ΣΥΝΟΨΗ
Βρισκόμαστε σε μια φάρμα στη Νορβηγία. Δεν ακούμε αφήγηση. Μόνο ήχους της φύσης. Δεν βλέπουμε ανθρώπους. Μόνο ζώα. Η κάμερα ακολουθεί μια χοιρομητέρα, αμέσως μετά τον τοκετό .Βλέπουμε τα μικροσκοπικά γουρουνάκια να θηλάζουν και αργότερα αυτά τα ίδια γουρουνάκια, πολύ μεγαλύτερα, ακόμα να θηλάζουν και να παίζουν στη λάσπη . Βλέπουμε επίσης , και άλλα ζώα της φάρμας : κοτόπουλα και αγελάδες . Στη συνέχεια ένα όχημα μπαίνει στη φάρμα για άγνωστο λόγο. Στη τελική σεκάνς η λυπημένη χοιρομητέρα περιπλανιέται μόνη…
ΑΝΑΛΥΣΗ
Από το “Bambi” (1942), στο “Babe” (1995), έως το Zootropolis (2016), οι ταινίες με επίκεντρο τα ζώα ήταν σε μεγάλο βαθμό προσαρμοσμένες σε ένα Ντισνεϊκό, ηθικοπλαστικό ανθρωπομορφισμό .Ο Ρώσος ντοκυμαντερίστας Victor Kossakovsky είναι ένας δεξιοτέχνης της ρευστής και εκστατικής εικόνας ,του υποβλητικού ήχου και της οξείας διερευνητικής αντίληψης. Το 2018 εντυπωσίασε με την ‘’Aquarela’’ , ένα οπτικοακουστικό κολάζ που εξερευνούσε τη δύναμη, το μυστήριο και το μεγαλείο της παρουσίας του νερού σε ολόκληρο τον πλανήτη μας, αλλά και την ανησυχία για την κλιματική κρίση. Το νέο ντοκιμαντέρ του Kossakovsky, «Gunda», ακολουθεί την προηγούμενη ταινία, τόσο ως αντίστιξη όσο και ως συμπλήρωμα. Εκεί που η «Aquarela» αναδείκνυε το δέος που προκαλεί η τρομακτική δύναμη του νερού, η «Gunda» παρουσιάζει την ήρεμη, καθημερινή ζωή κάποιων συμπαθέστατων ζώων -μέρους της τροφικής μας αλυσίδας- σε μια φάρμα. Ωστόσο, και οι δύο ταινίες είναι αισθητικά και βιωματικά ντοκουμέντα που εξετάζουν τη σχέση της ανθρωπότητας με τον άβιο και τον έμβιο φυσικό κόσμο.
Ο Άγγλος διανοητής John Berger υποστήριζε ότι υπάρχει ένας δυϊσμός στη σχέση μας με τα ζώα: «Ένας αγρότης αγαπά το γουρούνι του και χαίρεται να αλατίζει το χοιρινό του». Παρά τη φαινομενική αντίφαση της ρήσης ο Berger θεωρούσε ότι οι άνθρωποι που είναι οικείοι με τα ζώα είναι ικανοί να ενσωματώσουν και τις δύο πτυχές αυτής της αρχέγονης σχέσης. Αντίθετα περιέγραψε ως αβυσσαλέα την έλλειψη κατανόησης με την οποία οι άνθρωποι της πόλης βλέπουν τα ζώα .Έτσι η αντίδραση του κάθε θεατή μετά την προβολή της «Gunda» θα είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια των εμπειριών του με τη φύση. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η δύναμη της ταινίας του Kossakovsky. Η ευφυής προσέγγισή με την έλλειψη αφήγησης , δεν καθοδηγεί τον θεατή προς ένα προκατασκευασμένο συμπέρασμα και εμποδίζει τη μετατροπή της ταινίας σε «vegan προπαγάνδα». Αν και τα μέλη του κοινού με ένα συγκεκριμένο προϋπάρχον σύνολο πεποιθήσεων θα θεωρήσουν ότι η ταινία θέτει ένα σαφές και αταλάντευτο μήνυμα – ειδικά στα τελευταία δέκα λεπτά της – η ίδια η ταινία αφήνει τους θεατές να παρατηρήσουν και να διαμορφώσουν τη δική τους θέση ως απάντηση σε αυτό που βλέπουν και βιώνουν.
Η υπερβατική ασπρόμαυρη κινηματογράφηση των Egil Håskjold Larsen και Kossakovsky, με οπτική γωνία λήψης στο επίπεδο του βλέμματος των ζώων και η υπέροχη ηχητική σχεδίαση του Alexander Dudarev προσκαλεί το κοινό σε διαλογισμό για το μυστήριο της συνείδησης των ζώων. Οι στατικές ή πολύ αργές κινήσεις της κάμερας, με τα ζώα να περιπλανώνται μέσα και έξω από το κάδρο, δημιουργούν ποιητικά ‘’tableau vivant’’ με εκπληκτική αθωότητα και ερευνητική ματιά .Δύο γουρουνάκια που βιώνουν τη βροχή για πρώτη φορά , γεμάτα περιέργεια, κοιτούν τον ουρανό και ενστικτωδώς, παιχνιδιάρικα προσπαθούν να συλλάβουν τις σταγόνες που πέφτουν. Ένα κοτόπουλο με ένα πόδι παλεύει με τη ζωή στην άγρια φύση. Οι αγελάδες αφήνονται να καλπάσουν σε ένα χωράφι και πηδούν από χαρά, ελευθερία και ενθουσιασμό ενώ στη συνέχεια συντονίζονται ανά δυο για να διώξουν με την ουρά τους τις ενοχλητικές μύγες. Η απειλητική εμφάνιση ενός μεταλλικού τερατώδους οχήματος ταράζει την ηρεμία της φάρμας. Η χοιρομητέρα με βλέμμα γεμάτο θλίψη ,αναζητεί ίχνη από τα εξαφανισμένα γουρουνάκια της.
Το ντοκυμαντέρ ’’ Gunda’’ είναι ένας σκηνοθετικός άθλος, μια συγκρατημένη κινηματογραφική έκκληση του Kosakovskiy για τα δικαιώματα των ζώων αλλά και ένα οπτικό ποίημα για τον φυσικό κόσμο. Το μαγικό άγγιγμα του σκηνοθέτη κατορθώνει να χαράξει αόρατες γραμμές μεταξύ ανθρώπων και ζώων και να ενεργοποιήσει την σκέψη και τα συναισθήματα των πρώτων διαμέσου των όμορφων ή ζοφερών και βάναυσων εμπειριών των δεύτερων.
Γιώργος Ξανθάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα fermouart.gr