«Αν ο Μαραντόνα δεν έρθει να παίξει στη Νάπολη θ’ αυτοκτονήσω» λέει σε κάποια σκηνή της ταινίας το «Χέρι του θεού» ένας διανοούμενος παππούς, φανατικός οπαδός της ομάδας του και του αργεντίνου θεού της μπάλας. Θα μπορούσες να πεις ότι η ατάκα αυτή δίνει το στίγμα της ταινίας, όμως τελικά, η τελευταία δημιουργία του Πάολο Σορεντίνο, δεν είναι όπως ο τίτλος της ίσως προδιαθέτει, μια ταινία για τον Ντιέγκο Μαραντόνα και την δράση του στη Νάπολη.
Είναι μια ταινία που με αφορμή την επέλαση Μαραντόνα στη Νάπολη, ενδιαφέρεται περισσότερο να μιλήσει για την είσοδο στην εφηβεία, ν’ αφηγηθεί μια κλασική ιστορία ενηλικίωσης, έτσι όπως τόσοι και τόσοι σκηνοθέτες έχουμε δει να κάνουν – από τον Φεντερίκο Φελίνι (βασικό εμπνευστή του Σορεντίνο σε όλο του το έργο) με το «Αμαρκορντ», ως τον Τάσο Μπουλμέτη με την «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα».
Και βέβαια, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλες τις ταινίες ενηλικίωσης μεγάλων σκηνοθετών, έτσι και εδώ, το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας, ο Φαμπιέ Σκίζα (Φίλιπο Σκότι), το παιδί που ζει από πρώτο χέρι τα γεγονότα που βλέπουμε στη Νάπολη της δεκαετίας του 1980, είναι ένα alter ego του ίδιου του δημιουργού της ταινίας, τον σκηνοθέτη του «Il divo» και της «Τέλειας ομορφιάς» που παραμένει η μεγάλη του ταινία.
Επομένως ο Σορεντίνο ξέρει πολύ καλά τι λέει γιατί αυτό που λέει προέρχεται από την καρδιά και τα συναισθήματά του τα οποία δεν έσβησαν στο πέρασμα του χρόνου και που τώρα επανέρχονται υπό την μορφή της γλυκιάς νοσταλγίας. Μια τρελή -τρελή οικογένεια είναι η φαμίλια Σκίζα και πάνω σε αυτήν ο Σορεντίνο, αλληθωρίζοντας πάντα προς το σινεμά του αγαπημένου του Φελίνι, στήνει τα ομορφότερα στιγμιότυπα της ταινίας – γιατί τελικά αυτό είναι το «Χέρι του θεού», μια συρραφή αναμνήσεων και στιγμιότυπων.
Οι πλακατζήδες γονείς του Φαμπιέ – τους οποίους υποδύονται υπέροχα ο Τόνι Σερβίλο και η Τερέζα Σαπονάντζελο – έχουν τον πρώτο λόγο και οι σκηνές τους (μεταξύ τους, με τα παιδιά τους όπως και με τους διάφορους συγγενείς) είναι που τελικά σε κρατούν σφιχτά από το χέρι. Το «Χέρι του θεού» είναι εν τέλει το χέρι των γονιών μας και αυτοί εδώ οι γονείς σε κάνουν να γελάσεις όπως και να συγκινηθείς.
Σχεδόν στεναχωριέσαι όταν στην μέση περίπου της ταινίας παύουν να υπάρχουν, τότε το «Χέρι του θεού» νιώθεις ότι χάνει την ως τότε ενέργειά του για να καταλήξει σε μια συμπαθητική, όμορφη στην παρακολούθησή της σύμβαση που ας μου επιτραπεί να προβλέψω, σύντομα θα ξεχαστεί.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr