ΛΕΟΝΟΡΑ ΑΝΤΙΟ - Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Οι φευγαλέες ευρηματικές σκηνοθετικές ιδέες και οι συγκινητικοί χαμηλότονοι στοχασμοί πάνω στο εφήμερο της ύπαρξης δεν αρκούν για να υποστηρίξουν ένα ανά σημεία φάλτσο και άνισο σενάριο.
Τον Δεκέμβριο του 1936, σε ηλικία 69 ετών, ο Ιταλός νομπελίστας δραματουργός Λουίτζι Πιραντέλο ("Απόψε αυτοσχεδιάζουμε") έχασε τη ζωή του. Για την κηδεία του ο λαοφιλής δημιουργός είχε δώσει σαφείς οδηγίες. Μεταξύ άλλων, η τέφρα του έπρεπε να μεταφερθεί από τη Ρώμη στη Σικελία. Μια διαδικασία φαινομενικά απλή, η οποία, ωστόσο, συνάντησε μια σειρά από σουρεαλιστικά εμπόδια.
Σ’ αυτά δίνει σάρκα και οστά ο 91χρονος Πάολο Ταβιάνι, στη δεύτερη σόλο σκηνοθετική δουλειά του μετά την απώλεια του αδερφού του Βιτόριο και το "Μια Προσωπική Ιστορία". Μια πρώτη σύνδεση ανάμεσα στο λυπηρό γεγονός και στο θέμα του φιλμ είναι εμφανής: όση διαχρονικότητα και εάν έχεις επιτύχει μέσα από το έργο σου, είναι αδύνατο να έχεις τον έλεγχο του θανάτου σου. Οι ευρηματικοί αναστοχασμοί του Ταβιάνι πάνω σ’ αυτό προσφέρουν αυθεντικότητα στην ταινία, σε συνδυασμό με τις πιο κωμικές στιγμές που της προσδίδουν γλυκιά σπιρτάδα. Ωστόσο, η απροσδόκητη, εκτός αφηγηματικού πλαισίου τελευταία πράξη, αφιερωμένη στη φάλτσα μεταφορά του "Καρφιού" του Πιραντέλο, υποβαθμίζει το σενάριο στο επίπεδο μιας άγουρης άσκησης ύφους.
Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr