Ο βραβευμένος σκηνοθέτης του «Μετά τον Χωρισμό» μας εξηγεί τα μυστικά του τελευταίου, αγωνιώδους όσο και σοκαριστικού ψυχολογικού θρίλερ του.
Ύστερα από πολυετή εμπειρία ως ηθοποιός, ο Γάλλος Ξαβιέ Λεγκράν συστήθηκε ως σκηνοθέτης με το "Μετά τον Χωρισμό" (2017). Ένα δράμα-γροθιά στο στομάχι, το οποίο απέσπασε πολλαπλά βραβεία, εκ των οποίων εκείνα της Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βενετίας και Καλύτερης Ταινίας στα Σεζάρ, βάζοντάς τον για τα καλά στον κινηματογραφικό χάρτη ως υποσχόμενο δημιουργό. Επτά χρόνια μετά ο Λεγκράν επιστρέφει με κάτι αρκετά διαφορετικό. Στον "Διάδοχο" η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από έναν επιτυχημένο καλλιτεχνικό διευθυντή οίκου μόδας, ο οποίος καθώς βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας του πληροφορείται την απώλεια του πατέρα του. Παρά το γεγονός πως αμφότεροι ήταν αποξενωμένοι για χρόνια, ο πολυάσχολος μόδιστρος αποφασίζει να αναλάβει τη διαδικασία της ταφής, για αυτό και ταξιδεύει στο Κεμπέκ. Σύντομα βέβαια διαπιστώνει πως το πένθος θα είναι το τελευταίο πράγμα που θα τον απασχολήσει, αφού στο πατρικό του ανακαλύπτει κάτι τόσο σοκαριστικό που ανατρέπει πλήρως τη ζωή του. Για αυτό και πολλά ακόμη συζητήσαμε στο Παρίσι με τον Λεγκράν, χωρίς spoilers φυσικά…
Ποια ήταν η δημιουργική αφετηρία αυτής της ταινίας;
Αφού ολοκλήρωσα το "Μετά τον Χωρισμό" και έχοντας μιλήσει ενδελεχώς γύρω από το θέμα της ενδοοικογενειακής βίας, αφενός ένιωσα πως έχει εξαντληθεί αυτή η συζήτηση, χωρίς να υποτιμώ τη σοβαρότητά της, αφετέρου δεν ήθελα να ταυτιστώ ως σκηνοθέτης με το συγκεκριμένο ζήτημα. Ας πούμε, τότε είχα περισσότερο υπόψη την πατριαρχία ως τον μηχανισμό καταπίεσης που μας επηρεάζει όλους, έχει πολλαπλές πτυχές και δεν γίνεται να συνοψιστεί με έναν και μόνο τρόπο. Οπότε, διατηρώντας το ίδιο πνεύμα, θέλησα να εντρυφήσω λίγο περισσότερο στις μορφές βίας που εκπορεύονται από άντρες προς τους άντρες. Και πιο συγκεκριμένα από τους πατεράδες στους γιους τους. Εκείνη την περίοδο έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο "L’ascendant" του Αλεξάντρ Ποστέλ, το οποίο ψηλαφεί ακριβώς όσα με απασχολούσαν και θέλησα να το διασκευάσω. Ο παραγωγός μου ωστόσο αρχικά διαφωνούσε διότι πίστευε ότι αυτό δεν είχε καθόλου κινηματογραφικά χαρακτηριστικά. Για να τον πείσω χρειάστηκε να κάνω ορισμένες σεναριακές παρεμβάσεις, οι οποίες ελπίζω να μας δικαιώνουν.
Κατά τη γνώμη μου, ο "Διάδοχος" είναι επιτυχής γιατί υποβάλλει τον θεατή και προκαλεί πειστικό σασπένς χρησιμοποιώντας ως βασικό εργαλείο τον ρεαλισμό προτού πάρει τη σκυτάλη το συντακτικό των θρίλερ.
Αυτό ακριβώς προσδοκούσα να κάνω, χαίρομαι που το προσέξατε. Η αφήγηση κατά το ήμισυ δεν έχει κάτι να ζηλέψει από μια ιστορία τρόμου διότι θίγει ακραίες ψυχολογικές καταστάσεις φλερτάροντας με το παράλογο. Όμως, ήταν πολύ σημαντικό τα πάντα να κινηματογραφούνται σχεδόν ντοκιμαντερίστικα, με ευθύτητα, για να νιώσει αρχικά οικεία και άνετα το κοινό ώστε να μην περιμένει αυτό που πρόκειται να έρθει. Για τον ίδιο λόγο, πολύ διακριτικά, υπάρχουν σποραδικά σημεία σαρκαστικού χιούμορ που υπογραμμίζουν το πόσο παράδοξα είναι όλα όσα συμβαίνουν. Πρακτικά συζητάμε για τα συστατικά που καθιέρωσε ο Άλφρεντ Χίτσκοκ και τα οποία, ως πιστός μαθητής του, τα ακολουθώ κατά γράμμα.
Πάντως, αφού ο γιος ανακαλύπτει το μυστικό του πατέρα του, σε αφήνει αποσβολωμένο το τι αποφασίζει να κάνει. Μοιάζει σαν να είναι αναπόφευκτο το μήλο να πέσει κάτω από τη μηλιά.
Δεν θα έλεγα ότι ισχύει τόσο αυτό όσο ότι ξαφνικά βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου πρέπει να αναλάβει μια ευθύνη. Μην ξεχνάτε πως μιλάμε για ένα άτομο το οποίο διέπεται από τελειομανία και δεν επιτρέπει λάθη στη δουλειά του, για αυτό και βρίσκεται στην κορυφή. Από το πουθενά λοιπόν καλείται όχι μόνο να αντιπαρατεθεί με την ηθική του αλλά και να υποστεί τις συνέπειες πράξεων που έκανε άλλος. Ταυτόχρονα, η ζωή του καταστρέφεται αυτοστιγμεί. Παύει να είναι ο ίδιος άνθρωπος. Στο εξής είναι ο γιος ενός τέρατος, μια ταμπέλα που θα τον κυνηγά για πάντα. Ίσως αυτό το μέλλον είναι που θέλει να ξεφορτωθεί, για αυτό και κάνει τις επιλογές που βλέπουμε. Να μη φέρει το βάρος ενός πατρώνυμου, το οποίο μέχρι τότε έχει κάνει ό,τι μπορεί για να το ξεφορτωθεί.
Αναγνωρίζω πως είναι κλισέ να το αναφέρω αυτό προερχόμενος από την Ελλάδα, μα η διευκρίνισή σας με έκανε αμέσως να σκεφτώ τις ελληνικές τραγωδίες.
Μπορεί, αλλά έχει βάση αυτό που λέτε. Έχω δουλέψει πολύ στο θέατρο, έτσι γνωρίζω πάρα πολύ καλά τα αρχαία δράματα και είναι αναπόφευκτο να με έχουν επηρεάσει. Στο μυαλό μου ο "Διάδοχος" αποτελεί μια μείξη του Οιδίποδα και του Άμλετ, έτσι όπως ζουν στοιχειωμένοι από τους πατεράδες τους.
Αλήθεια, η ιδέα ο κεντρικός ήρωας να είναι σχεδιαστής μόδας πώς γεννήθηκε;
Επειδή αυτό που βιώνει έχει την αίσθηση μιας απότομης πτώσης, ήθελα να βρίσκεται πραγματικά στην κορυφή. Ο κόσμος της μόδας είναι άπιαστος για τους περισσότερους από εμάς, για να γίνεις αποδεκτός εκεί πρέπει να είσαι φτιαγμένος από μια ειδική πάστα ανθρώπου και δεν μιλώ μονάχα για την ομορφιά. Έχει και πολλή αγριότητα μέσα του αυτό το σύμπαν, όπως εκείνη με την οποία έρχεται αντιμέτωπος ο πρωταγωνιστής.
Γιάννης Καντέα Παπαδόπουλος
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athinorama.gr