Κάτι σαν φόρος τιμής στην πάλαι ποτέ, ξεθωριασμένη πλέον μαγεία του κινηματογράφου, με σαφείς αναφορές στον «Λεωφόρο της Δύσεως» (1950) του Μπίλι Γουάιλντερ, η ταινία «Το κόλπο της νυφίτσας» λειτουργεί κατά βάση ως «μαύρη» κωμωδία, παρότι ο χαρακτήρας της, συχνά είναι περισσότερο δραματικός.
Τέσσερα «απομεινάρια» ενός κινηματογραφικού παρελθόντος που έχει σβήσει από τη μνήμη του κόσμου, πέφτουν στην παγίδα δυο νέων (Κλάρα Λάγκο, Νίκολας Φραντσελα) που θέλουν να τους εκμεταλλευτούν παίρνοντας την βίλα στην οποία όλοι ζουν παρέα. Η πρώην ντίβα – σταρ (Γκρασιέλα Μπόρχες), ο ανάπηρος άντρας της, ασήμαντος ηθοποιός (Λουίς Μπραντόνι), ένας σεναριογράφος (Μάρκος Μούντστοκ) και ένας σκηνοθέτης (Οσκαρ Μαρτίνεζ) – παλιοί συνεργάτες και νυν συγκάτοικοι – καλούνται να αντιμετωπίσουν όχι μόνο τα δύο αρπακτικά αλλά και τους εαυτούς τους καθώς η κοινή ιστορία τους κρύβει πολλά σκοτεινά μυστικά.
Και ίσως αυτό να είναι το βασικό πρόβλημα της ταινίας του Χουάν Χοσέ Καμπανέλα, σκηνοθέτη του εξοχου «Μυστικού στα μάτια της»: αν απομονώσεις το καθαρά κωμικό σκέλος της, το «Κόλπο της νυφίτσας» μοιάζει να χάνεται μέσα σε ένα σενάριο φορτωμένο από απλοϊκές νοσταλγικές λεπτομέρειες της ζωής των ηρώων χωρίς ιδιαίτερο βάθος.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr