Η πτώση
Η Λίντια Ταρ είναι μια διάσημη μαέστρος κλασικής μουσικής η οποία έχει αγγίξει την κορυφή αφού έχει κερδίσει τα πάντα. Δηλωμένη λεσβία συζεί με μια αρχιμουσικό της φιλαρμονικής ορχήστρας του Βερολίνου, της οποίας η Ταρ είναι διευθύντρια, μαζί με ένα κοριτσάκι που έχουν υιοθετήσει. Και ενώ τα πάντα κυλούν ιδανικά και προετοιμάζεται για την παρουσίαση της 5ης Συμφωνίας του Μάλερ η οποία θα ηχογραφηθεί και να εκδώσει την αυτοβιογραφία της μια σειρά κάποιες φήμες για σεξουαλική παρενόχληση κλονίζουν τη θέση της. Τι ακριβώς συμβαίνεις; Αληθεύουν οι φήμες ή πρόκειται για κακοήθεις καταγγελίες; Και την ίδια ώρα που οι φήμες φουντώνουν η διάσημη μαέστρος αρχίζει να ενδιαφέρεται για μια νεαρή μουσικό της ορχήστρας κλονίζοντας έτσι και τη σχέση της. ΣΕ σύντομο χρονικό διάστημα η καριέρα της Λίντια αλλά και η ίδια της η προσωπικότητα αρχίζουν να αποδομούνται. Η πτώση έρχεται ενώ εκείνη προσπαθεί να κρατηθεί όρθια υποστηρίζοντας τον εαυτό της.
Ο Τοντ Φιλντ σκηνοθετεί μια ταινία στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται μια δυναμική, ανεξάρτητη και ταλαντούχα γυναίκα. Μια γυναίκα η οποία υποστηρίζει τις επιλογές της και έχει μάθει να αγωνίζεται για την επιτυχία. Όμως όλοι οι άνθρωποι έχουν αδυναμίες. Επίσης όλοι οι άνθρωποι -και ιδίως οι επιτυχημένοι- έχουν εχθρούς. Και οι τελευταίοι καραδοκούν για να εκμεταλλευτούν αυτές τις αδυναμίες.
Αν η ταινία είχε γυριστεί μερικά χρόνια πριν ίσως όλη η προσοχή μας να επικεντρωνόταν στην προσωπικότητα της Ταρ και στο πως έφτασε στη σταδιακή διάλυση της καριέρας της. Έχοντας όμως ως πολύ πρόσφατο το παγκόσμιο κύμα καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση δεν μπορεί παρά να πάρουμε σοβαρά αυτήν την παράμετρο στην προσέγγιση του σκηνοθέτη. Και βλέπουμε πως οι καταγγελίες την ώρα που φαίνεται να έχουν κάποια βάση ταυτόχρονα αφήνουν και μια δόση αμφιβολίας. Παίρνοντας μάλιστα υπόψη και τις φιλοδοξίες και τους ανταγωνισμούς που αναπτύσσονται σε καλλιτεχνικούς χώρους.
Παρόλα αυτά, θεωρώ πως το σημαντικό που απασχολεί το σκηνοθέτη είναι η ίδια η προσωπικότητα και η ιδιοσυγκρασία της Ταρ. Το πως αυτή η δυναμική γυναίκα παρακολουθεί την πτώση της αδυνατώντας, ουσιαστικά, να την ανακόψει. Το δύσκολο ρόλο της κεντρικής του ηρωίδας ο Τοντ Φιλντ τον εμπιστεύτηκε στην Κέιτ Μπλάνσετ. Την πολύπειρη ηθοποιό η οποία σηκώνει στους ώμους της έναν δύσκολο ρόλο και όπως αποδεικνύεται πολύ σοφά έπραξε ο Φιλντ που την εμπιστεύτηκε. Γιατί αυτήν είναι που σηκώνει στους ώμους της όλη την ταινία. Η ερμηνεία της είναι συγκλονιστική. Η Μπλάνσετ διαρκώς μεταμορφώνεται ανάλογα με την εξέλιξη της ταινίας. Γοητευτική, σκληρή, πομπώδης, αυταρχική, ιδιοφυής, κτητική, τρυφερή, απεγνωσμένη, ηττημένη, συντετριμμένη και ό,τι άλλο μπορεί κάποιος να φανταστεί περνάει μέσα από τη μοναδική ερμηνεία της. Η σκηνοθεσία περνάει σε δεύτερη μοίρα καθώς στην προκειμένη περίπτωση η ταινία δεν είναι του Τον Φιλντ αλλά της Κέιν Μπλάνσετ! Εντάξει, δεν μιλάμε για μια κακή ταινία αλλά οπωσδήποτε δεν πρόκειται για κάτι το εξαιρετικό. Κι ακόμη, ναι, δεν κρύβεται το ταλέντο του σκηνοθέτη αλλά υποβαθμίζεται και γι’ αυτό φταίει μόνον εκείνος και κανένας άλλος.
Νομίζω πως ο ικανότατος Φιλντ άφησε τα χαλινάρια και έχασε τον έλεγχο. Και δεν είναι η μεγάλη διάρκεια της ταινίας -158 λεπτά- που με ενόχλησε, δεν έχω τέτοιο πρόβλημα. Αλλά πολύ συχνά φαίνεται πως έχουμε να κάνουμε με μια άνευ λόγου και ουσίας σκηνοθετική φλυαρία. Κάτι που φαίνεται από την αρχή όταν παρακολουθούμε την Ταρ να παραχωρεί μια δημόσια συνέντευξη η οποία δε λέει να τελειώσει. Συμμάζεμα λοιπόν, αυτό είναι που χρειαζόταν. Εκτός κι αν ο ίδιος ο Τοντ Φιλντ γοητεύτηκε από την ερμηνεία της πρωταγωνίστριάς του κι αποφάσισε να της παραχωρήσει χώρο να αναδείξει το αδιαμφησβήτητο ταλέντο της. Μόνο που έτσι καταλήγουμε να αναρωτιόμαστε τι, αλήθεια, θα ήταν η «Ταρ» χωρίς την Κέιτ Μπλάνσετ; Δώστε την απάντηση μόνοι (-ες) σας.
Στράτος Κερσανίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kersanidis.wordpress.com