ΤΖΟΓΑΔΟΡΟΣ, Ο - Γιάννης Ζουμπουλάκης
Τα τελευταία χρόνια, όποτε βλέπω τον Ράσελ Κρόου να εμφανίζεται σε ταινία, έχω την αίσθηση ότι κάτι δεν θα πάει καλά με την ταινία • η εικόνα του έχει αποκτήσει κάτι το σχεδόν απωθητικό και δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στο ότι θυμίζει ελέφαντα, στο γεγονός ότι ποτέ δεν είμαι απολύτως βέβαιος για το τι ακριβώς λέει, στους κάκιστους ρόλους που επιλέγει, ή και στα τρία. Το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο έντονο στο «Pokerface» καθώς εδώ, ο Κρόου δεν φτάνει που πρωταγωνιστεί (στον ρόλο ενός δισεκατομμυριούχου εξπέρ του πόκερ που σχεδιάζει να παίξει ένα επικίνδυνο παιχνίδι στους κολλητούς του από την εφηβική ηλικία) αλλά επίσης σκηνοθετεί • δικό του μάλιστα σενάριο.
Αρα κάτι σαν τελειωμένη υπόθεση από τους τίτλους αρχής κιόλας. Και πράγματι, η προχειρότητα και ευκολία με την οποία εκτυλίσσεται η δράση και δομούνται οι σκηνές στο «Pokerface» είναι σχεδόν αστεία και εντελώς αποκαρδιωτική. Tο όλο εγχείρημα θυμίζει ατμόσφαιρα Αγκάθα Κρίστι ενταγμένη σε ελληνική βιντεοκασέτα της δεκαετίας του 1980 – και αυτό πέρα από την αφέλεια της ίδιας της ιστορίας όπου όχι μόνο δεν υπάρχει έστω μια πειστική σκηνή αλλά ούτε μια πραγματική σκηνή πόκερ, την ώρα που κάθε τι στην ταινία σε προδιαθέτει, τουλάχιστον, για ένα μεγάλο παιχνίδι στην τσόχα…
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr