ΗΆρτεμις λείπει αρκετά χρόνια από το πατρικό της. Η αιφνίδια ασθένεια του πατέρα της την αναγκάζει να επιστρέψει στην πατρική εστία. Παρότι ελάχιστα πράγματα θυμίζουν το παρελθόν της παιδικής ηλικίας της, εκείνη νιώθει ακόμη σαν να είναι η παρουσία της ενοχλητική για τον αυστηρό πατέρα της. Οι μέρες που θα ακολουθήσουν θα φέρουν πατέρα και κόρη αντιμέτωπους με μυστικά από το παρελθόν αλλά και αλήθειες που έπρεπε να έχουν ειπωθεί προ πολλού.
Πατέρας-κόρη. Για την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία, η ταλαντούχα Ζακλίν Λέντζου επέλεξε ένα δοκιμασμένο δραματουργικό σχήμα. Η σχέση πατέρα-κόρης προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις. Κυρίως όμως αφορά τη συναισθηματική βάση μιας σχέσης που μπορεί υπό προϋποθέσεις να καθορίσει μια ολόκληρη ζωή. Τη ζωή της Άρτεμης στη συγκεκριμένη περίπτωση, η οποία μοιάζει αρχικά χαμένη στον ρόλο της εσωτερικής νοσοκόμας του άρρωστου πατέρα της (τρομερή η επίδοση του Λάζαρου Γεωργακόπουλου σε έναν τόσο απαιτητικό ρόλο) που φορτώθηκε από την οικογένειά της. Με χαμηλότονη αφήγηση, ελάχιστους διαλόγους και σκηνές-βινιέτες (η παντομίμα, το πινγκ-πονγκ, ο μοναχικός χορός στο σκαμπό κ.ά.) από μια ασυνήθιστη καθημερινότητα, η Λέντζου χτίζει το χρονικό μιας επώδυνης ενηλικίωσης.
Με ακαταμάχητο κινηματογραφικό στιλ, η Λέντζου ποντάρει σωστά στη χημεία της με τη Σοφία Κόκκαλη (που ξεκίνησε από τον πολυβραβευμένο «Έκτορα Μαλό» πριν από τρία χρόνια) και ενισχύει ένα καλοφτιαγμένο και στιβαρό δράμα χαρακτήρων που αποφεύγει τα στραβοπατήματα των κλισέ. Το σενάριο της Λέντζου θέτει δεκάδες ερωτήματα για την αγάπη, την κίνηση, τη ροή και την απουσία αυτών, όπως σημειώνει ο εισαγωγικός υπότιτλος, αλλά πάνω από όλα η «Σελήνη» είναι μια ταινία για την ελευθερία και τη μοναξιά. Αυτά τα δύο στοιχεία αλληλοεπιδρούν όσο η Άρτεμη συνειδητοποιεί ότι η ώρα της ενηλικίωσης που κοντεύει πηγάζει υποχρεωτικά μέσα από την επιστροφή στην παιδική ηλικία. Το ταξίδι στη Σελήνη ξεκινά, και το συναισθηματικό φορτίο του έργου (αφόρητο και δυσβάσταχτο) απορροφάται μέσα από τις υποκριτικές επιδόσεις της Κόκκαλη, που χτίζει την ερμηνεία της σε υπέροχες χορογραφίες, κωμικά ξεσπάσματα αλλά και μια δραματική συνέπεια που γίνεται γιατρικό για τα ανοιχτά, ανεπούλωτα τραύματα της ηρωίδας της. Η κορύφωση του δράματος έρχεται με έναν τρυφερό εναγκαλισμό στο φινάλε. Εκεί που, όπως λέει και το τραγούδι του Φ. Ρ. Ντέιβιντ στους τίτλους τέλους, words don’t come easy.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athensvoice.gr