Ένα αδιανόητα σπουδαίο φιλμ!
Αρχαία τραγωδία αλά μεξικάνικα
Η Fernanda Valadez γεννήθηκε στο Γκουαναχουάτο του Μεξικού το 1981 και είναι σκηνοθέτις και παραγωγός. Είναι απόφοιτος του Κέντρου Κινηματογραφικής Κατάρτισης του Μεξικού. Η πρώτη της ταινία μικρού μήκους «De este mundo» κέρδισε το βραβείο καλύτερης μεξικανικής ταινίας μικρού μήκους από το Επιμελητήριο Κινηματογραφικής Βιομηχανίας του Μεξικού. Η μικρού μήκους ταινία αποφοίτησής της «400 Bags» επιλέχθηκε για το Editing Studio του Berlinale Talents και κέρδισε διάφορα βραβεία ανά τον κόσμο. Η ίδια ταινία ήταν υποψήφια για το βραβείο καλύτερης ταινίας μικρού μήκους στη Μεξικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών (Ariel) το 2015 και φιναλίστ των βραβείων της Ακαδημίας Φοιτητών το ίδιο έτος.
Τα Χαρακτηριστικά γνωρίσματα είναι η πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία. Το σενάριο της ταινίας γράφτηκε με τη χορηγία Νέων Καλλιτεχνών της Μεξικανικής Ακαδημίας Τεχνών (FONCA). Το πρότζεκτ αργότερα έλαβε χρηματοδότηση από το Μεξικανικό Ταμείο Παραγωγής Ποιοτικού Κινηματογράφου (FOPROCINE) και πρόσφατα από το Ταμείο Δημοσιονομικής Στήριξης Παραγωγής και Διανομής Εθνικού Κινηματογράφου (EFICINE). Την πρώτη της παγκόσμια εμφάνιση η ταινία την πραγματοποίησε στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν τον Σεπτέμβριο του 2019 ως Work in Progress. Ως ολοκληρωμένη ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Σάντανς του 2020, όπου κέρδισε το βραβείο κοινού στο τμήμα «World Cinema - Dramatic». Ακολούθησαν βραβεύσεις της ταινίας σε πάμπολλα φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την πραγματοποίησε στο περσινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου συμμετείχε στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα και τιμήθηκε με τον Χρυσό Αλέξανδρο καλύτερης ταινίας. Τέλος, στα βραβεία της Ακαδημίας Κινηματογράφου του Μεξικού, τα Ariel, η ταινία ήταν υποψήφια για 16 (!!!) βραβεία, κερδίζοντας τελικά εννέα, ανάμεσα στα οποία αυτά της καλύτερης ταινίας, της σκηνοθεσίας, του πρωτότυπου σεναρίου, της φωτογραφίας, του μοντάζ και της καλύτερης γυναικείας ερμηνείας.
Η υπόθεση: Ο Χεσούς και ο Ρίγκο είναι κολλητοί φίλοι. Πριν την ενηλικίωσή τους, για να γλυτώσουν από την φτώχεια που ταλανίζει την περιοχή τους στο Γκουαναχάτο του Μεξικού, αποφασίζουν να περάσουν τα σύνορα με τις ΗΠΑ παράνομα, προκειμένου να βρουν μια καλύτερη ζωή και δουλειές, έτσι ώστε να βοηθήσουν και τις οικογένειές τους. Μετά από δύο μήνες και χωρίς να έχουν μάθει νέα τους, οι μητέρες τους, η Μαγκνταλένα και η γειτόνισσά της, η Τσούγια, αποφασίζουν να ακολουθήσουν τη διαδρομή τους, μήπως και μάθουν κάτι για την κατάστασή τους.
Ο Ρίγκο είχε ένα χαρακτηριστικό σημάδι στο πρόσωπό του και τον αναγνωρίζουν καθώς κοιτάζουν δεκάδες φωτογραφίες από νεκρούς αγνοουμένους σε ένα κέντρο, που προσπαθεί να βοηθήσει όσους τους αναζητούν. Για τον Χεσούς, όμως, δεν υπάρχει καμία ανάλογη ένδειξη. Το μόνο που βρίσκει η Μαγκνταλένα είναι η σάκα του γιου της, εύρημα από έναν ρηχό τάφο... Ο Μιγκέλ έχει μόλις απελαθεί από τις ΗΠΑ όπου έζησε παράνομα για πέντε χρόνια και λαχταράει να ξαναδεί τη μητέρα του μετά από τόσο καιρό. Οι δρόμοι των δύο τους θα διασταυρωθούν, καθώς περιπλανώνται στις παραμεθόριες ερημιές, όπου βασιλεύουν η ανομία, η βία και η απόγνωση. Θα βρουν ξανά τους αγαπημένους τους;
Η άποψή μας: Ολοένα και περισσότερο σπανίζουν οι ταινίες που τις βλέπεις και σε στοιχειώνουν. Που τις παρακολουθείς και σε συνταράζουν. Που η θέασή τους αποτελεί μια καθηλωτική εμπειρία. Που σε σημαδεύουν, σε κάνουν να αναρωτηθείς για την πορεία της ανθρωπότητας, που σε ταρακουνάνε ψυχή τε και σώματι. Που τις θαυμάζεις με όλο σου το είναι παρά το γεγονός ότι αποτελούν ελεύθερες καταδύσεις στην καρδιά του σκότους. Που μετά το πέρας της ταινίας παραμένεις άλαλος, με μια ανατριχίλα να σε διαπερνά συθέμελα. Που σε κάνουν κοινωνό τους, μεταλαμβάνεις λίγο από το μεγαλείο τους αλλά και σε ρημάζουν. Σου γαμάνε τα ήπατα, να, το έγραψα. Τούτη η ταινία είναι μία από αυτές. Μόνο δέος!
Χωρίς να υπηρετεί κάποια συγκεκριμένη ατζέντα, χωρίς να ασκεί μικροπολιτική, η θαρραλέα Μεξικάνα Δημιουργός φτιάχνει μια απίστευτα πολιτική ταινία, στην πρώτη της μάλιστα φορά, κάτι που κάνει το επίτευγμά της ακόμα πιο σπουδαίο! Όλες οι παθογένειες της πανέμορφης χώρας της παρουσιάζονται εδώ, έχοντας στο επίκεντρο το ζήτημα της μετανάστευσης στις ΗΠΑ. Χιλιάδες Μεξικάνοι στα όρια της φτώχειας επιχειρούν κάθε χρόνο να περάσουν τα σύνορα με τους γείτονές τους στον βορρά. Ελάχιστοι τα καταφέρνουν. Οι πιο πολλοί αποτυγχάνουν θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή. Οι πιο πολλοί χάνουν τη ζωή τους. Για κάποιους, αυτές οι ευτελείς ζωές, που αξίζουν λιγότερο από τη ζωή ενός σκύλου, αποτελούν μέσο πλουτισμού.
Μια ολόκληρη φάμπρικα στήνεται, εξόχως προσοδοφόρα. Συμμορίες, που εν πολλοίς απαρτίζονται από τα ίδια τα απελπισμένα παιδιά τα οποία αρχικά αναζήτησαν την τύχη τους στην άλλη πλευρά των συνόρων. Συμμορίες από «γενίτσαρους», με ανθρώπους χωρίς συναισθήματα, που μπορούν να σκοτώσουν, δια ασήμαντον αφορμή. Με ανθρώπους απογυμνωμένους από την ανθρωπιά τους. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Και στο μέσον ένα εφιαλτικό no man's land. Κόλαση. Ναι, Κόλαση. Γι' αυτό και το πρόσωπο της Μαγκνταλένα φωτίζεται κάποιες φορές από φωτιές μέσα στο πηχτό σκοτάδι: μα αφού αντικρίζει κατάματα την επί της Γης Κόλαση. Διάολε, μέχρι και ο... Σατανάς εμφανίζεται στην ταινία, σε μια από τις πλέον σουρεαλιστικές σκηνές της, εκεί που θαρρείς παίρνει σάρκα και οστά αυτό που λέει ο Τζόκερ του Jack Nicholson στον «Μπάτμαν» του Tim Burton: «Have You Ever Danced With The Devil In The Pale Moonlight?».
El Diablo. Μάλιστα. Άλλη μια ένδειξη για το πόσο σπουδαία είναι η ταινία είναι το γεγονός ότι δεν μπορείς να την κατατάξεις σε ένα κινηματογραφικό είδος. Είναι κατά βάση ένα κοινωνικό δράμα, που χρησιμοποιεί τους κανόνες του θρίλερ με εντελώς ποιητικό (!) τρόπο, όντας παράλληλα και ταινία δρόμου και αλληγορία, με στοιχεία ντοκιμαντέρ, με έναν κυρίαρχο, υπαινικτικό μαγικό ρεαλισμό, που απογειώνεται ως αρχαία τραγωδία. Μπορεί κάποιος να εντοπίσει εκλεκτικές συγγένειες με το «Μέσα από τις φλόγες» του Denis Villeneuve, που αυτήν τη βδομάδα έχει την τιμητική του, μιας και το επικό του «Dune» βγαίνει στις αίθουσες. Κι όπως στο «Μέσα από τις φλόγες» η θεά Lubna Azabal έδινε ερμηνεία ζωής στο ρόλο της μάνας, έτσι κι εδώ η α-π-ί-σ-τ-ε-υ-τ-η Mercedes Hernández δίνει ερμηνεία ζωής στο ρόλο της μάνας, της Μαγκνταλένα.
Παρά το γεγονός ότι η προσπάθειά της φαντάζει μάταια, παρά το γεγονός ότι όχι μόνον δεν βρίσκει βοήθεια από πουθενά αλλά και η ίδια η Πολιτεία της βάζει εμπόδια, παρά το γεγονός ότι κάθε της βήμα της φέρνει τη μία απογοήτευση μετά την άλλη, εκείνη συνεχίζει. Φοβάται το χειρότερο αλλά θέλει να μάθει. Θέλει να ξέρει. Θα πάρει απαντήσεις αλλά δεν θα είναι αυτές που φοβόταν: θα είναι ακόμα χειρότερες από όσο μπορούσε να φανταστεί! Και η Hernández γίνεται η πανανθρώπινη Μάνα, μια Παναγία της οποίας ο γιος θα πάει στην Κόλαση, χωρίς καμία ελπίδα για ανάσταση. Εκπληκτική, φυσική ερμηνεία, που γίνεται ακόμα πιο σημαντική επειδή δεν βοηθιέται με παρόλες από το σενάριο. Έτσι κι αλλιώς οι διάλογοι στην ταινία είναι ελάχιστοι. Και η μουσική σπανίζει, αλλά όταν ακούγεται είναι – και αυτή – ω, ναι, ανατριχιαστική!
Εδώ να κάνουμε μια μικρή παρένθεση για να επισημάνουμε πως αυτοί οι ελάχιστοι διάλογοι από τη μια ταιριάζουν απόλυτα με όλα όσα θέλει να «πει» η ταινία, από την άλλη έχουν το (ελάχιστο) πρόβλημα ότι για κάποιους θεατές θα χρειαστεί έξτρα προσπάθεια για να αντιληφθούν κάποια πράγματα. Η Valadez δεν κάνει μια σπιντάτη ταινία – πώς θα μπορούσε εξάλλου; Ναι, οι ρυθμοί δεν είναι και οι πιο γρήγοροι του κόσμου, αλλά ειλικρινά, είναι τόσο ταιριαστοί που θα παρασύρουν και τους πιο δύσκολους θεατές. Και είναι αυτοί οι ρυθμοί που θα οδηγήσουν στο συγκλονιστικό φινάλε, που χτυπάει τον θεατή κατακούτελα! Η σκηνοθέτις έχει βαθιά γνώση της γραμματικής και του συντακτικού του σινεμά και στήνει σκηνές εκπληκτικές. Είναι και εικονοπλάστης και εικονοκλάστης ταυτόχρονα: μεγάλη υπόθεση.
Και μιας που μιλάμε για εικόνα, χρωστάει πολλά στην υπεύθυνη για την φωτογραφία Claudia Becerril Bulos. Που ζωγραφίζει. Που καταγράφει το έντονο φως, που καταδύεται στο απόλυτο σκοτάδι και που πιάνει το μεταίχμιο: αυτό το φως λίγο πριν βραδιάσει και λίγο πριν ξημερώσει. «Από πίσω, σχεδόν του μοιάζεις» λέει η Μαγκνταλένα στον Μιγκέλ, αναφερόμενη στον γιο της, τον Χεσούς. «Από πίσω, όλοι μοιάζουμε μεταξύ μας», της απαντάει εκείνος. Για την Εξουσία, όταν δεν είσαι ένας από αυτούς που την ασκούν, δεν διαθέτεις ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Είσαι απλά μέλος μιας απρόσωπης μάζας, χωρίς σημασία, πρώτη ύλη στην κιμαδομηχανή του καπιταλισμού. Δεν πά να είσαι ονειροπόλος: τα όνειρά σου δεν θα πάρουν ποτέ εκδίκηση. Ακόμα χειρότερα: μπορεί να γίνεις εκτελεστικό όργανο αυτής της ίδιας της Εξουσίας που σου αφαίρεσε κάθε ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Κάθε χαρακτηριστικό γνώρισμα. Ίσως η καλύτερη ταινία της σεζόν.
παιγνιώδες χαμόγελο. Ένα φινάλε που με άλλον τρόπο μας λέει το πολύ απλό: θάνατος στους φασίστες! Να χαρώ εγώ.
Θόδωρος Γιαχουστίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα moviesltd.gr