Παρατραβηγμένο, παλιομοδίτικο στη σύλληψή του και σίγουρα καθόλου απροσδόκητο (παρά τον ελληνικό τίτλο του) μελόδραμα, με την εξαίρεση ίσως του πρώτου δεκαλέπτου. Κεντρικό πρόσωπο μια νεαρή γυναίκα (Φλόρενς Πιου -υποψήφια για Οσκαρ για τις «Μικρές κυρίες») εθισμένη στην οξυκοδώνη μετά από το τροχαίο δυστύχημα που εξαιτίας της κόστισε την ζωή δύο ανθρώπων και την καταστροφή της δικής της. Σύντομα αντιλαμβάνεσαι το ψυχολογικό αδιέξοδο στο οποίο αυτή η γυναίκα βρίσκεται και από πολύ νωρίς ο σκηνοθέτης Ζακ Μπραφ δείχνει αμήχανος στον χειρισμό του.
Ενώ αναζητεί «την δόση της», η κοπέλα θα έρθει σε επαφή με ανθρώπους που είχαν σχέση με τους νεκρούς (τον γερο-Μόργκαν Φρίμαν, πρώην αστυνομικό, την εγγονή του – Σελέστ Ο’ Κονορ) και θα αρχίσει να ζητάει σε όλους συγγνώμη κλαίγοντας ξανά και ξανά και ξανά. Με άλλα λόγια η οικονομία που χρειαζόταν αντικαθίσταται όχι μόνο από τα αυτονόητα αλλά και από τη επανάληψή τους. Οπότε παρά την ευπρόσωπη ερμηνεία της Πιού όπως και την σταθερή αξία που ούτως ή άλλως ο Φρίμαν εκπέμπει ότι κι αν κάνει, κακά τα ψέματα, η ταινία πέφτει στην παγίδα της ανίας.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr