Απλήρωτοι εργάτες εργοστασίου που βαδίζει ολοταχώς για λουκέτο, απάγουν τον ιδιοκτήτη του σκοπεύοντας να πάρουν με κάθε τρόπο τα λεφτά τους. Η ομηρία, όμως, κλιμακώνεται επικίνδυνα. Για όλους.
Στις 7 Φεβρουαρίου του 2019 διανεμήθηκε στους κινηματογράφους της πατρίδας της το φιλμ που γύρισε ο Γιούρι Μπίκοφ έπειτα από τον «Ηλίθιο» (2014), με τον οποίο είχε συστηθεί (αφήνοντας πολύ καλές εντυπώσεις) στο ελληνικό κοινό. Τρία σχεδόν χρόνια μετά από την ρωσική του πρεμιέρα, το «Εργοστάσιο» βρίσκει το δρόμο και για τις ντόπιες αίθουσες, καλύπτοντας έτσι τις τρύπες του προγράμματος που έγιναν αντιληπτές… μόλις την περασμένη Κυριακή το απόγευμα! Κρίμα από μία άποψη, διότι το φιλμ δεν είναι του πεταματού για να βγαίνει στο «ξώφαλτσο» και μάλιστα με τόση καθυστέρηση (έκτοτε, ο σκηνοθέτης έχει γυρίσει ακόμη μια ταινία, ενώ ολοκληρώνει και την επόμενή του!).
Τα κοινά σημεία ανάμεσα στα δύο προαναφερθέντα φιλμ είναι αρκετά, μιας και ο Μπίκοφ συνεχίζει σε τούτο το εγχείρημα να κριτικάρει την ηθική παρακμή της διεφθαρμένης σύγχρονης ρωσικής κοινωνίας, βάζοντας εδώ στο στόχαστρό του τους ιδιοτελείς ολιγάρχες. Ορίζει την χρονική περίοδο της ιστορίας του στο πλαίσιο περίπου ενός εικοσιτετραώρου (το αντίστοιχο στον «Ηλίθιο» ήταν ένα βράδυ), δίνοντας εκ νέου έμφαση στα νυχτερινά πλάνα. Σε τούτο το φιλμ, όμως, πλάι στην κοινωνική κριτική, ενθέτει έντονα θριλερικά στοιχεία… «όπως Αμερική», με πιστολίδια και «αντρουά» ένταση. Συχνά τέτοιου τύπου απόπειρες δίνουν (ή μήπως έδιναν;) σε Ευρωπαίους σκηνοθέτες χολιγουντιανό διαβατήριο, το οποίο κάπου μοιάζει ν’ αποζητά ουσιαστικά κι ο Μπίκοφ.
Το σχεδόν αποκλειστικό σκηνικό του φιλμ δεν είναι άλλο από το… εργοστάσιο του τίτλου. Αφού απάγουν τον εργοδότη τους, ο οποίος μόλις έχει ανακοινώσει πως η συγκεκριμένη μπίζνα τον βάζει μέσα, οπότε και κατεβάζει ρολά διότι αλλιώς δεν βγαίνει, η ομάδα των εργατών (αποτελούμενη από τις τυπικές φιγούρες του αρχηγού, του ψάρακλα, του περπατημένου κ.ο.κ.) τον οδηγεί πίσω στον τόπο του «εγκλήματος». Του εξηγούν πως το μόνο που θέλουν είναι τα δεδουλευμένα τους κι αφού πληρώσει θα τον αφήσουν να πάει στο καλό. Εκείνος ειδοποιεί τον επικεφαλής της σωματοφυλακής του να έρθει με το χρήμα στο εργοστάσιο, μαζί μ’ εκείνον και τους οπλισμένους μπράβους του, όμως, μυστηριωδώς σκάει μύτη και η Αστυνομία. Η φαινομενικά απλή ανταλλαγή του τύπου «βαλίτσα με λεφτά έναντι ολιγάρχη», εξελίσσεται σε πολιορκία, με τις συνειδήσεις να «τουμπάρουν», τα λάθη εκατέρωθεν να δίνουν και να παίρνουν, και τα πιστόλια ν’ αρχίζουν να έχουν τον πρώτο λόγο.
Η αφοσίωση και η αλληλεγγύη των εργατών τίθεται εν αμφιβόλω από τον Μπίκοφ, αφού κάπως αδιόρατα στην αρχή, ολοφάνερα από ένα σημείο κι έπειτα, γίνεται αντιληπτό πως κάποιοι εξ αυτών έχουν προσωπική agenda στην όλη φάση της απαγωγής και ομηρίας. Από την άλλη, το προσωπικό δράμα του αρχιμπράβου του ολιγάρχη, τον έχει κάνει να σκέφτεται διπλά για το αν αξίζει πλέον να δεχτεί κάποια σφαίρα για χατίρι του αφεντικού, μετατρέποντας τον αίφνης από αδίστακτο εκτελεστή σε κατά τι σκεπτόμενο υπάλληλο (κάτι που δεν μπορεί παρά να έχει συνέπειες…). Η Αστυνομία, από την άλλη, αποδεικνύεται πιο διεφθαρμένη και άβουλη από όλους, μιας και η παρουσία της στέκει στα όρια του διακοσμητικού, κοινώς εντελώς περιττή.
Η αλήθεια είναι πως σαν κριτική στον καπιταλισμό και την «ολιγαρχία», το «Εργοστάσιο» δείχνει αρκετά απλοϊκό, μιας και οι σκόρπιες κουβέντες περί ταξικής πάλης και εργατικής συνείδησης συναρτήσει του οικονομικού κέρδους των αφεντικών, μοιάζουν βγαλμένες από… εργασία μαθητή του δημοτικού σχολείου! Επίσης, η προσπάθεια να παρουσιαστούν ολοκληρωμένοι χαρακτήρες (τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο βασικό πρωταγωνιστικό τρίο αρχιαπαγωγέα, ολιγάρχη και μπράβου), ίσα που πιάνει τη βάση την οποία ένα action film θα έθετε ως όριο. Εκεί που ο Μπίκοφ κερδίζει είναι στις σκηνές δράσης (το κυνηγητό μετά πιστολιδίου σε βιομηχανικό φόντο) και στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα αγωνίας την οποία φτιάχνει. Η συρόμενη πόρτα του εργοστασίου που κάθε τόσο ανοιγοκλείνει, όλο και κάποια έκπληξη μπορεί να κρύβει, το ίδιο και οι τσάντες που πιστεύεται πως κουβαλάνε λεφτά μέσα τους. Κάπου στο δεύτερο μισό του, το φιλμ δημιουργεί την αίσθηση πως ένα κάποιο ψαλίδι στο μοντάζ το ήθελε, αλλά ακόμη και μ’ ένα ελαφρώς άνευρο (παρά τις υποσχέσεις) φινάλε, το «Εργοστάσιο» αποτελεί μια έντιμη ταινία, ερχόμενη από ένα είδος το οποίο σταδιακά εκλείπει (ειδικά στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο).
Υ.Γ. Η εταιρεία WEIRD WAVE εδώ και εβδομάδες έχει αποφασίσει πως πρέπει να λογοκρίνει το site μας, ώστε να αποφύγει την κριτική των ταινιών που διανέμει. Οφείλετε να το γνωρίζετε και αναμένουμε μία δημόσια, γραπτή απάντηση.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Όσοι αγάπησαν την αιχμηρή κοινωνικοπολιτική ματιά του «Ηλίθιου», θα βρεθούν αντιμέτωποι με κάτι περίπου ανάλογο, αλλά στο εντελώς πιο action του. Σε καμία περίπτωση το σύνηθες δείγμα του world cinema που έρχεται κι από τα μέρη μας, αλλά μια ταινία που θα έστεκε και σε multiplex. Αλλά μιλάνε ρωσικά. Δύσκολα το πουλάς…
Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr