Αποκαμωμένος πριν καν ξεκινήσει τον υπερμαραθώνιο των 300 χιλιομέτρων από το χωριό του ως το Βελιγράδι, για να αποδείξει ενώπιον του δικαστηρίου πως δεν είναι κακός πατέρας, ο Νίκολα διασχίζει αγροτιά και φτώχεια, εγκατάλειψη και μυριάδες εμπόδια σε ένα μοναχικό δράμα κοινωνικού ρεαλισμού που εκτυλίσσεται ως ταινία δρόμου και εμπνέεται από αληθινά γεγονότα.
Αν και η πρώτη σκηνή, με τη σύζυγό του να αυτοπυρπολείται μπροστά στα παιδιά τους (και να διασώζεται την τελευταία στιγμή) γιατί ο Νίκο δεν έχει πληρωθεί μισθούς και αποζημίωση μετά την απόλυσή του από το εργοστάσιο, είναι εξαιρετικά δυνατή, στην εντελώς αντιστικτικού τόνου συνέχεια ο Πατέρας διατηρεί τη χαμηλόφωνη απελπισία που καθρεφτίζεται στο ηττημένο βλέμμα του πρωταγωνιστή.
Η θέση του είναι δεινή: χρήματα δεν έχει, παραμένει άνεργος τα τελευταία χρόνια και οι κοινωνικές υπηρεσίες απομακρύνουν τον γιο και τη μικρή του κόρη από την επίβλεψή του, αφού η μητέρα νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική κι εκείνος δεν διαθέτει τα μέσα να τους συντηρήσει μόνο με προσωρινή ή μερική απασχόληση. Η γραφειοκρατία είναι ανάλγητη, η διαφθορά διάσπαρτη και οι λίγοι Σαμαρείτες δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες, απλά για να δώσουν ένα χεράκι ως την πρωτεύουσα.
Ο σκηνοθέτης Σρνταν Γκολούμποβιτς διαχωρίζει εύκολα τους καλούς από τους άπονους και δεν χρειάζεται να βιαστεί για μια υπόθεση χωρίς εύκολες λύσεις.
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα lifo.gr