Ανάμεσα στο νουάρ, το αλμοδοβαρικό μελό και με πολλές άλλες αναφορές στο σινεμά (από τον Χίτσκοκ και τον πρώιμο Κιούμπρικ μέχρι τον Γουέλς και τον Νικολαϊδη) κινείται στην πρώτη του αυτή ταινία μεγάλου μήκους ταινία ο Χρήστος Μεσσαλάς, και αν το σύνολο παραμένει σκόρπιο (που σε ένα μεγάλο μέρος οφείλεται στο άνισο, χωρίς κεντρική ιδέα σενάριο), από κινηματογραφικής καθαρά πλευράς δείχνει πως έχουμε να κάνουμε με ένα σκηνοθέτη με ταλέντο και φαντασία που αν πετύχει να χειραγωγήσει την έμπνευση του μπορεί να προσφέρει πολλά.
Η ιστορία εκτυλίσσεται βασικά στη γνωστή στοά και τις αίθουσες (του θεάτρου και του εγκαταλειμμένου καλοκαιρινού κινηματογράφου) της γνωστής στοάς του Broadway, ανάμεσα στην Πατησίων και την Αγίου Μελετίου. Εκεί, η Νέλλη, που το έχει σκάσει από την οικογένεια της, θα βρει άσυλο κοντά στον Μάρκο, που την ερωτεύεται, αρχηγό μιας ομάδας πορτοφολάδων περιθωριακών που, χρησιμοποιώντας τα φανταχτερά κοστούμια του θεάτρου, στήνουν σε διάφορα μέρη της Αθήνας, περφόρμανς, για να μπορέσουν άνετα να ξαφρίσουν από τα πορτοφόλια τους τούς αθώους, παρασυρμένος από το σέξι θέαμα θεατές.
Όταν όμως η Νέλλη γνωρίζει και ερωτεύεται τον Γιόνας, έναν κυνηγημένο από την αθηναϊκή μαφία μετανάστη, που ο Μάρκος έχει κλειδωμένο στην αποθήκη του κτιρίου και τον μεταμορφώνει σε γυναίκα, τη Μπάρμπαρα, για να φτιάξει μαζί του το σέξι ντουέτο στην περφόρμανς της, τα πράγματα μπερδεύονται, οδηγώντας σε επικίνδυνα παιχνίδια.
Εκεινο που πάνω από όλα καταφέρνει ο Μεσσαλάς είναι να φτιάξει μια ωραία, με κινηματογραφικές αναφορές ατμόσφαιρα: από τις σκηνές στα καμαρίνια του θεάτρου και των γύρω χώρων, με τα φανταχτερά κοστούμια, τα σέξι φορέματα, τους καθρέφτες, το μαϊμουδάκι, μέχρι εκείνες στους άδειους δρόμους, με τα γκράφιτι και την πλήρη εγκατάλειψη, που δημιουργούν την εικόνα μιας Αθήνας της κρίσης, με εικόνες εικαστικά εντυπωσιακές (με ατμοσφαιρική φωτογραφία από τον Κωνσταντίνο Κουκουλιό), με εξαιρετική μουσική επένδυση (από τον Γκάμπριελ Γιάρεντ), και ωραίες συνολικά ερμηνείες, ιδιαίτερα από την Έλσα Λεκάκου και τον Φοίβο Παπαδόπουλο.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr