Αφού καταφέρνει ν’ αποδράσει από μία ψυχιατρική κλινική στην Εσθονία, η μικρή Έστερ βρίσκει καταφύγιο στις ΗΠΑ παριστάνοντας την εξαφανισμένη για χρόνια κόρη μιας πλούσιας οικογένειας. Πόσο θ’ αντέξει να παίζει το καλό κορίτσι, όμως;
Το «Ορφανό» του 2009 ήταν ένα θρίλερ έκπληξη, ιδιαίτερα πρωτότυπο, τολμηρό και νοσηρό. Όσοι το έχουν παρακολουθήσει, σίγουρα θυμούνται το εννιάχρονο κορίτσι που υιοθετήθηκε από μια οικογένεια η οποία θέλησε να καλύψει τη θλίψη της απώλειας του δικού της παιδιού, με τα… πλέον άσχημα αποτελέσματα. Τούτος ο «Πρώτος Φόνος» επιχειρεί να λειτουργήσει σαν prequel του original φιλμ, ξεκινώντας την ιστορία της Έστερ από την Εσθονία του 2007. Σίγουρα κατώτερο στις συγκρίσεις με το «Ορφανό», ο έργο του horror-ατζή διαθέτει ουκ ολίγες παραδοξότητες, η πρώτη εκ των οποίων είναι το casting της ίδιας πρωταγωνίστριας, που «έχασε» χρόνια από την ηλικία της ηρωίδας με χρήση ψηφιακών εφέ και κάμποσου make-up. Για εκείνους που γνωρίζουν το μυστικό της πρώτης ταινίας, όλο αυτό… μπουρδουκλώνει εντελώς το concept, εξαρχής!
Η εισαγωγή παρουσιάζει ξεκάθαρα τόσο την επικινδυνότητα του χαρακτήρα της Έστερ, όσο και την εγκληματική της φύση, καθώς στην προσπάθειά της ν’ αποδράσει από μία ψυχιατρική κλινική, σκοτώνει όποιον σταθεί εμπόδιο στο σχέδιό της. Αφού ξεψαχνίσει το «παραμύθι» που θα πουλήσει για να εγκαταλείψει και την πατρίδα της, εντοπίζει περίπτωση κοριτσιού που εξαφανίστηκε πριν από χρόνια και την υποδύεται ως απαχθείσα και τραυματισμένη από την εμπειρία, ώστε να καταλήξει στις ΗΠΑ και σε μια πλούσια οικογένεια από το Κονέκτικατ, που προσπαθεί να της προσφέρει ψυχική ηρεμία και θαλπωρή… ανάλογα με τα κέφια της Έστερ, φυσικά.
Όπως λέει και η Τζούλια Στάιλς στην καλύτερη (και εντελώς ανατρεπτική) σκηνή του «Πρώτου Φόνου», η εξέλιξη της πλοκής είναι… «beyond fucked up» και αυτός είναι σχεδόν αποκλειστικά ο λόγος που τούτο το prequel επιζεί του ολοκληρωτικού disaster, μ’ ένα σενάριο που μπήγει τα δόντια ενός ακόμη σκληρότερου σαρκασμού από το όλο μυστήριο της πρώτης ταινίας, για να μετατρέψει το θεσμό της οικογένειας σε κάτι πιο απατηλό, δυσάρεστο και αρρωστημένο από αυτό που μπορεί να φανταστεί ο μέσος θεατής! Ατυχώς, η σκηνοθεσία αδικεί τις καλές ιδέες που έχει η ιστορία εδώ, με τον Γουίλιαμ Μπρεντ Μπελ να περιορίζεται στην ψυχαγωγική απόδοση του camp στοιχείου, δίχως ιδιαίτερες αρετές. Χαμένη ευκαιρία για κάτι στιβαρά ενοχλητικό στον κοινωνικό και ταξικό σχολιασμό του, αν όχι και με αναπάντεχα πολιτικές πτυχές.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Κάπου ανάμεσα στο αχρείαστο και το άστοχο δημιουργικά, το «Ορφανό: Πρώτος Φόνος» είχε κάποια φόντα να σταθεί στο ύψος του, όμως, στην τελική, ηττάται από την έλλειψη σοβαρότητας της παραγωγής, που απλά επιχειρεί να «ξεζουμίσει» ένα πετυχημένο concept. Βλέπεται (χάρη στο τρελό plot twist), αλλά μονάχα από fans του genre που μπορεί να έχουν χρόνο… για σκότωμα.
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr