Μερικοί με ρωτάνε γιατί δεν συγκινήθηκα με το φινάλε της τελευταίας ταινίας του Τζέιμς Μποντ. Δεν συγκινήθηκα γιατί όλα, μαζί και ο θάνατος, ήταν φτιαγμένα με την καθιερωμένη φόρμουλα για να συγκινήσουν – στεγνά, μηχανικά, χωρίς το άμεσο αίσθημα που προσφέρει η ατόφια συγκίνηση. Αντίθετα, αυτή την ατόφια συγκίνηση μου την πρόσφερε μια σκηνή στην ταινία «Μιναμάτα» του Άντριου Λέβιτας, εκείνη όταν ο φωτογράφος του Τζόνι Ντεπ (σ’ έναν από τους καλύτερους ρόλους του) κρατώντας αγκαλιά μια νεαρή, ανάπηρη γυναίκα, ένα από τα θύματα της γνωστής ως «νόσος της Μιναμάτα», της σιγοτραγουδά, ενώ ταυτόχρονα σκύβει το κεφάλι του για να μπορέσει να χαϊδέψει με το μούσι του το παραμορφωμένο από την φρικτή αυτή «νόσο» χέρι της γυναίκας.
Πρόκειται για μια αληθινή ιστορία γύρω από τη «νόσο της Μιναμάτα», μια από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές στην ιστορία της Ιαπωνίας, που έφερε στο φως την ανεξέλεγκτη βιομηχανική ρύπανση από το εργοστάσιο χημικών της Τσίσο, χάρη στις αποκαλύψεις μιας μαχόμενης δημοσιογραφίας, που εδώ εκπροσωπεί ο φωτογράφος του Ντεπ. Μια νόσος που ξεκίνησε από τη δεκαετία του 50, από τα ταξικά απόβλητα που η Τσίσο έριχνε στον κόλπο της κωμόπολης της Μιναμάτα, μολύνοντας τα θαλάσσια νερά και καταστρέφοντας την αλιεία από την οποία ζούσαν οι ψαράδες της, προκαλώντας μη αναστρέψιμες νευρολογικές διαταραχές, με προβλήματα όρασης παράλυσης και σπασμών, ακόμη και με θάνατο, ενώ, μέσω του πλακούντα περνούσε από τη μητέρα στο έμβρυο οδηγούσε σε σοβαρά εκ γενετής προβλήματα.
Παρά τους τοπικούς αγώνες για αναγνώριση και αποζημίωση των νοσούντων και τη λήψη μέτρων για περιορισμό της ρύπανσης, η Τσίσο αρνιόταν οποιαδήποτε ευθύνη, μέχρι που ο διάσημος, αν και στη δύση τότε της καριέρας του, Αμερικανός φωτογράφος του περιοδικού Life, Γιουτζίν Σμιθ (που ερμηνεύει ο Ντεπ, ο οποίος είναι και παραγωγός της ταινίας), ανέλαβε, το 1971, για λογαριασμό του Life, να μεταβεί στην περιοχή και, ύστερα από ένα μεγάλο και επικίνδυνο αγώνα, να αποκαλύψει την τραγωδία και τις ολέθριες συνέπειες μιας τέτοιας βιομηχανικής ρύπανσης. Αγώνα στον οποίο αντιμετωπίζει όχι μόνο προσφορές για «λάδωμα» από τον πρόεδρο της Τσίσο αλλά και άγριο ξυλοδαρμό από πληρωμένους εργάτες της υπεύθυνης για τη ρύπανση βιομηχανίας.
Μπορεί ο Λέβιτας να μην έφτιαξε κανένα μεγάλο αριστούργημα, κατάφερε όμως να φτιάξει μια συγκινητική, δοσμένη με πάθος και δύναμη, αγωνιστική, ιδιαίτερα επίκαιρη στις μέρες μας, ταινία, που δείχνει τι μπορεί να κάνει η μαχόμενη δημοσιογραφία, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου η μόλυνση του περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή θέτουν καθημερινά σε κίνδυνο τον πλανήτη μας.
Παρά τα κάποια κλισέ (ο αλκοολικός Γιουτζίν, που αρνείται αρχικά να κάνει το ταξίδι αλλά πείθεται όταν βλέπει τις φωτογραφίες που του αφήνει μια νεαρή Γιαπωνέζα, την οποία, στη συνέχεια, ερωτεύεται), ο Γιουτζίν του Ντεπ επιμένει και, παρά το αλκοόλ και τις επιμέρους επιφυλάξεις του, εξακολουθεί να αγωνίζεται και με διάφορα μέσα καταφέρνει να τραβήξει τις εξαιρετικές, μαυρόασπρες φωτογραφίες του, που με ξώφυλλο στο Life τη διάσημη πια φωτογραφία «η Τομόκο στο μπάνιο της», που θυμίζει την Pieta του Μικελάντζελο, και τις υπόλοιπες φωτογραφίες στο εσωτερικό του περιοδικού (με τα παραμορφωμένα σώματα παιδιών και γυναικών) θα προκαλέσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και θα αναγκάσει την ιαπωνική κυβέρνηση να πάρει τα αναγκαία μέτρα, και την Τσίσο να αναγνωρίσει τις ευθύνες της και να αποζημιώσει τα επιζώντα θύματα και τους συγγενείς των νεκρών.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr