Μενού

ΤΡΙΑ ΠΑΤΩΜΑΤΑ, ΤΑ - Νίκος Παλάτος

Τρεις οικογένειες, οι οποίες διαμένουν σε τριώροφο κτήριο στα προάστια της Ρώμης, αντιμετωπίζουν σωρεία προβλημάτων στις εσωτερικές σχέσεις τους, που δεν λένε να λυθούν όσα χρόνια κι αν περάσουν.

Ελάχιστοι σκηνοθέτες έχουν καταφέρει να νικήσουν το πέρασμα του χρόνου και ο Νάνι Μορέτι σίγουρα δεν είναι ένας από αυτούς. Από την τελευταία του καλή ταινία, το «Δωμάτιο του Γιου Μου» (2001), έχουν περάσει πια είκοσι χρόνια! Έκτοτε, οι σκηνοθετικές του απόπειρες μπορεί να μην είναι πολλές, μα η αλήθεια είναι πως τοποθετούνται κατά πολύ κάτω του μετρίου. Με τούτα τα «Τρία Πατώματα» χτυπάει ναδίρ έμπνευσης και δημιουργίας σε όλους τους τομείς, κάνοντας το φιλμ να μοιάζει με προσωποποίηση της έκφρασης «περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις».

1526 4

Βασισμένη σε μυθιστόρημα του Ισραηλινού συγγραφέα Έσκολ Νόβο, η ταινία εξετάζει τις αλληλένδετες ζωές τριών οικογενειών της μεσαίας τάξης, που ζουν στο ρωμαϊκό προάστιο του Πράτι. Κάθε διαμέρισμα και πόνος, κάθε όροφος και καημός, με τον Λούτσιο (Σκαμάρτσο) να ανησυχεί όσο δεν πάει για την πιθανότητα σεξουαλικής αποπλάνησης της μικρής του κόρης από τον καλόκαρδο παππού του διπλανού διαμερίσματος, στον οποίο εκείνος κι η σύζυγός του την αφήνουν συχνά-πυκνά εξαιτίας επαγγελματικών υποχρεώσεών τους. Η εγκυμονούσα Μόνικα (η Άλμπα Ρορβάκερ σε ρόλο – σήμα κατατεθέν ψυχωτικής γυναίκας, φυσικά), από την άλλη, αναγκάζεται όχι μόνο να γεννήσει, αλλά και ν’ αναθρέψει επί της ουσίας το μωρό της μονάχη της, αφού η εργασία του συζύγου της τον αναγκάζει να απουσιάζει εκτός Ρώμης συνεχώς και επί μακρόν. Στον τελευταίο όροφο του κτηρίου ζει το ζεύγος ενός δικαστή και μιας δικηγόρου, των Βιτόριο και Ντόρα (Μορέτι και Μπούι, αντίστοιχα), οι οποίοι όχι μόνο δεν τα πηγαίνουν καλά με τον έφηβο γιο τους, αλλά βρίσκονται στην άκρως δυσάρεστη θέση να τον εγκαταλείψουν στην τύχη του, όταν ο νεαρός, ευρισκόμενος σε κατάσταση μέθης, προκαλεί θανατηφόρο αυτοκινητικό δυστύχημα.

1526 3

Η κοινή συνισταμένη των επιμέρους οικογενειακών ιστοριών είναι η τρέλα, τόσο σε μεταφορική όσο και σε κυριολεκτική έννοια. Ο Μορέτι δίχως να γνωρίζει πως θα χειριστεί την όλη κατάσταση (είναι η πρώτη φορά που ο Ιταλός auteur δεν γράφει απευθείας το σενάριο ταινίας του, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το σύνηθες αυτοβιογραφικό του μοτίβο), (παρα)τραβάει το θέμα όσο δεν πάει, καλύπτοντας μια δεκαετή περίοδο (με αντίστοιχα πενταετή άλματα στο χρόνο), που δεν περιποιούν τιμή ούτε στην εξέλιξη των χαρακτήρων, ούτε και στο καταστασιακό του πράγματος. Αν η υποπλοκή με την Ρορβάκερ κάπως στέκει σε ό,τι έχει να κάνει με το φευγάτο του χαρακτήρα της ένεκα οικογενειακού παρελθόντος (όχι, όμως, και το μίσος ανάμεσα σε σύζυγο και κουνιάδο της, που μοιάζει να είναι βγαλμένο μέσα από σαπουνόπερα!), η εμμονική «τρέλα» του χαρακτήρα του Σκαμάρτσο σχετικά με την πιθανή αποπλάνηση της επτάχρονης κόρης του από τον παππού της διπλανής πόρτας είναι γραφική όσο δεν πάει. Όταν, μάλιστα, και ο ίδιος μπλέκει άσχημα εξαιτίας των σεξουαλικών ορμών του και της νεανικής υστερίας, τότε το όλο πράγμα γλιστράει επικίνδυνα προς τη φαρσοκωμωδία, δίχως ασφαλώς να επιδιώκει κάτι τέτοιο. Τι στιγμή που (δέκα χρόνια μετά…) ο μπαμπάς ρωτά για χιλιοστή φορά την κόρη του τι έγινε εκείνο το βράδυ, ομολογώ πως γέλασα, αν και ο καλοσυνάτος Λούτσιο, αντιθέτως, έβαλε τα κλάματα. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν και για τον τρίτο σεναριακό πόλο, με τον άσωτο υιό και τους αυστηρούς, παλαιών αρχών γονείς, όπου στην πάροδο των ετών γίνεται ο κακός χαμός με εγκλεισμό, θάνατο, απομόνωση, μεταναστευτικό, μελισσοκομία και… υπερπέραν, σε μια σεναριακή εξέλιξη ικανή να γεμίσει ολόκληρη σεζόν τηλεοπτικής σειράς!

1526 5

Κάθε ήρωας παρουσιάζεται ως απολύτως παρορμητικός, έχοντας τον ελάχιστο δυνατό έλεγχο των πράξεών του, καταλήγοντας (μηδενός εξαιρουμένου) ν’ αναζητά τη συγχώρεση και την άφεση αμαρτιών, όπως περίπου συμβαίνει σε όλα τα καλά μελοδράματα. Κι εκεί ακόμα, όμως, ο Μορέτι τα κάνει θάλασσα, προτάσσοντας την οπτική της ευτυχισμένης οικογένειας ως τη μόνη λύση, όποιο κι αν είναι το τίμημα της επίτευξης του στόχου, προεξάρχουσας της εκτός τόπου και χρόνου περίπτωσης του Λούτσιο. Ακόμα περισσότερο ως εκτός τόπου στέκει, βέβαια, το φελινικού τύπου «ονειρικό μουσικό φινάλε» (!), που αν κάτι καλό διαθέτει είναι… οι τίτλοι τέλους που ακολουθούν.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μόλις τρία τα πατώματα, πλην όμως τα σκαλοπάτια ατελείωτα και ο ανελκυστήρας… εκτός λειτουργίας. Έχει πιστό κοινό ο Νάνι Μορέτι στη χώρα μας, όμως, δυσκολεύομαι να πιστέψω πως ακόμα κι εκείνοι οι πιο φανατικοί του φίλοι θα μπορέσουν να βρουν κάτι το αληθινά αξιόλογο σε τούτο το τελευταίο έργο του. Οι μέρες του «Αγαπημένου μου Ημερολόγιου» (1993) είναι τόσο μακρινές…

Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module