Στη σύντομη αλλά λαμπρή κινηματογραφική του καριέρα, ο James Dean πρόλαβε να συμμετάσχει μόνο σε τρεις ταινίες: «East of Eden» (1955 ), «Rebel Without a Cause» (1955), «Giant» (1956). Το πρώτο -σκηνοθετημένο από τον Elia Kazan- είναι αναμφίβολα το καλύτερο με αυστηρά καλλιτεχνικά κριτήρια. Το δεύτερο -σε σκηνοθεσία του Nicholas Ray- αν και απέκτησε μυθική διάσταση δεν διατηρεί τη λάμψη του με την πάροδο του χρόνου, ενώ το τρίτο -σε σκηνοθεσία του καλού τεχνίτη Georges Stevens- ακολουθεί τα μελοδραματικά στερεότυπα του Χόλιγουντ.
Το σενάριο του «East of Eden» ανήκει στον θεατρικό συγγραφέα Paul Osborn και βασίζεται στο τελευταίο μέρος του ομώνυμου βιβλίου του John Steinbeck (του 1952). Η πλοκή διαδραματίζεται το 1917 στο χωριό Salinas της Καλιφόρνια. Ο Cal (James Dean), από τις πρώτες κιόλας σκηνές της ταινίας, μας συστήνεται ως ένας εξαγριωμένος και απογοητευμένος έφηβος, που του αρέσει να κάνει συνεχώς το δικό του, χωρίς να υπολογίζει καθόλου τον περίγυρο και την οικογένειά του. Το άκρως αντίθετο είναι ο αδελφός του ο Aron (Richard Davalos), ο οποίος δείχνει ότι είναι αξιοπρεπής, εργατικός, θεοσεβούμενος και υπεύθυνος• δηλαδή όπως ακριβώς είναι και ο πατέρας τους, Adam Trask (Raymond Massey). Η σύγκρουση ανάμεσα στα δύο αδέλφια είναι αναμενόμενη, όπως αναμενόμενη είναι και η σύγκρουση ανάμεσα στον Cal και τον πατέρα του. Η νεαρή μνηστή του Aron, η Abra (Julie Harris), βρίσκεται ανάμεσα σε αυτές τις συγκρούσεις και από τη μία γίνεται η αιτία για την όξυνσή τους, και από την άλλη ο ρόλος της είναι καταλυτικός στη δραματική κορύφωση της ταινίας. Εξαιρετική είναι και η ερμηνεία της Jo Van Fleet, στον ρόλο της μητέρας των αγοριών που τα εγκατέλειψε όταν ήταν μωρά για να ακολουθήσει τη δική της ζωή.
Το «East of Eden» εκτόξευσε τον τότε 23χρονο Dean και τον έκανε πολιτιστικό είδωλο για μια γενιά Αμερικανών. Είναι ο παρεξηγημένος νεαρός που επαναστατεί για να διεκδικήσει τη δική του ταυτότητα και να απελευθερωθεί από τα τραύματα της εφηβείας του. Ο Dean, όπως τόσοι άλλοι που παρακολούθησαν μαθήματα στο «Actors Studio» του Lee Strasberg, ανατίναξε τις φαινομενικές βεβαιότητες και την προβλεψιμότητα της εποχής του μέσω του συναισθηματικού αυτοσχεδιασμού και της αναζήτησης της ψυχολογικής αλήθειας που κρύβεται κάτω από την πλοκή. Το τραγικό είναι ότι αυτή ήταν η μοναδική από τις ταινίες του που κυκλοφόρησε ενώ ζούσε (πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα έναν μήνα πριν από την κυκλοφορία του «Rebel Without a Cause»).
Η ταινία αποτελεί μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του βιβλικού μύθου των Κάιν και Άβελ. Αν και το φιλμ θα μπορούσε να καταρρεύσει κάτω από το βάρος των βιβλικών συμβολισμών του, είναι αξιοσημείωτο το κατόρθωμα του Kazan να δημιουργήσει έναν ισχυρό ηθικό μύθο που φλέγεται από συναισθηματική ένταση. Άραγε πρόκειται για μια σύγκρουση του καλού (Aron) με το κακό (Cal); Φυσικά και όχι. Ο Kazan τονίζει το ακριβώς αντίθετο: δεν υιοθετεί τη μανιχαϊστική διάκριση καλού και κακού! Η προσωπικότητα του Cal, που συνεχώς χαρακτηρίζεται «κακιά» και «σκοτεινή» από τον πατέρα του, είναι απλά παρεξηγημένη και το μόνο πράγμα που αποζητάει είναι λίγη αποδοχή από την απόμακρη πατρική φιγούρα.
Γύρω από τον κεντρικό αφηγηματικό άξονα της απογοήτευσης, της παραμέλησης και της έλλειψης αγάπης ο Kazan θίγει και άλλα ζητήματα όπως η οικογενειακή ευθύνη, ο υπαρξιακός ντετερμινισμός έναντι της ελεύθερης βούλησης, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός, η σύνδεση μεταξύ σωβινισμού και καπιταλισμού, η αστική ζωή σε αντίθεση με την ύπαιθρο, η σύγκρουση των γενεών, η ξενοφοβία, ο πουριτανισμός, η «ενοχλητική» παρουσία όσων είναι διαφορετικοί ή περιθωριοποιημένοι και αρνούνται να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των άλλων.
Ο Kazan αποφεύγει να εγκλωβιστεί στο σχηματικό πλαίσιο «πουριτανός πατέρας, μητέρα πόρνη και αλλοτριωμένα παιδιά»• παίζει με τις υπερκείμενες διχοτομήσεις, αλλά ταυτόχρονα αγκαλιάζει την εγγενή πολυπλοκότητα -τις καταστροφικές, δημιουργικές και λυτρωτικές δυνατότητες του ανθρώπου.
Η σκηνοθεσία του Kazan είναι γλαφυρή, με τολμηρή χρήση της κάμερας, με ασυνήθιστες κινήσεις και γωνίες για να σκοτεινιάσει το ύφος και να προβάλλει την οπτική του κεντρικού ήρωα στις έντονα δραματικές στιγμές. Με την εντυπωσιακή χρήση του έγχρωμου CinemaScope, όχι μόνο καταφέρνει να αντιπαραθέσει τις ειδυλλιακές κατάφυτες αγροτικές εκτάσεις με τις ταραγμένες ζωές των κύριων χαρακτήρων, αλλά αποτυπώνει και μέρος από τη μαγική ποίηση του μυθιστορήματος του Steinbeck.
Ο Kazan συγχωνεύει αριστοτεχνικά το συλλογικό με το ιδιωτικό, το οικογενειακό έπος με το ψυχόδραμα, τους αυτοβιογραφικούς υπαινιγμούς με τις βιβλικές αντηχήσεις. Ο Cal του είναι ένας Κάιν που δεν είναι κακός αλλά βασανισμένος και εμμονικός με την επιθυμία να γίνει αποδεκτός κι από τους δυο γονείς του. Μέσα από οδυνηρές εμπειρίες θα ανακαλύψει τη δύναμη των οικογενειακών δεσμών και το νόημα της ρομαντικής αγάπης. Αυτά τα δύο είδη αγάπης, λέει η ταινία, χρειάζεται κάθε έφηβος για να μεγαλώσει ως ένα υγιές και φυσιολογικό άτομο.
Γιώργος Ξανθάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr