρύ τότε προσδεθείτε, γιατί αυτό ήταν το φαν κομμάτι.

Βασισμένο αρχικά σε ένα παλαιότερο μικρού μήκους φιλμ του, το “Ο Μπο Φοβάται” βρίσκει τον Άρι Άστερ, σκηνοθέτη των “Hereditary” και “Midsommar” να αφήνει πίσω του τις σχετικά πιο κλασικές δομές ταινίας είδους (τρόμου πιο συγκεκριμένα) και να στήνει μια προσωπική οδύσσεια χτισμένη πάνω στο σουρεαλισμό του ψυχολογικού τρόμου της συνεχιζόμενής μας ύπαρξης. Η ταινία είναι μια διαδοχή από αποπνικτικά επεισόδια που τονίζουν όλα με διαφορετικούς (αλλά μονότονα επαναλαμβανόμενους) τρόπους τα κεντρικά μοτίβα αυτής της διαδρομής του Μπο προς μια αντίστροφη Ιθάκη. Προς το σπίτι της μητέρας, το μέρος που υπό μια έννοια φοβάται πιο πολύ. Την αγκαλιά; Την απόρριψη; Την αποτυχία; Μάλλον το ίδιο (του) είναι.

Το πρώτο μέρος είναι και το καλύτερο της ταινίας, ένας μανιακός εφιάλτης όπου οι '80s urban εφιάλτες του Τζον Κάρπεντερ συναντούν ένα είδος πολύ συγκεκριμένου σουρεαλισμού όπου τα πάντα αντιμετωπίζονται με ευθύ και «βεβαίως, απολύτως λογικό» τρόπο, σαν τα επιμέρους στοιχεία του παραλόγου να σχηματίζουν ένα πολύ στέρεο και καθόλου ρευστό κατασκεύασμα (σαν διόραμα, συγκεκριμένα), κάτι σαν τον Ρόι Άντερσον ας πούμε. Ο Χοακίν Φοίνιξ, πάντοτε συγκρατώντας βαθιά θλίψη και έναν τεταμένο πανικό σε κάθε μόριο του σώματος και της ύπαρξής του, αρχικά σέρνεται κι ύστερα τρέχει σαν παλαβό καρτούν καθώς κάθε λογής φόβοι έρχονται και καταπλακώνονται ο ένας πάνω στον άλλον σε ξέφρενη ορμή– αν ποτέ έχεις φοβηθεί τι θα πάθεις αν πάρεις το φάρμακο με λίγο διαφορετική δοσολογία από ό,τι σου είπαν, τι θα συμβεί αν αφήσεις για μια στιγμή το κλειδί πάνω στην πόρτα, τι θα συμβεί αν σηκώσει κάποιος άγνωστος το τηλέφωνο, τότε όλα αυτά θα σε διασκεδάσουν με τον πιο εξουθενωτικό τρόπο.

Είναι μια μανιακή, καθηλωτική πρώτη πράξη. Καθηλωτική με έναν τρόπο που σε εξουδετερώνει, αλλά καθηλωτική σε κάθε περίπτωση. Όμως στην πορεία παρατηρείται εξάντληση. Όχι επειδή τα επιμέρους επεισόδια δεν έχουν τις αξέχαστες στιγμές τους (η σεκάνς με τις μπογιές και την κόρη στο σπίτι της Έιμι Ράιαν ας πούμε, ή φυσικά η εντυπωσιακή σεκάνς του θεατρικού animation στο δάσος, εμφανές highlight της ταινίας) ή επειδή κάνουν αυτή την οδύσσεια πιο αποσπασματική. Αν μη τι άλλο, συμβαίνει το αντίθετο: Είναι ίσως πιο εύκολο να αποδεχθούμε ως θεατές δύσκολα θέματα και απαιτητικές εικόνες, αν τα μοτίβα που κρύβονται από πίσω δεν είναι τόσο μονότονα και επαναλαμβανόμενα. Η διαδρομή είναι επίπεδη, αλλά γεμάτη λακούβες και χαλίκια.

Σε ένα κομβικό σημείο του φιλμ, ο Μπο (κάποιος Μπο) σηκώνεται και τρεμάμενος μονολογεί «αυτή είναι η ιστορία μου!». Υπάρχουν εδώ πολλές στιγμές που νιώθεις πως κρυφοκοιτάζεις τα πιο καλά κρυμμένα εσώψυχα κάποιου άλλου, κι υπάρχει κάτι θαυμαστό –όσο και αμήχανο– στο να γίνεσαι μάρτυρας μιας τέτοιας κατάθεσης. “Beau is afraid” είναι ο αγγλικός τίτλος της ταινίας, δηλαδή παρήχηση του “boys afraid”, αγόρια φοβισμένα.

Αυτό κάνει εδώ ο Άστερ στο μακράν, ίσως και παράλογα, πιο φιλόδοξο φιλμ της ως τώρα καριέρας του, αφήνοντας πίσω στέρεους αφηγηματικούς κώδικες και τα όποια φίλτρα – δομικά ή νοηματικά. Συνθέτοντας ένα παραλήρημα γεμάτο εξομολογήσεις και φόβους, που δεν προσφέρει ποικίλες παρατηρήσεις ή διακυμάνσεις, και που όσο προχωρά γίνεται πιο μονομανές και δύσκολο, τόσο για τον θεατή όσο –νιώθει κανείς– και για τον ίδιο τον Άστερ. Υποθέτω, κάποιες φορές αυτός είναι ο μόνος τρόπος να καταφέρεις να μιλήσεις. Τι σου είναι ο φόβος.

Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr

Smart Search Module