Μενού

Ο Στεφάν Μπριζέ πιστεύει πως "ο ηθοποιός είναι η ψυχή κάθε ταινίας"

passalis

Ο πολυβραβευμένος Γάλλος σκηνοθέτης μάς εξηγεί πώς από τη γνωστή εργασιακή τριλογία του με τον Βενσάν Λιντόν βρέθηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας με το μελαγχολικό ρομαντικό δράμα «Μαζί Ξανά».

Τόσο πολύ μισείτε την τζαζ λοιπόν;
Επειδή ο Γκιγιόμ Κανέ ζητάει κάποια στιγμή από το γκαρσόνι του εστιατορίου να αλλάξει μουσική;

Ναι, και του λέει να βάλει ό,τι θέλει εκτός από τζαζ…
Είδα τη σκηνή σαν ένα μικρό αστείο, μια χαριτωμένη πινελιά στην περιγραφή του χαρακτήρα τού Ματιέ. Η αλήθεια είναι πάντως πως η τζαζ μπορεί να γίνει ενοχλητική μερικές στιγμές. Είχαμε γυρίσει ένα διάλογο, ο οποίος κόπηκε στο μοντάζ, όπου η Ρορβάκερ του έλεγε "μα όλοι αγαπούν την τζαζ". "Όλοι λένε πως αγαπούν την τζαζ", απαντούσε ο Κανέ.

Έχετε πάψει να αγαπάτε και το πολιτικό σινεμά; Μετά τα "Ο Νόμος της Αγοράς", "Σε Πόλεμο" και "Ένας Άλλος Κόσμος", ταινίες πάνω στη σύγκρουση του καθημερινού ανθρώπου με το σύστημα, περνάτε τώρα σε μια ερωτική ιστορία χωρίς άμεσες κοινωνικοπολιτικές αναφορές.
Μπορεί να έγινα γνωστός μέσα από αυτή την τριλογία, αλλά οι προηγούμενες ταινίες μου, οι οποίες δεν είναι όλες καθαρά δράματα, αφορούν τις σύγχρονες ανθρώπινες σχέσεις. Κοιτάξτε, δεν είμαι μονοδιάστατος. Ούτε ως άνθρωπος ούτε ως κινηματογραφικός δημιουργός. Για χρόνια ένιωθα μια έντονη οργή, αυτό πέρασε στις ταινίες μου, αλλά κάποια στιγμή με κούρασε. Αισθάνθηκα τις αυταπάτες των ηρώων μου. Ταυτόχρονα, η περίοδος της πανδημίας μας έδωσε τη δυνατότητα να σκεφτούμε πιο εσωτερικά, πιο υπαρξιακά πράγματα και να κάνουμε αυτοκριτική. Ήταν μια hors-saison (ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας) για όλους. Οπότε όλα αυτά με έκαναν να προχωρήσω σ’ αυτό το πιο χαμηλότονο, μελαγχολικό και ώριμο κατά τη γνώμη μου φιλμ.

Φοβόσασταν πως υπήρχε ο κίνδυνος του εγκλωβισμού σε μια μανιέρα;
Κι αυτό ήταν κάτι που με απασχολούσε. Αλλά αν πίστευα πως είχα και άλλα ουσιαστικά πράγματα να πω πάνω στο ίδιο θέμα ή με το ίδιο στιλ, τότε θα προχωρούσα. Είχα μάλιστα δουλέψει ένα ακόμα σενάριο πάνω στο χώρο των επιχειρήσεων, αλλά το άφησα στις πενήντα σελίδες. Πολλά πράγματα είχαν αλλάξει μέσα μου και ήμουν πλέον πεπεισμένος πως έπρεπε να γράψω για άλλου είδους ήρωες, για άλλου είδους σχέσεις. Τον ίδιο κόσμο ήθελα να περιγράψω, αλλά από διαφορετική οπτική γωνία.

Είχατε στο νου σας τους Γκιγιόμ Κανέ και Άλμπα Ρορβάκερ όταν γράφατε το σενάριο;
Ήταν η πρώτη μου επιλογή και δουλέψαμε μαζί, όπως και με τη συνσεναριογράφο μου Μαρί Ντρικέ, πολύ καιρό πριν αρχίσουν τα γυρίσματα. Η σχέση μου μαζί τους εξελίχτηκε με το χρόνο, καθώς εξελίσσονταν παράλληλα και οι ήρωες. Δούλεψα μαζί τους όπως σε ένα ντοκιμαντέρ, με την πρόθεση να χειριστώ δυο έμπειρους, σπουδαίους επαγγελματίες σαν να ήταν ερασιτέχνες ηθοποιοί. Ήθελα να προσθέσουν ένα δικό τους κομμάτι στην ιστορία του χαρακτήρα τους. Ήταν μεν γραμμένοι διεξοδικά, αλλά όλη αυτή η διαδικασία εμπλούτισε τους Ματιέ και Αλίς σε πολλά επίπεδα· τους πρόσθεσε αυθεντικότητα.

Πόσο στενά συνεργάζεστε με τους ηθοποιούς στις ταινίες σας; Κάθε φορά αποσπάτε εξαιρετικές και σχεδόν πάντα βραβευμένες ερμηνείες.
Νιώθω πως ο ηθοποιός είναι η ψυχή κάθε ταινίας και δεν υπάρχει επάγγελμα το οποίο να αγαπάω περισσότερο. Περιέχει το μεγαλειώδες και το ματαιόδοξο ταυτόχρονα, έχει να κάνει με τη μεταμόρφωση, τη συγκάλυψη του πραγματικού εαυτού σου, και την ίδια στιγμή την απόλυτη έκθεση, την αποκάλυψη μύχιων ιδεών και συναισθημάτων. Γι’ αυτό επέλεξα ο Ματιέ να είναι ηθοποιός, καθώς συμβολίζει την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα μας και τα πολλά επίπεδα της καθημερινής, φαινομενικά απλής ζωής μας.

Πολλά πράγματα για τους ήρωες αποκαλύπτει εμμέσως και η σκηνή της ηλικιωμένης κυρίας, η οποία εξομολογείται στην Αλίς. Έχει μια απίστευτη, καθαρά ντοκιμαντερίστικη δύναμη αυτή η σκηνή.
Κι όμως, είναι έτσι ακριβώς γραμμένη στο σενάριο. Είναι πράγματι η σημαντικότερη σεκάνς της ταινίας, επειδή αλλάζει τον τόνο της και τους ίδιους τους χαρακτήρες. Την προβάραμε με τη Λουσέτ Μπιντέν, με την οποία είχαμε συνεργαστεί στη "Ζωή Μιας Γυναίκας", τη μόνη ταινία που έχει παίξει. Είχαμε προγραμματίσει να τη γυρίσουμε σε δυο μέρες, αλλά ήταν εκπληκτική. Βγήκε με τη μία, γυρισμένη με το τηλέφωνο.

Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr

Smart Search Module