Τον Απρίλη του 1976 ξεκινάει η δεύτερη δίκη του Πιερ Γκολντμάν, ακροαριστερού ακτιβιστή που είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για τέσσερις ένοπλες ληστείες, μία από τις οποίες είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο δύο φαρμακοποιών. Στην τελευταία δίκη υποστηρίζει την αθωότητά του, ενώ η σχέση του με τον νεαρό δικηγόρο που τον υπερασπίζεται γίνεται τεταμένη...
Αφορμή για την ταινία στάθηκε το βιβλίο του Γκολντμάν «Σκοτεινές αναμνήσεις ενός Πολωνοεβραίου γεννημένου στη Γαλλία». Ο Καν επέλεξε να μη χρησιμοποιήσει ούτε φλας μπακ ούτε μουσική. «Δεν ήθελα να κατευθύνω τον θεατή. Ηθελα να τον βάλω στη θέση του ενόρκου. Το θέμα υπαγόρευε τη φόρμα της ταινίας», λέει. Και πραγματικά ο θεατής βρίσκεται σε θέση ενόρκου αλλά όχι δικαστή, προσπαθώντας να συνθέσει την άποψή του μέσα από αντικρουόμενες μαρτυρίες και ιστορίες αλλά κυριότερα μέσα από την ίδια τη σύγχυση του κατηγορούμενου. Ο Γκολντμάν μάς παρουσιάζεται σαν ένας «επαναστάτης» ατομικός τρομοκράτης, απόγονος μιας γενιάς αντιστασιακών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, που ψάχνει να «κάνει την επανάστασή» του και την «υπέρβαση» με κάθε τρόπο. Ο Γκολντμάν είναι γέννημα της εποχής του που πέφτει θύμα των ίδιων των αντιφάσεών του. Ιδεολογικά, προσωπικά και συλλογικά. Γιος Πολωνών Εβραίων, αντάρτης στη Λατινική Αμερική, ενάντια στην Ανοιξη της Πράγας, ιδεολογικός πολέμιος του Μάη του '68 και ταυτόχρονα αναρχικός, σιωνιστής, πότης, κλέφτης και μποέμ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι η αστική Δικαιοσύνη τον δικάζει και για την ιδεολογία του αλλά και τα ποινικά αδικήματα που έχει διαπράξει, κι εκείνος από τη μια επιδιώκει μια πολιτική δίκη αλλά ταυτόχρονα διαμαρτύρεται εντόνως για την πολιτικοποίησή της. Πρόκειται σίγουρα για την πιο ιδιαίτερη ταινία της βδομάδας. Το ερώτημα εάν υπονομεύει την προσωπικότητα του Γκολντμάν, ο σκηνοθέτης με την αφήγησή του ή εάν την υπονόμευσε ο ίδιος ο Γκολντμάν με τη στάση του παραμένει ρητορικό.
Παυλίνα Αγαλιανού
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα rizospastis.gr