Μενού

AMSTERDAM - Θοδωρής Δημητρόπουλος

Στο διάστημα του μεσοπολέμου, ένας γιατρός κι ένας δικηγόρος γίνονται μάρτυρες ενός φόνου για τον οποίο εν συνεχεία κατηγορούνται. Καθώς προσπαθούν με τη βοήθεια μιας παλιάς τους φίλης νοσοκόμας να φτάσουν στην αλήθεια, θα αρχίσουν θέλοντας και μη να ξετυλίγουν μια τεράστια πολιτική συνωμοσία που φτάνει πολύ ψηλά– πολύ ψηλά για να μην την αντιμετωπίσουν, πολύ ψηλά για να τους γράψει η ιστορία.

1653 4

7 χρόνια μετά το “Joy” με τη Τζένιφερ Λόρενς, ο Ντέιβιντ Ο. Ράσελ (“The Fighter”, “Silver Linings Playbook”) επιστρέφει με νέα ταινία που ωστόσο αν προσεγγίζει σε ύφος και προθέσεις κάποιο από τα προηγούμενα έργα του δεν είναι τα οσκαρικά του εγχειρήματα αλλά το καλτ “I <3 Huckabees”. Το “Amsterdam”, μέσα από μια παραληρηματικά ασύνδετη παρέλαση αστέρων (δεν υπάρχει β’ και γ’ ρόλος που να μην παίζει κάποια γνωστή φάτσα, με αποκορύφωμα τον άμεσου καμπ μεγαλείου ρόλο της Τέιλορ Σουίφτ), τις θεατρικές στα όρια της επιθεώρησης ερμηνείες (ο Κρίστιαν Μπέιλ ειδικά είναι φανταστικός, το καταδιασκεδάζει) και μια πλοκή που μοιάζει σε σημεία κι η ίδια χαμένη κάπου ανάμεσα στην αλήθεια και τη μυθοπλασία, είναι σχεδόν όσο σουρεαλιστικά παράλογο έπρεπε για να είναι απολαυστικό. Σχεδόν.

Τα επιμέρους επεισόδια λειτουργούν κάτω από μια καμπ συνθήκη όπου οι πάντες παίζουν σα να τους πάτησαν τον κάλο και η εξέλιξη του σεναρίου προκύπτει σα να ήταν αυτοσχεδιασμός, με την πολύ καλή τρίτη πράξη να εκτυλίσσεται μπροστά σε ένα μαύρο φόντο, λες κι όλοι αυτοί οι ρολίστες της Ιστορίας δίνουν τα ρέστα τους παίζοντας απλώς στα παρασκήνια κάποιας παλαβής θεατρικής παράστασης. Είναι μια αισθητική επιλογή που περιέργως ταιριάζει με τον ίδιο τον παραλογισμό μιας συχνά σουρεάλ πολιτικής πραγματικότητας, όπως αυτή που περιγράφει το “Άμστερνταμ” θέλοντας εμφανώς να την παραλληλίσει με την σημερινή– δίχως μάλιστα να πλασάρεται ως ακραία ικανοποιημένο με τον εαυτό του και την εξυπνάδα του.

1653 6

Αυτή η όλη προσέγγιση έχει βέβαια ως θύμα τη συνέπεια, καθώς η ταινία κάνει κοιλιά σε αρκετά σημεία, ενώ όταν αναζητά ένα συμβατικό συναισθηματικό κέντρο (κυρίως το safe space του Άμστερνταμ στις καρδιές και τις αναμνήσεις της τριπλέτας των Μάργκοτ Ρόμπι, Κρίστιαν Μπέιλ και Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον) χάνει την εσάνς παράνοιάς της. Ακόμα και με μια ατυχή μίξη κατευθύνσεων, η ταινία είναι ωστόσο από τις ανώτερες σκηνοθετικές απόπειρες του σκηνοθέτη, αστεία και τολμηρή. Μια απρόσμενη επιστροφή προς την αφηγηματική και στιλιστική αναρχία στην υπηρεσία της Ιστορίας– κάποιες φορές αυτός είναι ο μόνος τρόπος να κάνουμε τον κόσμο να βγάλει νόημα.

Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr

Smart Search Module