Το 1988, ο πολωνός Krzysztof Kieslowski (1941-1996) σκηνοθέτησε δέκα τηλεταινίες για την πολωνική τηλεόραση, με βάση τις δέκα εντολές της Παλαιάς Διαθήκης, με το γενικό τίτλο «Δεκάλογος». Τα σενάρια των ταινιών συνυπέγραψαν ο Kieslowski και ο Krzysztof Piesiewicz, ενώ τη δημιουργική ομάδα συμπλήρωνε ο Zbigniew Preisner που συνέθεσε τη μουσική επένδυση. Δυο από αυτές προβλήθηκαν και σε εκτενέστερη κινηματογραφική έκδοση: η «Μικρή Ιστορία για ένα Φόνο» και η «Μικρή Ερωτική Ιστορία».
Στη «Μικρή Ερωτική Ιστορία» (1988), που βασίστηκε στην εντολή «Ου μοιχεύσεις», ο Kieslowski εξερευνά θέματα ηδονοβλεψίας, αγάπης και εμμονής μέσα από τις ζωές των δύο βασικών χαρακτήρων. O Tomek (Olaf Lubaszenko) είναι ένας 19χρονος ταχυδρομικός υπάλληλος που ερωτεύεται τη γειτόνισσά του, Magda (Grażyna Szapołowska), μια σεξουαλικά απελευθερωμένη γυναίκα που ζει μόνη σε ένα διαμέρισμα απέναντί του. Είναι σέξι και κυνική σε σημείο να μην πιστεύει στην αγάπη. Για αυτήν όλα είναι επιθυμία, και το αποτέλεσμα είναι η εκπλήρωση ή η απογοήτευση της επιθυμίας. Από την άλλη πλευρά, ο παρθένος Tomek την κατασκοπεύει από το παράθυρο του διαμερίσματός του μέσω ενός κλεμμένου τηλεσκοπίου. Η ηδονοβλεψία του είναι αρχικά ακίνδυνη, γεμάτη περιέργεια και λαχτάρα. Αλλά σταδιακά γίνεται εμμονική, καθώς εφευρίσκει τρόπους για να αλληλεπιδράσει με τη Magda, με πλαστές χρηματικές εντολές και φαρσικές κλήσεις. Τελικά, της εξομολογείται τον έρωτά του. Αρχικά ταραγμένη και θυμωμένη, η Magda αποφασίζει να τον αντιμετωπίσει. Τον προσκαλεί στο διαμέρισμα της, παίζει με τα συναισθήματά του, τον ταπεινώνει κοροϊδεύοντας τη σεξουαλική του απειρία. Όταν όμως αυτός επιχειρεί να αυτοκτονήσει, αυτή αρχίζει να συγκινείται από το βάθος των συναισθημάτων του. Στην εμπνευσμένη τελική σκηνή (διαφορετική από αυτήν της τηλεταινίας) η Magda βλέπει τη ζωή της από τη δική του οπτική γωνία, σηματοδοτώντας μια νέα κατανόηση και ίσως μια νέα σύνδεση…
Είναι γνωστή η ικανότητα του Kieslowski να εξερευνά πολύπλοκα ανθρώπινα συναισθήματα και ηθικά διλήμματα με απόχρωση, ευαισθησία, ένταση και βαθιά ψυχολογική διορατικότητα. Στη «Μικρή Ερωτική Ιστορία» μεταφέρει στην οθόνη την κραυγή μοναξιάς ενός νεαρού που έχει ερωτευτεί μια ώριμη σε ηλικία και έμπειρη στον έρωτα γυναίκα. Μέσα από τα ερωτευμένα μάτια του, που κοιτάζουν μέσα από ένα ηδονοβλεπτικό τηλεσκόπιο, παρακολουθούμε ταυτόχρονα και την ουσιαστική μοναξιά αυτής της γυναίκας. Η ταινία εξερευνά τη λεπτή οριακή γραμμή μεταξύ ηδονοβλεψίας και αγάπης. Η συστηματική παρακολούθηση της Magda από τον Tomek ξεκινά ως καθαρά ηδονοβλεπτική, αλλά τα συναισθήματά του εξελίσσονται σε κάτι πιο βαθύ. Και οι δύο χαρακτήρες είναι απομονωμένοι με τους δικούς τους τρόπους. Η απομόνωση του Tomek είναι σωματική και συναισθηματική, ενώ της Magda είναι συναισθηματική παρά την ενεργή ερωτική της ζωή. Η αλληλεπίδρασή τους τους αναγκάζει να αντιμετωπίσουν τη μοναξιά τους.
Η ταινία εμβαθύνει και στη δυναμική της εξουσίας στις σχέσεις. Αρχικά, ο Tomek κατέχει την εξουσία μέσω της κρυφής παρακολούθησης. Όταν η Magda το αντιλαμβάνεται, η εξουσία αλλάζει χέρια. Αυτή η δυναμική εξελίσσεται συνεχώς, αντανακλώντας τη μεταβαλλόμενη φύση των ερωτικών σχέσεων. Τα κοινωνικά στερεότυπα, που δεν αφήνουν τις ψυχές να ανασάνουν, οδηγούν τον νέο σε απόπειρα αυτοκτονίας και τη γυναίκα στη συνειδητοποίηση της σκληρότητάς της απέναντί του. Είναι ο φαύλος κύκλος της σκληρότητας που οδηγεί τον πιο ευάλωτο σε αυτοκαταστροφικές πράξεις. Ωστόσο αυτή η απρόβλεπτη βίαιη πράξη επανακαθορίζει τα δεδομένα. Η αλλαγή προοπτικής της Magda δείχνει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σύνδεσης και αντίληψης.
Ως συνήθως με τον Kieslowski, τα ανθρώπινα συναισθήματα κυριαρχούν και είναι έντονα και αντικρουόμενα: είναι η σύγκρουση που προκύπτει μεταξύ των κατώτερων ζωικών ενστίκτων και των πολιτισμένων κοινωνικών ενστίκτων. Με τον ίδιο τρόπο ο Kieslowski χειραγωγεί και τις αντιλήψεις του θεατή, μετατρέποντας τον εμμονικό ηδονοβλεψία σε «άγιο», και το αντικείμενο του έρωτά του σε κάτι ανάξιο αυτής της αγάπης.
Από αισθητική άποψη, ο Kieslowski λούζει την ταινία με ένα είδος ψυχρού ποιητικού ρεαλισμού με χαμηλότονη χρωματική παλέτα, που αντικατοπτρίζει τις συναισθηματικές καταστάσεις των χαρακτήρων. Τα ψυχρά και αποστειρωμένα κάδρα ενισχύουν τα θέματα της μοναξιάς και της αποστασιοποίησης. Η κάμερα συχνά παραμένει στα πρόσωπα, καταγράφοντας λεπτές εκφράσεις που μεταφέρουν βαθιά συναισθηματικά ρεύματα. Ο μινιμαλιστικός σχεδιασμός του ήχου, με αραιή χρήση μουσικής, τονίζει τη σιωπή και την απομόνωση που βιώνουν οι χαρακτήρες. Το βουητό της πόλης γίνεται φόντο στα εσωτερικά τους δράματα.
Στη «Μικρή Ερωτική Ιστορία» ο Kieslowski θέτει στον θεατή πολλαπλά ερωτήματα. Τι είναι η αγάπη; Η αναπόφευκτη αισθησιακή επιθυμία; Είναι μόνο σωματικό παιχνίδι των ορμονών; Ή μήπως είναι κάτι που υπερβαίνει τη λογική; Άραγε υπάρχει μια καθαρή μορφή ρομαντικής αγάπης, μια έλξη τόσο βαθιά και αγνή ώστε το σεξ να μη βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής; Αν και η ταινία δεν δίνει οριστικές απαντήσεις, το ξεκάθαρο μήνυμα του Kieslowski είναι ότι όπως και να ορίζεται, η αγάπη είναι η μοναδική λύση για να δει κανείς τον κόσμο με θετικό και δημιουργικό πνεύμα.
Γιώργος Ξανθάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα filmy.gr