Και όμως! Λυτρωτικό Σινεμά για τους Σινεφίλ μέσα στο 2023 από τον δημιουργό Χλινούρ Παλμασόν (σενάριο-σκηνοθεσία).
Διαπροσωπική σύγκρουση ανάμεσα σε θρησκεία & εκτίμηση της φύσης, κυρίαρχη ομιλούσα γλώσσα, αναζήτηση πραγματικής Ηθικής που κατατροπώνει την αντίπαλη αποικιοκρατική νοοτροπία.
Πολλά πλεονεκτήματα συνολικά & μόνο ένα μειονέκτημα στη μέση του έργου (με την αργή αφήγηση μετάβασης προς τη δράση) συνιστούν ένα άξιο κομμάτι ωφέλιμης Ψυχαγωγίας.
Ανάλυση
Εισαγωγή...
Ιστορικές Αναφορές
Ανεξάρτητα από την ταινία, πρωτίστως είναι σημαντικό να αναφέρουμε σύντομα κάποιες συνδετικές πληροφορίες επεξήγησης για την ιστορική αντιπαλότητα μεταξύ των 2 χωρών, Ισλανδίας και Δανίας. Το παρελθόν αυτού του μαγευτικού, νησιωτικού κράτους της Ισλανδίας είναι ιδιαίτερο και περιλαμβάνει σίγουρα παγανιστική αντίληψη από τους πρώτους του κατοίκους (περίπου στο έτος 874). Υπάρχουν βεβαίως ιστορικές διαφωνίες, για το ποιοι ήταν πράγματι εκεί οι πρώτοι κάτοικοι.
Μια θεωρία κάνει αναφορά για τους ανθρώπους του Βορρά και κάποια άλλη λέει για μοναχούς από την Ιρλανδία. Όπως και να έχει, οι Ισλανδοί αναγκαστικά δέχτηκαν αρχικώς το χριστιανισμό περίπου από το έτος 1000. Για να αποτραπούν κάποιες έντονες διαμάχες εμφυλίου πολέμου, σχετικά με την επικρατούσα θρησκευτική έκφραση στο νησί. Απλώς, επιτρεπόταν παράλληλα τότε να λατρεύουν οι παγανιστές τους δικούς τους θεούς πιο διακριτικά. Ιστορικά πολύ αργότερα, μετά την διάλυση της “Kalmar Union” (1397-1523), η Ισλανδία βρέθηκε υπό την κυριαρχία της Δανίας.
Υπήρξε ύστερα και η “Danish trade monopoly in Iceland” (από 17ο έως & 18ο αιώνα). Τότε μετατράπηκαν σε λουθηρανούς οι Ισλανδοί. Αλλά κυρίως αυτή η συνθήκη, εκμεταλλευόμενη τη γη της Ισλανδίας, αλληλοϋποστήριζε οικονομικά μόνο τους Δανούς εμπόρους και την αυξανόμενη δύναμη του βασιλιά της Δανίας από αυτό το μονοπωλιακό εμπόριο. Απαγόρευε στην Ισλανδία να κάνει εμπόριο με οποιεσδήποτε άλλες χώρες, πλην της Δανίας. Κατόπιν αιώνων κυριαρχίας, το 1874 η Δανία παραχώρησε στην Ισλανδία ένα σύνταγμα & περιορισμένη εγχώρια εξουσία.
Γενικώς…
Σύμπαν της ταινίας
Ωστόσο, η ταινία ασχολείται μόνο με τα τέλη του 19ου αιώνα. Εκεί η λοιπόν κυριαρχία της Δανίας απέναντι στην Ισλανδία ήταν μεν υπαρκτή, αλλά πολύ πιο μακριά από το βίωμα των μεσαιωνικών επιβεβλημένων προσαρτήσεων ή των μετέπειτα μονοπωλιακών, επιζήμιων συνθηκών εμπορίου. Διότι όπως προείπαμε, αργότερα εν εξελίξει του 19ου αιώνα ιστορικά γίνονταν διακανονισμοί κατά καιρούς, που οδηγούσαν την Ισλανδία τελικά πιο πολύ προς μια κατεύθυνση ελεγχόμενης αποικίας της Δανίας (από το 1874 & έπειτα). Στα τέλη του 19ου αιώνα, σύμφωνα και με το σύμπαν της ταινίας, η κυριαρχία αφορά μια ορατή επιβολή κουλτούρας. Μα είναι πλέον πιο ήπια.
Όμως πάντοτε ηθικά προσβλητική. Χωρίς αντίσταση. Τουλάχιστον για την ώρα…Η θρησκεία αποτελεί εδώ το μανδύα απόκρυψης της αποικιοκρατίας. Η δράση των ηρώων λαμβάνει χώρα πριν το κατώφλι ενός νέου αιώνα, που θα έφερνε αργότερα την ανεξαρτησία της Ισλανδίας. Επί τη ευκαιρία, γενικότερα η υπεράσπιση των εδαφών, η απελευθέρωση, η ανεξαρτησία & η διεκδίκηση μιας πιο αληθινής ταυτότητας κάθε χώρας επέρχονται από μια μορφή δίκαιης επαναστατικής Αντίστασης. Αυτό ακριβώς δείχνει η ταινία, σε διαπροσωπικό βαθμό! Μια απαραίτητη, διεκδικηθείσα Ελευθερία, της οποίας είχε έρθει η ώρα, δίχως συμβιβασμούς. Εξάλλου το να μιλάς την ίδια γλώσσα και να αποδεχτείς την ίδια θρησκεία, δεν σε βοηθά απαραίτητα να επικοινωνήσεις πιο ουσιαστικά με τους ανθρώπους.
Διότι τελικά σημασία έχει ο τρόπος σκέψης, που ελευθερώνει τον αμοιβαίο κώδικα Ορθής Λογικής και Ηθικής. Και αντικειμενικά τέτοιος σεβαστός, αμοιβαίος κώδικας ανάμεσα στις μονίμως άνισες σχέσεις μεταξύ κατακτημένου/κατακτητή ή αποικίας/αποικιοκρατίας, απλώς δεν υπάρχει. Αυτό ευτυχώς εκφράστηκε με λεπτή ισορροπία στο έργο “Η Χώρα του Θεού.” Και μάλιστα εμπράκτως, στο πιο κρίσιμο σημείο μεταξύ υπέρμετρης σύγκρουσης ανθρώπων, που αποδείχτηκε πως αμφότεροι μιλούσαν τα δανέζικα, μα αλληλομισούνταν…Αλλά και συνολικά, στην ταινία ευτυχώς παρατηρείται ορθά ένα ιδιαίτερο, διπλό μήνυμα, εξισορροπημένης διεθνιστικής αντίληψης & αληθινής ανεξαρτησίας κρατών για το σύγχρονο θεατή.
Ότι δηλαδή, όχι μόνο είναι λάθος ο εθνικισμός στην αποσαθρωτική του εσωτερική διασπορά, μα πως μπορεί δυστυχώς επιπλέον, έχοντας χαρακτήρα εξωτερικών επιθετικών βλέψεων, να λάβει χώρα και αλλού. Ακόμη και με προσωποποιημένες διαστάσεις μικρότερης κλίμακας, μιας μασκαρεμένης αποικιοκρατίας. Εν προκειμένω, με την υστερόβουλη, ιδιωτική αποστολή του Δανού ιερέα Λούκας στην μερικώς υποταγμένη εξωτερική Ισλανδία, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα. Όπου παρά την αμετάκλητη, μασκαρεμένης αποικιοκρατίας ενέργειά του, ο ίδιος μόλις έφτασε εκεί, δεν βρήκε καθόλου υποταγμένους ανθρώπους, όπως θα περίμενε. Διότι σε αυτήν την ύπουλη ενέργεια θα αντιδράσουν εν καιρώ, με αλλιώτικες μεθοδικότητες, οι Ισλανδοί Ράγκναρ & Καρλ, κόβοντας τον εφησυχασμό του θεατή!
Θα ενωθούν ωστόσο κάποια στιγμή, ως κοινή έκφραση ακατάπαυστης ισλανδικής αγανάκτησης, οι πράξεις τους. Για αυτό ευθύνεται όχι μόνο η παρελθοντική επιβολή κυριαρχίας από τη Δανία, αλλά και η διαπροσωπική αλαζονεία του Δανού απογόνου Λούκας. Ο ίδιος όμως μέσα από κυριολεξία & μεταφορά του έργου υποφέρει σε μια αφιλόξενη γη, την οποία βεβήλωσαν οι αποικιοκράτες πρόγονοί του. Το έργο μέσα από τις αντιδραστικές, καθοριστικές πράξεις των Ισλανδών Ράγκναρ & Καρλ, υπερασπίζεται τελικά εκείνους, καταλήγοντας αντιφατικά. Παραθέτει στον επίλογο έντονο κοινωνικό-ιστορικό προβληματισμό. Οι υπαρκτοί, επεκτατικοί-επιθετικοί στίχοι των εθνικών ύμνων (τυπικά οι Δανοί έχουν 2 ύμνους, πολιτικό & στρατιωτικό) της Δανίας το αποδεικνύουν.
Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι, η Δανία στο σήμερα έχει αληθινή Προοδευτικότητα. Εξού και η θαρραλέα συμπαραγωγή των 2 χωρών. Η σκηνοθεσία λοιπόν, με φιλμ 35mm & ψηφιακή επεξεργασία, επικεντρώνεται συνολικά σε εκείνη την εποχή των τελών του 19ου αιώνα. Αλλά μέσα από προσωποποιημένη διαμάχη Δανίας και Ισλανδίας. Με τις δημιουργηθείσες τότε βάσεις για την επερχόμενη ανεξαρτησία της Ισλανδίας στον επόμενο αιώνα. Μια πραγματικά γοητευτική, μυσταγωγική πρόταση ταινίας για τους Σινεφίλ! Το έργο θα σας ταξιδέψει μεθοδικά και αισθαντικά, σε άλλες εποχές και ατμόσφαιρες της απόκοσμης, άγριας ομορφιάς της Ισλανδίας. Διατηρεί όμως η ταινία και ένα κομβικής σημασίας Σινεφίλ τετράγωνο κάδρο 1.33:1 που υπενθυμίζει στο θεατή μια αίσθηση σκεπτικής παρατήρησης.
Μαζί με την ορατή ασφάλεια ωριμότητας του Σύγχρονου Ανθρώπου. Η γκρίζα απροσδιόριστη ζώνη Ηθικής θα είναι για πολύ ώρα παρούσα, βάζοντας τον θεατή να απαλλαγεί προσωρινά από την ευθύνη εκλογίκευσης. Μα παράλληλα, κάνοντάς τον και να σκεφτεί, αναλαμβάνοντάς την ασυνείδητα κατά στάδια. Θα γίνει σκόπιμη παραπλάνηση θεατών, ανάμεσα σε αντίστροφη διάσταση ταυτότητας πρωταγωνιστή (Λούκας) & ανταγωνιστών (Ράγκναρ-Καρλ). Το έργο παρουσιάζει μια σκοτεινή, αντιμαχόμενη νοοτροπία από τους απογόνους των ανθρώπων του Βορρά. Εκείνοι από διαφορετική οπτική, υποταγμένου & κυρίαρχου, αναζητούσαν τότε προσδιορισμό της αίσθησης του ανήκειν, λίγο πριν την Ανατολή ενός νέου απρόβλεπτου αιώνα.
Σκεπτικό…
Μεθοδολογία
Αυτό που βλέπουμε, είναι μια πραγματικά δεμένη ιστορία σε σενάριο και σκηνοθεσία, στο αποκαλυπτικά αξιοσημείωτο έργο του Χλινούρ Παλμασόν! Αλληλεπίδραση ανθρώπου και ισλανδικής γης. Η ευτυχία εκεί είναι σύντομη & εκπροσωπείται από τις γυναίκες. Τα αντίπαλα πρόσωπα των αντρών του σεναρίου θα αποτυπωθούν καταλλήλως στη μορφή της σκηνοθεσίας, παίζοντας καταλυτικό ρόλο στην κινηματογραφική-καλλιτεχνική διάσταση και αφήγηση της ταινίας.
Παρομοίως, ο σκοπός της αφοσιωμένης αποστολής. Η δανέζικη εκκλησία, που με αυθάδεια θα χτιζόταν πάση θυσία στην ισλανδική ενδοχώρα...Και η προκλητική καταγραφή στοιχείων τεχνητής λαογραφίας διαμέσου φωτογραφιών. Υπάρχουν σημαντικές ανατροπές και υπολογισμένη διάσταση ηρεμίας πριν από την εκρηκτική ανθρώπινη σύγκρουση. Ωστόσο, οι φονικές ανθρώπινες συγκρούσεις έχουν ταυτόχρονα έντονη και μακρινή διάσταση στο έργο.
Άνθρωπος & Ισλανδική Γη
Εκφράζεται καίρια απόδοση παραλληλισμού των υδάτων με τη ζωογόνο δροσιά της γυναικείας χάριτος, όταν πρωτοπαρουσιάζονται οι Άννα & Ίντα, ύστερα από τις ηφαιστειακές, τρομακτικές εκρήξεις. Ουσιώδης, η σκηνοθετική έκφραση ταπείνωσης του προνομιούχου Δανού ιερέα Λούκας, έξω από τη δανέζικη εκκλησία, μέσα στη λάσπη της ισλανδικής γης. Καθώς και οι τύψεις του απέναντι σε μια αύρα, που μόνο ο ίδιος τότε διαβλέπει.
Ιδιαιτέρως εντυπωσιακή, η άποψη της αποσύνθεσης & η κινηματογραφική της αποτύπωση για ένα πλάσμα! Για κάποια ψυχή. Είτε αυτή αφορά ένα άλογο, είτε κάποιον άνθρωπο. Η σκηνοθεσία την απέδωσε ως κάτι παρόμοιο, το οποίο απλώς συμβαίνει, κάνοντας τον απαράβατο κύκλο του μέσα σε εποχές. Αν και στην περίπτωση αποσύνθεσης του ανθρώπου, χωρίς διαδικασία ταφής, υπήρξε μάλλον σκεπτικό αντεκδίκησης, συμβολίζοντας την επανάκτηση της χαμένης αξιοπρέπειας του παγανισμού.
Προσωποποιημένη Εχθρότητα
Περιγράφεται τολμηρά και προσωποποιημένα ένα διατηρηθέν ιστορικό μίσος στα τέλη του 19ου αιώνα, ανάμεσα σε δύο χώρες του Βορρά με μεγάλη γεωγραφική απόσταση. Τη Δανία και την Ισλανδία. Ουσιαστικά, αρχικώς ανάμεσα στον Λούκας και τον Ράγκναρ. Δύο ανθρώπους με μεγάλες αποστάσεις σε ιδιοσυγκρασία. Θα προστεθεί ύστερα στην ηθική διαμάχη με τον Δανό Λούκας & ο Ισλανδός, αλλιώτικος ανταγωνιστής, Καρλ. Κάποια στιγμή οι 3 τους θα συμμετάσχουν σε ένα έθιμο πάλης. Αυτό το ισλανδικό έθιμο εξευγενισμένης πάλης περιγράφει ιδανικά τα τότε ιστορικά δρώμενα διακανονισμών εξουσίας και την ελλοχεύουσα αντίδραση της ισλανδικής ανεξαρτησίας!
Η ταινία, μετά τις σύντομες οδηγίες της αποστολής και της λακωνικής πλεύσης από τη Δανία, λαμβάνει χώρα στη γη της Ισλανδίας. Τι ατμόσφαιρα μεταξύ γης & ανθρώπινου παράγοντα! Πρόκειται ουσιαστικά για μια άτυπη εχθρότητα ανθρώπων, που βρίσκονταν λίγο πριν το κατώφλι της παγιωμένης σύγχρονης εποχής. Εκεί σύμφωνα με το έργο, στη νόηση των αντιμαχόμενων ηρώων εξακολουθεί να υπάρχει μια άγνωστη διάσταση ευρύτατης (όπως η απεραντοσύνη κατά τη διάβαση του τοπίου) ηθικής θεώρησης και στο πώς θα πρέπει αυτή να εκφραστεί τελικά όχι μόνο ατομικά, μα και από όλη την ανθρωπότητα (φιλοσοφία/θρησκεία/ακολουθία φύσης & πνευματικής καλλιέργειας).
Παρατήρηση Μασκαρεμένης Αποικιοκρατίας
Αν σκεφτεί κανείς, ότι ιστορικά η Ισλανδία, έστω και μερικώς, ήταν ακόμη υποταγμένη στη Δανία, τότε κατανοεί καλά την έννοια της προσωποποιημένης προκλητικής αποικιοκρατίας, μέσα από την μασκαρεμένη “ιερή” παρουσία του Λούκας στο έργο. Σκεφτείτε το! Χωρίς καμία απολύτως αντίσταση, εκείνος ήρθε σε μια ολότελα διαφορετική χώρα, για να επιβάλλει απροκάλυπτα κάποια έθιμα της πατρίδας του. Και να τα θεσπίσει κιόλας σαν ιστορικό γεγονός, χρησιμοποιώντας ως υλικό καταγραφής τη φωτογραφική μηχανή του. Δηλαδή εκμεταλλεύτηκε την τότε κορυφαία Τεχνολογία/Τέχνη της εποχής, για καθαρά ιδιοτελείς σκοπούς επικύρωσης της θρησκείας και της χώρας του. Σε μια μορφή τεχνητής λαογραφίας.
Είναι προκλητικές οι ενέργειές του. Αυτή η ατιμώρητη αυθάδεια, αυτή η απροκάλυπτη πορεία επιβεβλημένης κουλτούρας, ως ύπουλο, μασκαρεμένο παρακλάδι της αποικιοκρατίας, θα συνοδέψουν υπομονετικά και απρόσκοπτα τον θεατή. Διότι ο θεατής πορεύεται σταθερά με τη ματιά του Λούκας και για την ώρα, με μοναδική αντίπαλη έκφραση απλής δυσαρέσκειας την αύρα του οδηγού Ράγκναρ. Εκείνος αντιπαθεί τους Δανούς και τη γλώσσα τους. Η στιγμή που ο Λούκας βρίσκεται μέσα στη σκηνή μόνος, υπό βροχή και σε πυρετώδη πανικό, δείχνει και την ταύτιση της θρησκείας του με την αποικιοκρατία. Ο Λούκας αντιμετωπίζει δυσχέρεια προσαρμογής, θεωρώντας αλαζονικά τον εαυτό του ως ιερέα με αξίωμα στη γη και τελικά θεό.
Πιο Αναλυτικά…
Κεντρικά Δίπολα
Καρλ & Υπόνοια
Η παρατεταμένη επιδραστική συμπόρευση του θεατή με τον Λούκας είναι τόσο έντονη, που σχεδόν νομίζουμε, όταν εκείνος κινδυνεύει να πεθάνει αρρωσταίνοντας, ότι τελειώνει και το έργο. Όμως από την απόλυτη ντροπή και ήττα του ψυχοσωματικά αδύναμου ιερέα θα μεταβούμε σε άλλη διάσταση συνέχισης του μεθοδικού τρόπου σκέψης της ταινίας. Εκεί ακριβώς, ο καλλιεργημένος ντόπιος Καρλ θα κάνει την εμφάνισή του…Επιβλητικός, αφιλόξενος, πιο βέβαιος για την ιδιοσυγκρασία και την οπτική του για τον κόσμο.
Ως καλλιεργημένος, με το μοναδικό πρωτοποριακό σπίτι μέσα σε μια αχανή γη πολλών ακατοίκητων χιλιομέτρων, δεν έχει να φοβηθεί τη θρησκεία, τη γλώσσα, τη χώρα, ούτε και την εκκλησία του Λούκας. Απλώς δεν ξέρει ακόμη, πως να αντιδράσει ηθικά-ιστορικά απέναντί τους. Σίγουρα, δεν θέλει οι κόρες του να δεθούν με τον ιερέα. Υπάρχει μια τρομακτική ψυχρότητα, μα και αναξιόπιστη συμπάθεια από τον Καρλ. Έχει το ρόλο της υπόνοιας στο μυαλό του θεατή, μέχρι το κατάλληλο σημείο αντίδρασης. Έτσι διατηρούμε κάποια επιφύλαξη, έχοντας μια τελευταία παραπλανητική αίσθηση εμπιστοσύνης στον Λούκας.
Λούκας & Παραπλάνηση
Το έργο πετυχαίνει να αποκρύψει από τον Σινεφίλ το αληθινό μονοπάτι του Δικαίου για πολύ ώρα, μέσα από το σενάριο, τη σκηνοθεσία, το μοντάζ & φυσικά την εξαιρετική διεύθυνση φωτογραφίας. Η ίδια η μορφή της θέασης εξάλλου, το επιτυγχάνει εξαρχής αυτό. Μια θέαση προσομοιαζόντων πανέμορφων κάδρων, ισορροπώντας ανάμεσα στο φανταστικό & το ρεαλιστικό, στο ανθρώπινο & το επιτηδευμένο (λευκό μακιγιάζ στα πρόσωπα των ατόμων για τη φωτογραφία εποχής), εκφράζοντας την αντανακλώμενη αντίληψη του φωτογράφου/ιερέα Λούκας. Όμως μόνο η φωτογραφική Τέχνη τον κάνει επίτηδες στα μάτια μας παραπλανητικά λίγο προοδευτικό.
Επιπλέον τον παραδέχεται ως διεκδικητή του Πάθους για την Άννα (κόκκινη απόχρωση φωτογραφικού θαλάμου εποχής). Έτσι ο Σινεφίλ, αν και έχει δει άλλα σκοτάδια του Λούκας, εξακολουθεί να παραπλανάται. Ασυνείδητα τον θεωρεί πρωταγωνιστή, ασχέτως αν τον εμπιστεύεται ή όχι πια. Δεν ξέρουμε πολλά, μα παράλληλα καταλαβαίνουμε την ιδιοσυγκρασία του. Τα νύχια του είναι μονίμως φαγωμένα & βρώμικα, υποδηλώνοντας μια μορφή νεύρωσης. Μόλις φτάνει στην Ισλανδία επιλέγει να ξυρίσει τα γένια του, παριστάνοντας έναν ξεχωριστό ιερέα. Μα κακά τα ψέματα. Στην πραγματικότητα, ο Λούκας έδρασε όπως οι χειρότεροι κατακτητές επί ισλανδικού εδάφους. Απλώς πιο ύπουλα.
Ράγκναρ & Αφύπνιση
Στον αντίποδα, τα στοιχεία αυτής της, μέχρι ένα σημείο, σκόπιμα καλλιεργημένης εμπιστοσύνης μάς παρασύρουν να παρατηρούμε τον ορατό ανταγωνιστή Ράγκναρ, από επιφυλακτική απόσταση. Και να τον φοβόμαστε. Με τις ιστορίες του για το εφιαλτικό όνειρο με τα χέλια, με τα μουρμουρητά τραγούδια του ή με τη μεθοδική του εκγύμναση. Ακόμη και με την απρόβλεπτη, σοκαριστική διάσπαση της μέχρι τότε σκόπιμης κρυψίνοιάς του απέναντι στον Λούκας. Όμως θα αποκαλυφθεί σταδιακά, ότι δεν ήταν ανταγωνιστής, μα κρυμμένος πρωταγωνιστής.
Ο Ισλανδός Ράγκναρ θα μπορούσε να αποτελεί τη σταδιακή, αφυπνιστική συνείδηση του Σινεφίλ, η οποία διερωτάται, μέχρι που θα πάει αυτή η -έστω και πιο ήπια- διατήρηση κυριαρχίας από τους Δανούς. Γίνεται νοηματικά μια αχνή συσχέτιση των εννοιών Ράγκναροκ – Ράγκναρ. Το Ράγκναροκ, σύμφωνα με τη σκανδιναβική μυθολογία, αποτελεί το τέλος του κόσμου και τη διαμάχη των θεών. Εφόσον μετά την ολέθρια καταστροφή του Ράγκναροκ υπάρχει υπόσχεση για τη νέα Ζωή, τότε μπορούμε να θεωρήσουμε με μορφή παραλληλισμού, ως κομβικής σημασίας τη διαμάχη των Ράγκναρ και Λούκας. Σχετικά με το τότε πιο ελπιδοφόρο ιστορικό μέλλον της ανεξάρτητης Ισλανδίας.
Η πραγματική σύγκρουση ανθρώπων και χωρών αρχίζει να διαφαίνεται στο έργο από το θάνατο του μεταφραστή του Λούκας και έπειτα. Τότε ο Λούκας παραληρεί. Χάνει αυτή την πρώτη μάχη με τον Ράγκναρ. Ο Ράγκναρ δεν φοβάται την ισλανδική γη και τα καμώματά της. Τη γνωρίζει καλά. Αντιθέτως, ο Λούκας καταρρέει απλά στο διάβα της, ακόμη και ιππεύοντας. Ο Ράγκναρ θέλει να φωτογραφηθεί, όχι μόνο για την εξασφάλιση της δικής του αθανασίας, μα επίσης για να έχει αντίλογο ως ισλανδικό, ιστορικό ντοκουμέντο, άνευ δανέζικης επιβολής.
Γιάννης Κρουσίνσκυ
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα eretikos.gr