Ένας stand-up κωμικός και μια τραγουδίστρια όπερας βιώνουν μια τραγική κρίση στη σχέση τους αμέσως μετά τη γέννηση της κόρης τους. Εντυπωσιακό μιούζικαλ δίχως αντίστοιχο, φτιαγμένο από μεγαλειώδεις χειρονομίες και διάχυτη ποίηση, το οποίο ωστόσο εγκλωβίζεται στο κάλλος των εικόνων και τη δραματικότητα των προθέσεών του.
«Στ’ αλήθεια, ο κινηματογράφος είναι μια ξένη γλώσσα, μια γλώσσα πλασμένη για εκείνους που έχουν ανάγκη να ταξιδεύουν στην άλλη πλευρά της ζωής», έχει δηλώσει στο παρελθόν ο Λεός Καράξ. Και ποιος, πραγματικά, μπορεί να διαφωνήσει μαζί του; Αν μη τι άλλο, ο Γάλλος σκηνοθέτης έχει φτιάξει στις μόλις έξι συνολικά ταινίες της σαραντάχρονης καριέρας του ένα ολόδικό του κινηματογραφικό λεξιλόγιο, ισόποσα πρωτότυπο, λυρικό και παρορμητικό. Επομένως, μοιάζει σαν φυσική συνέχεια του έργου του να γυρίσει ένα φιλμ σαν το «Annette». Ένα μιούζικαλ δίχως αντίστοιχο, το οποίο χρησιμοποιεί ως καύσιμο τα έντονα συναισθήματα και έχει στον πυρήνα μια τραγική ιστορία αγάπης, η οποία χορεύει στο ρυθμό της εκκεντρικής ποπ των σπουδαίων Sparks.
Όλα περιστρέφονται γύρω από τη σχέση ενός αντισυμβατικού stand-up κωμικού (Άνταμ Ντράιβερ) και μιας τραγουδίστριας όπερας (Μαριόν Κοτιγιάρ), οι οποίοι αφού ερωτευτούν παράφορα, παντρεύονται και αποκτούν μια κόρη. Το ζευγάρι περνά από την ευτυχία στην κρίση και αργότερα στην κακοποίηση, από τη στιγμή που ο χαρακτήρας του Ντράιβερ οδηγείται σταδιακά στα άκρα.
πως ξεκινά το «Holy Motors», έτσι και το «Annette» θέλει τον Λεός Καράξ να καλωσορίζει το κοινό στο σόου του, προτού βρεθεί στο στούντιο να κατευθύνει σαν άλλος μαέστρος τους Sparks, οι οποίοι σηκώνουν την αυλαία της «παράστασης». Ο σκηνοθέτης βρίσκεται πίσω από κάθε σπιθαμή των κάδρων ενός φιλμ που μοιάζει με το άθροισμα όλων των προηγούμενών του. Από τον τρόπο που η μουσική κατακλύζει τα πλάνα («Pola X»), το επιβλητικό μέγεθος της παραγωγής («Οι Εραστές της Γέφυρας»), μέχρι και το κούρεμα της Κοτιγιάρ που θυμίζει τη Μιρέιγ Περιέ («Boy Meets Girl»). Είναι εμφανής η ορμή με την οποία ο Καράξ διευθύνει το «θίασό» του, σαν να βρίσκεται σε μια επείγουσα αποστολή. Στο «Annette» διαχέεται ολόκληρη η αστείρευτη φαντασία του σκηνοθέτη, ενώ η ταινία βρίθει μεγαλειωδών χειρονομιών, δηλαδή ενός κολάζ ποιητικά μαγευτικών πράξεων.
Κάπου εδώ, όμως, ξεκινούν και τα προβλήματα του φιλμ. Υπάρχουν επιμέρους σημεία με ημιτελείς ιδέες (σεκάνς #MeToo αναφορών) και απροσδόκητα απλοϊκούς συμβολισμούς για τα δεδομένα του Καράξ (η απεικόνιση της κόρης), σημεία που συνοδεύονται από συνθέσεις οι οποίες σταδιακά γίνονται ξέπνοες, περιγραφικές. Η ουσία, βέβαια, αφορά το χαρακτήρα του Ντράιβερ. Μια «καταραμένη» ιδιοφυία βλαβερή προς όλους, η οποία αναζητά μια ύστατη ευκαιρία συγχώρεσης, που φυσικά δεν του δίνεται. Αλλά αποδίδεται αφηγηματικά με τρόπο που επιτρέπει αμφισημία στις προθέσεις. Το αιφνίδιο ξέσπασμα ανιδιοτέλειας πώς εξυπηρετεί το τραύμα του παιδιού και τι ακριβώς λέει επιπλέον για τον ίδιο; Η απάντηση σίγουρα βρίσκεται κάπου εγκλωβισμένη στον δημιουργικό πυρετό του δημιουργού.
Ένα εντυπωσιακό μιούζικαλ δίχως αντίστοιχο, φτιαγμένο από μεγαλειώδεις χειρονομίες και διάχυτη ποίηση, το οποίο ωστόσο εγκλωβίζεται στο κάλλος των εικόνων και τη δραματικότητα των προθέσεών του, χάνοντας σταδιακά τη δημιουργικότητα και την κατεύθυνσή του.
Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr