Μια κοπέλα, λίγο πάνω από τα20, βρίσκεται δολοφονημένη σ΄ ένα απόμερο μέρος στο Παρίσι μια νύχτα της δεκαετίας του ‘ 50. Ο κουρασμένος επιθεωρητής Μαιγκρέ αναλαμβάνει την λύση του μυστηρίου.
Για να χρησιμοποιούνται καλύτεροι οι όροι ,η μακράν καλύτερη ταινία του καλοκαιριού. Εννοώντας ότι δεν ήταν από τις αναμενόμενες, ένα είδος έκπληξης που ευτυχώς υποδέχτηκαν θετικά οι σινεφίλ. Αρχικά να λυθούν οι παρερμηνείες. Ο Σιμενόν δεν είναι απλά ένας καλός και αξιόλογος συγγραφέας «εγκεφαλικών» αστυνομικών μυθιστορημάτων αλλά ένας κορυφαίος κοινωνιολόγος και αναλυτής, σημειολόγος του καθημερινού, ερευνητής και αναλυτής του εχθρικού κόσμου που μας περιβάλλει. Αυτή την κουλτούρα της εχθρότητας, της διαστροφής και του κινδύνου διερευνά έντεχνά. Ο Λεκόντ βρίσκεται στις πιο καλές στιγμές του κινηματογραφώντας με ιμπρεσιονιστικό τρόπο.
Το χειμερινό Παρίσι, με χρώματα ξεβαμένα, με επικράτηση του γκρι, όπου επιπλέει η ογκώδης φιγούρα του Ντεπαρντιέ, που είναι συγκλονιστικός σε ένα τραγικό ρόλο.΄Εχουμε ουσιαστικά ένα δοκίμιο πάνω στο πάθος. Αυτό του ερευνητή, σημειολόγου επαγγελματία, κοινωνιστή, ευαίσθητου άνδρα. Το άλλο της διαστροφής ,της εξαγοράς, του βλέμματος του άλλου και το τρίτο της παγίδας αναζήτησης της ελευθερίας. Οι διάλογοι είναι μικρές λακωνικές φιλοσοφικές αποτιμήσεις, κοινωνιολογικές στάσεις αναγνώρισης και πικρίας, λογοτεχνικά επιτεύγματα. Αυτό το κολλώδες ,που σου προσφέρει η φωτογραφία, παραπέμπει στις «βρώμικες» και δυσώδεις εκκρίσεις της διαστροφής της αστικής τάξης σ΄ ένα κόσμο έτσι ή αλλιώς ανίατο, άρρωστο, που, είτε αναλώνεται σε κακίες, είτε σκηνοθετεί και εξαγοράζει τις φαντασιώσεις του.
Κι ο Λεκόντ αναρωτιέται: Τι κάνει για όλα αυτά το σινεμά (εκπληκτική η σεκάνς στο κινηματογραφικό στούντιο, όπου όλα είναι πλαστά, ψεύτικα και παραπλανητικά). Μας ωραιοποιεί το βρώμικο με τις σκληρές αστυνομικές ταινίες, μας εξαπατά (δες Γκοντάρ), μας κολακεύει (δες Γουέλς). Ως αστική τέχνη συνεργεί σ΄αυτό το εχθρικό σύμπαν. Ως εκ τούτου, το μάτι απαιτείται να είναι εξασκημένο για να μη φτάσει στην αποτροπή. Μόνη λύση που υπάρχει είναι η αγάπη, που μπορείς να την προσφέρεις σιωπηλά, ανυστερόβουλα, με ρίσκο. Το τελευταίο αφορά στις παρερμηνείες και στους ψιθυρισμούς που μπορεί να υπάρξουν, αλλά ένας γνήσιος άντρας, όπως ο επιθεωρητής Μαιγκρέ, οφείλει να αγνοεί όλα αυτά. Όλα τα άλλα είναι ( για να θυμηθώ και το κλειδί της μυθοπλασία) πολυτελή επώνυμα ενδύματα που μόνο φιγούρες του σινεμά μπορούν να εξυπηρετήσουν και μόνο ως φετίχ μπορούν να λειτουργήσουν, ούτε καν ως φθηνή επίδειξη.
Αλέξης Δερμετζόγλου
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kemes.wordpress