Μενού

ΜΕΓΑΛΗ ΛΗΣΤΕΙΑ, Η - Ηλίας Φραγκούλης

Trailer

Απόπειρα ληστείας χρηματαποστολής πηγαίνει εντελώς λάθος εξαιτίας του φύλακα – οδηγού του θωρακισμένου φορτηγού και πρώην αστυνομικού, ο οποίος για συνοδηγό έχει τον γιο του και με καμία δύναμη δεν πρόκειται να τον αφήσει να πάθει κακό.

Εάν δεν προκύψει κάποια ευκαιρία να εμπλακεί με το όποιο sequel των franchises του Ρόκι ή του Ράμπο (άντε, και των «Αναλώσιμων»), ο Σιλβέστερ Σταλόνε κάθεται στο σπιτάκι του και ενίοτε απαντά σε «ενοχλητικά» τηλεφωνήματα στα οποία του ζητούν να πεταχτεί για μια βόλτα μέχρι ένα γύρισμα που θα διαρκέσει… δυο-τρεις μέρες maximum. Η «Μεγάλη Ληστεία» είναι μία τέτοια περίπτωση.

Χωρίς να είναι εντελώς απαραίτητη η παρουσία του Σταλόνε στο φιλμ (ειδικά σεναριακά), απλά, ηγείται μιας συμμορίας που έχει σχεδιάσει να κλέψει χρηματαποστολή με (μερικώς) άγνωστο αλλά περιζήτητο φορτίο. Στις δύο θέσεις του θωρακισμένου φορτηγού – στόχου βρίσκονται ο Τζέιμς και ο Κέισι, πατέρας και γιος, με τον πρώτο να κουβαλά ακόμη μέσα του το «τραύμα» του αλκοολισμού, εν μέρει αφορμή για να χαθεί σε τροχαίο η σύζυγός του. Ταυτόχρονα, ο Τζέιμς υποχρεώνεται να εγκαταλείψει το Αστυνομικό Σώμα και, πλέον, ως security σε σχετική εταιρεία ενίοτε θυμάται τη σοβαρότητα της ευθύνης που έχει, και απέναντι σε οτιδήποτε μεταφέρει, όσο και (ακόμη περισσότερο) προς τον γιο του, ο οποίος περιμένει να γίνει πατέρας.

Στο πρώτο ημίωρο, ο Τζάστιν Ρουτ αφιερώνεται περισσότερο στο δραματικό χτίσιμο των χαρακτήρων, παράλληλα με φευγαλέες στιγμές όπου τα μέλη μιας συμμορίας διαχειρίζονται το οπλοστάσιό τους και ετοιμάζονται για τη ληστεία του (ελληνικού) τίτλου. Παραδόξως, το στοιχείο της δράσης μάλλον… σέρνεται, με εξαίρεση τη σεκάνς καταδίωξης του φορτηγού, το οποίο καταλήγει σε ενέδρα πάνω σε γέφυρα κλειστή για οχήματα. Απολύτως παγιδευμένοι εκεί, ο Τζέιμς και ο Κέισι θα δεχτούν τα πυρά της συμμορίας και, ακόμη και στο ενδεχόμενο που θα παραδοθούν, η σωματική τους ακεραιότητα τίθεται προς αμφισβήτηση.

Γεμάτο αναληθοφάνειες και «τρύπες» που επιδιώκουν να παραστήσουν ένα είδος «plot twist», το story βάζει τη μεγαλύτερη «τρικλοποδιά» στο φιλμ, συνεπικουρούμενο από την… αχρηστία του Ρουτ, ο οποίος βαράει άσφαιρα στο πλαίσιο του genre. Μιλώντας για «άσφαιρα», η (πιο φτηνή) ψηφιακή τεχνολογία έχει αντικαταστήσει οποιαδήποτε ένδειξη χρήσης όπλου (εκπυρσοκρότηση και ίχνη χτυπημάτων), μαζί με το αίμα των θυμάτων – μελών της συμμορίας, για να φτάσει στην πιο «επική» στιγμή της ταινίας, η οποία αξίζει να μνημονεύεται για την αφέλεια της δικαιολογίας του «οπτικού εφέ», με τη βύθιση οχήματος από… «υγρής» υφής διπλοτυπία!

Το «clue» του φινάλε είναι τόσο φευγαλέα «γεια σου», που μπορεί και να μην προλάβεις να το αντιληφθείς, καθώς τα «ατμοσφαιρικά» κι αντρίκια blues του soundtrack έχουν προλάβει να σε κάνουν ν’ αναζητάς κάποιο παυσίπονο ή οτιδήποτε μπορεί να διώξει την ημικρανία…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το δράμα λειτουργεί κάπως καλύτερα, αλλά οι πληκτικές και άνευρες δόσεις «περιπέτειας» είναι εκείνες που προκαλούν το ουσιαστικό «ναυάγιο» το οποίο αποτελεί τούτο το φιλμ.

Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module