Η Έλενα ψάχνει διαφυγή εσωτερική και εξωτερική από τα αδιέξοδά της. Την πρώτη τη βρίσκει στο τραγούδι, τη δεύτερη με μία απόδραση από το άστυ προς άγνωστο προορισμό. Ο δρόμος της θα τη φέρει στο ferry boat για την Κεφαλονιά κι εκεί τυχαία θα συναντήσει τον Αντώνη που κάνει την αντίστοιχη διαδρομή για να εκπληρώσει ένα ιερό οικογενειακό χρέος. Στην πρώτη επαφή … αμηχανία. Οι δύο πρωταγωνιστές χαμένοι στην μοναξιά τους περιπλανιούνται κι αναζητούν την πολυπόθητη έλξη δίχως να το γνωρίζουν καλά καλά ούτε οι ίδιοι.
Χειμωνιάτικο το σκηνικό. Σκοτεινό τοπίο, εκκωφαντική ησυχία. Η ελληνική επαρχία και πάλι στο προσκήνιο. Τίποτα δε θυμίζει το τουριστικό θέρετρο που προσελκύει πλήθος κόσμου τα καλοκαίρια. Ερείπια, κατολισθήσεις, γραφειοκρατικά εμπόδια, διαφωνίες, υπαινιγμοί συνθέτουν ένα παζλ που τα κομμάτια του καλούνται να κολλήσουν βήμα βήμα οι περιπλανώμενοι. Η απόσταση μικραίνει, το χάσμα αμβλύνεται, πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο. Αναζητούν στήριγμα ο ένας στον άλλον. Μία νέα αρχή που θα τους δώσει ελπίδα.
Το μεταλλικό κουτί λειτουργεί διττά, ουσιαστικά ως προς το περιεχόμενό του για να ξετυλίξει την πλοκή και ταυτόχρονα αλληγορικά. Σαν ένα μπαούλο εμπειριών και αναμνήσεων που συλλέγονται ώρα την ώρα. Ο Ζωρζ δείχνει πως οι άνθρωποι δένονται με τα αντικείμενα κι είναι δύσκολο να τα αποχωριστούν. Την ίδια στιγμή όμως ίσως είναι κι ένα βάρος, ένα φορτίο που έχεις ανάγκη να αποχωριστείς κι ας μην το έχεις καταλάβει. Η λύτρωση έρχεται μονάχα όταν το αντιληφθείς στην πορεία.
Οι ερμηνείες των Έλενα Τοπαλίδου και Αντώνη Τσιοτσιόπουλου φαντάζουν βιωματικές. Άνθρωποι απλοί, λιτά ντυμένοι. Το “ντοκιμαντεριστικό” στοιχείο είναι εμφανές στο έργο. Οι δυο τους άλλωστε συνυπογράφουν το σενάριο με τον σκηνοθέτη. Στον δρόμο τους θα συναντήσουν εμπόδια, ωστόσο η δύναμη της επικοινωνίας και η εμπιστοσύνη που καλλιεργείται θα τους κρατήσει ενωμένους. Η ανάγκη της εξομολόγησης οδηγεί στην κάθαρση. Όταν έχεις αποφασίσει πως θέλεις να κάνεις μία επανεκκίνηση οφείλεις να μηδενίσεις το κοντέρ.
Λυρισμός και ποιητικότητα, λιγοστά μέσα, αλλά μία μεγάλη ψυχή που αναδεικνύεται μέσα από τη δημιουργία. Αυτό αναγνωρίζουν όσοι παρακολουθούν την ταινία, που από την Πέμπτη γεμίζει τα θερινά σινεμά.
Τα «Μαγνητικά Πεδία» του Γιώργου Γούση έκαναν πρεμιέρα στο 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (μικρού και μεγάλου μήκους «Χειροπαλαιστής») αποσπώντας το βραβείο FIPRESCI – Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου καθώς και πλήθος διακρίσεων και επτά υποψηφιότητες για τα Βραβεία Ίρις της ελληνικής Ακαδημίας. Ένα road movie με χαμηλό κόστος που ισοσταθμίζει τα πενιχρά μέσα με τα οποία κατασκευάστηκε με το συναίσθημα και τις ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών του.
Μίλτος Τόσκας
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα olafaq.gr