Μια βραδιά στο Παρίσι, η Μία (Βιρζινί Εφιρά της “Benedetta”) βρίσκεται σε ένα μπιστρό της ώρα που γίνεται μια τρομοκρατική επίθεση. Μέσα από θραύσματα εικόνων και ήχων παρακολουθούμε κυρίως τις αντιδράσεις θαμώνων στο μακελειό. Η Μία είναι ανάμεσα στα άτομα που επιβιώνουν. Καιρό μετά, οι αναμνήσεις της από εκείνη τη βραδιά είναι χαμένες υπό το βάρος του σοκ εκείνης της στιγμής. Καθώς περπατά στους δρόμους μιας πόλης που πλέον σημαίνει και θυμίζει κάτι διαφορετική για εκείνη –και συλλογικά ίσως για όλους– η Μία προσπαθεί να ανασυνθέσει εκείνη τη βραδιά, να φέρει στο νου της πρόσωπα και ανθρώπους (θυμάται έναν άνθρωπο να της κρατά το χέρι όσο συνέβαινε η επίθεση, αλλά όχι ποιος είναι), και παράλληλα να φτιάξει τη ζωή της σαν από την αρχή.
Η σκηνοθέτης Αλίς Βινοκούρ γράφει και σκηνοθετεί μια ταινία βασισμένη ξεκάθαρα στην τρομοκρατική επίθεση στο Μπατακλάν (όπου βρισκόταν, και επιβίωσε, ο αδερφός της), έστω κι αν αυτό ποτέ δεν κατονομάζεται συγκεκριμένα. Όλοι ξέρουμε σε τι αναφέρεται η ταινία καθώς, τελικά, δεν αφορά την επίθεση αυτή καθ’αυτή όσο την ψυχολογική επίδραση ως σοκ στη ζωή και την προσωπικότητα των ανθρώπων που τη βίωσαν.
Με εξαιρετική δουλειά στο μοντάζ που καθοδηγεί την αφήγηση στο παρόν και στο παρελθόν μέσα από αποσπασματικές εικόνες και αναμνήσεις, αλλά και μια φροντισμένη σκηνοθεσία που εστιάζει διαρκώς στα πρόσωπα και τα σώματα των επιζώντων, η ταινία κρατά το ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος χωρίς να χρειαστεί ποτέ να καταφύγει σε αναίτιες κορυφώσεις ή δραματικές υπερβολές. Η Βινοκούρ σκηνοθετεί το Παρίσι κάνοντάς το να μοιάζει αληθινά, σχεδόν επίπονα ανθρώπινο, την ώρα που η Εφιρά παίρνει το κεντρικό δραματικό μυστήριο στις πλάτες της και παραδίδει άλλη μια εντυπωσιακά μεστή ερμηνεία στην οποία κυριαρχεί η αναζήτηση και η αβεβαιότητα.
(Η Εφιρά κέρδισε το βραβείο Σεζάρ γυναικείας ερμηνείας για τη συγκεκριμένη ταινία, κι αυτή δεν είναι καν η καλύτερη ερμηνεία της που θα δούμε φέτος στις αίθουσες– ήταν σπαρακτική στο “Περιμένοντας τον Μποτζάνγκλς” που είδαμε το καλοκαίρι σε διανομή, ενώ σε λίγες μέρες στο φεστιβάλ γαλλόφωνου κινηματογράφου θα προβληθεί η ταινία “Τα Παιδιά των Άλλων” πριν βγει αργότερα στις αίθουσες, με την Εφιρά να παραδίδει μια από τις πιο εντυπωσιακά ολοκληρωτικές και αβίαστες ερμηνείες που έχουμε δει πρόσφατα. Μια ηθοποιός στο απόγειο των δυνάμεών της.)
Το φιλμ θα μπορούσε ίσως να ρέει με μεγαλύτερη φυσικότητα, ή τελοσπάντων με μια φυσικότητα κειμενική που να συνάδει με εκείνη του ευρύτερου δράματος. Αλλά οι χαρακτήρες πολύ συχνά μπαίνουν σε διαδικασία να αναλύουν τα πάντα με πολύ καθαρογραμμένα φιλοσοφημένο τρόπο. Όμως ποτέ δεν στραβοπατά στα αλήθεια. Όλη αυτή η διαδικασία αναζήτησης της Μία, που έρχεται σε επαφή σταδιακά με διάφορα άτομα από εκείνη τη βραδιά (ανάμεσά τους ένας τραυματισμένος άντρας που παίζει ο σπουδαίος Μπενουά Μαζιμέλ –που φέτος συμπτωματικά κέρδισε το Σεζάρ αντρικής ερμηνείας αλλά για άλλη ταινία, το “Pacifiction” του Άλμπερτ Σέρα), είναι εξαιρετική δομημένη.
Η ταινία ανοίγει με τη βραδιά της επίθεσης δίχως ποτέ να μην μας έχει προσφέρει με καθαρό τρόπο την Μία ως ήδη ολοκληρωμένο δραματικό χαρακτήρα. Δεν την μαθαίνουμε πριν την επίθεση, δεν μας προσφέρεται ούτε μετά με κάποιο ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω φλάσμπακ ας πούμε ή κάποιου exposition. Η Μία παραμένει έτσι ένα αίνιγμα για εμάς όσο και για την ίδια– με έναν παράδοξο τρόπο το “Παρίσι Ξανά” μοιάζει με γαλλικό arthouse συγγενή της “Ολικής Επαναφοράς” με την Εφιρά ως πληγωμένο Σβαρτσενέγκερ. Ο τρόπος που το πριν και το τώρα ανασυντίθενται κομμάτι το κομμάτι, ανάμνηση την ανάμνηση, χτίζει προς μια σιωπηλά συναισθηματική κορύφωση, και ένα δραματουργικό παζλ που ολοκληρώνεται με πόνο και επιμονή. Τίμιο, στιβαρό ευρωπαϊκό σινεμά.
Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr