Στην Ιρλανδία των ‘80s, ένα ήσυχο, παραμελημένο κορίτσι μιας πολυμελούς, δυσλειτουργικής οικογένειας στέλνεται να περάσει το καλοκαίρι με μακρινούς συγγενείς. Υπό την προστασία και την φροντίδα τους, η μικρή Κάιτ είναι σα να ανθίζει, σα να της επιτρέπεται για πρώτη φορά να αφήσει τον εαυτό της αληθινά ελεύθερος. Οι νέοι προσωρινοί γονείς βρίσκουν κι εκείνοι νέα σημεία αναφοράς, νέες συνήθειες. Όμως σε αυτό το σπιτικό όπου όλα μοιάζουν –έστω για μια στιγμή– ιδανικά, ένα μυστικό θα αλλάξει τις ισορροπίες.
Ο Κόλουμ Μπερέιντ κάνει χρήση μιας λιτής κινηματογραφικής φόρμας για να αφηγηθεί την ιστορία του νεαρού κοριτσιού, καταφέρνοντας μέσα από τη χρήση του κάδρου και κάνοντας τις σιωπές αληθινό του αφηγηματικό όπλο, να μας μεταφέρει τα πάντα μέσα από την οπτική της Κάιτ– χωρίς μάλιστα ποτέ να χρειαστεί να καταφύγει σε φτηνά κόλπα ή απλουστευτικές οπτικές που συχνά στο σινεμά συγχέονται με των παιδιών.
Υπαινικτικό και θριαμβευτικά χαμηλών τόνων, στήνει την ιστορία με υπομονή, φροντίδα και συναισθηματική πυκνότητα, εκμεταλλευόμενο τόσο τις αναμενόμενες συμβάσεις κάθε ιστορίας ενηλικίωσης, όσο και το πανέμορφο, σκληρά παραμυθένιο φυσικό τοπίο. Χτίζοντας τελικά, χωρίς να καταλάβεις καλά-καλά από πού σε χτύπησε, προς ένα πολύ συγκινητικό φινάλε, από τα ωραιότερα της χρονιάς. Έτσι ίσως εξηγείται και η υποψηφιότητα-έκπληξη για Όσκαρ Διεθνούς Φιλμ που η ταινία πήρε ανάμεσα σε δεκάδες άλλες πιο πολυβραβευμένες, πιο πολυπαιγμένες και αναγνωρισμένες. Πολύ απλά, όσοι την είδαν δεν μπόρεσαν παρά να την αγαπήσουν.
Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr