Η Σόφι θυμάται τις μέρες των διακοπών που είχε περάσει με τον (διαζευγμένο) πατέρα της σε παραθαλάσσια θέρετρα της Τουρκίας, στην ηλικία των έντεκα ετών.
Το «βιωματικό» δε σημαίνει απαραίτητα και κινηματογραφικό. Όσο αληθινό ή προσωπικό μπορεί να είναι. Για να το «μετατρέψεις» σε ταινία, πρέπει ν’ αντέχει να σε κρατάει και στο πλαίσιο μιας ιστορίας. Το σινεμά αφηγείται ιστορίες. Το σινεμά είναι ιστορίες. Όχι στιγμές. Που ακόμα και καταγεγραμμένες από μια βιντεοκάμερα να τις έχεις, όσο δικές σου και να ‘ναι, κάπου θα θελήσεις να το πατήσεις το ρημάδι το fast forward! Στα πιο πληκτικά σημεία. Καταλαβαίνεις, έτσι (για μάλλον το έχεις κάνει στο παρελθόν…); Τι συμβαίνει, όμως, όταν όλες οι στιγμές που περιέχει αυτή η (όποια) «κασέτα», μονάχα βαρεμάρα μπορούν να σου προκαλούν; Καλώς ήλθες στο «φιλμικό» σύμπαν του «Aftersun»…
Στην πραγματικότητα, τούτο το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Σάρλοτ Γουέλς (με τις ευλογίες του Μπάρι Τζένκινς του «Moonlight» σε ρόλο παραγωγού) δεν αποτελεί κάτι το πραγματικά κακό. Απλά, δεν είναι ταινία. Και αυτόματα αυτό (για μένα) κάνει το όλο εγχείρημα να πετιέται στο καλάθι των αχρήστων, ως «κακό» σινεμά. Δίχως καμία διάθεση να διηγηθεί (και ως σεναριογράφος) μια πλήρη ιστορία με εξέλιξη πλοκής που θα μπορούσε ν’ αφορά κάθε θεατή, η Γουέλς «κλείνεται» στις αναμνήσεις μιας «personal fiction» (όπως την αποκαλεί η ίδια) φόρμας και ξετυλίγει αποσπάσματα αυτοβιογραφικά για τη δοκιμασία της σχέσης της με τον πατέρα της, μέσω ενός καλοκαιρινού ταξιδιού τους, δίχως τη συντροφιά της (σε «φιλική» διάσταση μαζί του) μητέρας της, ενώ εκείνη βρισκόταν στην τρυφερή ηλικία των έντεκα ετών.
Μέσα στο πρώτο δεκάλεπτο δε συμβαίνει (απολύτως) τίποτα και αυτό αρκεί για να καταλάβεις πως θα προχωρήσει το πράγμα… Μικροεπεισόδια (με το κρεβάτι) στο δωμάτιο του πρώτου ξενοδοχείου στο οποίο καταφθάνουν, ηλιοθεραπεία, παιχνίδια στην πισίνα, «σκοτωμένος» χρόνος διακοπών χωρίς κάτι το αξιοσημείωτο, τυπικός διάλογος ανάμεσα σ’ ένα παιδί τέτοιας ηλικίας και τον πατέρα του που ακόμα αισθάνεται νέος, αλλά βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο στη ζωή του, συνθέτουν την ατμόσφαιρα ενός δράματος που αρνείται ν’ αλλάξει τόνο και, ενίοτε, μόλις που φροντίζει να πασαλείβεται με αντηλιακό για να μην καεί από τον ήλιο, όντας «αγκιστρωμένο» στην ακινησία μιας ξαπλώστρας.
Από το «Aftersun» απουσιάζει το θάρρος ενός έργου εξομολογητικού (αφού, προφανώς, η Γουέλς το αντιμετωπίζει σαν ψυχοθεραπευτική κατάθεση), ένας πλούτος σκέψης και γλώσσας, που εδώ αντικαθίσταται από την «ασφάλεια» του ρεαλιστικού και του «άλλοθι» του ανεπιτήδευτου. Οι προθέσεις υπάρχουν, όμως, το αποτέλεσμα δηλώνει σκηνοθετική αδυναμία διαχείρισης κάτι πιο σοβαρού και πλήρους. Απλά, «σερφάρει» πάνω στο (νέο) κύμα που προστατεύει το «γυναικείο» σινεμά στην παρούσα στιγμή και επαναπαύεται σ’ αυτό, δίχως να νοιάζεται για μία εκ βαθέων προσέγγιση των χαρακτήρων της (ειδικά ο πατέρας δεν έχει καν ρόλο, γι’ αυτό και η σκηνή όπου πλαντάζει μόνος στο κλάμα ή το «σκάει» βουτώντας στη θάλασσα μια νύχτα, με στόχο ενδεχόμενα επίφοβο, αιωρούνται σ’ ένα κενό συναισθημάτων που χαρακτηρίζει όλο το φιλμ). Μέγα λάθος και η μοναδική ενήλικη σεκάνς της Σόφι (που δεν φανερώνει τίποτα περισσότερο από τη μελλοντική σεξουαλική τάση της ηρωίδας), χαμένη μέσα σε εναλλαγές των πλάνων του παρελθόντος από μια DV κάμερα ή του χορευτικού «σκότους» (με την εκνευριστική χρήση του strobe light) που πνίγει τα πάντα γύρω από τις προσωπικές σχέσεις πατέρα και κόρης στην ασάφεια.
Η φυσικότητα της μικρής Φράνκι Κόριο είναι αξιοσημείωτη και ανά στιγμές σε κάνει να νοιαστείς για τη Σόφι, αλλά οι συσσωρευμένες σεκάνς του απόλυτου τίποτα που την περικυκλώνουν σε κάνουν να χάνεις το ενδιαφέρον σου γι’ αυτήν. Στο πλαίσιο αυτού που αποκαλούμε «σημεία των καιρών», το «Aftersun» έχει αγκαλιαστεί από την παγκόσμια κριτική ως ένα μικρό αριστούργημα για την κινηματογραφία του (πολύπαθου) σήμερα. Προσωπικά, αναρωτιέμαι γιατί δε συνέβη αυτό με το «Σελήνη, 66 Ερωτήσεις» της Ζακλίν Λέντζου στη θέση του…
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Τον περσινό Δεκέμβρη είχατε δει τη «Μικρή Μαμά» της Σελίν Σιαμά και σας είχε «αγγίξει»; Εσείς είστε το target group κι εδώ. Μόνο εσείς!
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr