Η πρώτη ταινία για το Άουσβιτς
Οικογένειες που χωρίζονται κατά την άφιξη των τραίνων στον προορισμό τους. Η προσπάθεια των γυναικών να καθησυχάσουν τις μητέρες τους ότι αν οι Γερμανοί σκόπευαν να τις σκοτώσουν, δεν θα τις είχαν μεταφέρει στο στρατόπεδο παρά θα τις είχαν πάει στο δάσος- η άγνοια για ό,τι επρόκειτο να υποστούν στο Άουσβιτς… Η ομοιομορφία των ριγωτών ρούχων τους στο στρατόπεδο, τα τατουάζ στα χέρια με τους αριθμούς- η αποπροσωποποίηση και η αποανθρωποποίηση. Οι θάλαμοι όπου κοιμούνται δύο και τρεις γυναίκες σε κάθε κρεβάτι. Οι επιθεωρήσεις με τις κρατούμενες γονατισμένες στις λάσπες και τα χέρια ψηλά. Γυναίκες που σωριάζονται λιπόθυμες ή νεκρές, αδυνατισμένες, εξασθενημένες, κατάκοπες, απογοητευμένες. Η ορχήστρα από τις κρατούμενες εντεταλμένη να παίζει κλασική μουσική την ώρα που διαπράττονται οι φρικαλεότητες. Οι στοίβες από ρούχα, παπούτσια, βαλίτσες, παιχνίδια (που είχαν διαταχθεί να αποθέσουν όσες οδηγούνταν στα ντουζ, αγνοώντας την τραγική τους κατάληξη). Το ηχητικό συνονθύλευμα από τις διαφορετικές γλώσσες των κρατουμένων, Εβραίες, Σλάβες, Ρομά, που συνθέτουν μια κοινή προϊστορική γλώσσα του ανθρώπινου τρόμου στο αποκορύφωμα της κατάπτωσης του δυτικού πολιτισμού με την ναζιστική αποκτήνωση. Ήταν η τελευταία στάση των τραίνων, το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας βιομηχανοποιημένης εξόντωσης εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο ναζιστής γιατρός που θανατώνει με ένεση το μωρό μιας Εβραίας, έχοντας την παγερή βεβαιότητα ότι αν του επέτρεπε να μεγαλώσει, θα αναπτυσσόταν ως ένας επικίνδυνος υπάνθρωπος για την κοινωνία, ένας εγκληματίας ή ψυχικά διαταραγμένος- η παιδοκτονία από τους ναζί ήταν ένα μοναδικό γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία των φρικαλεοτήτων. Κι από την άλλη πλευρά, το παιδί ενός υψηλόβαθμου στελέχους των ναζί που, ντυμένο με τη στολή των ες ες, διασκεδάζει στο πολυτελές σπίτι του παρατάσσοντας τους Γερμανούς αξιωματικούς όπως παρατάσσονταν οι κρατούμενες στο στρατόπεδο, προκαλώντας τους ευθυμία- και περηφάνια- και ουρλιάζοντάς τους τις εντολές και τις απειλές που εκείνοι απεύθυναν στις κρατούμενες.
Ήταν εμπειρίες της Βάντα Γιακουμπόφσκα που ήταν κρατούμενη στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς. Η Πολωνή σκηνοθέτιδα είχε δηλώσει ότι η ανάγκη και επιθυμία της να δημιουργήσει μια ταινία για τις εμπειρίες της από εκείνη την περίοδο τής ζωής της, ήταν αυτό που περισσότερο τροφοδοτούσε τη θέλησή της να αντέχει και να επιβιώσει τελικά- όπως ο Πρίμο Λέβι που, γράφοντας το “Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος”, θέλησε να καταγράψει τις εμπειρίες του ώστε να μην ξεχάσουμε ότι αυτή η κόλαση που είχε βιώσει, ήταν πλέον πιθανό να επαναληφθεί (η κομμουνίστρια Γιακουμπόφκσα προπολεμικά είχε ιδρύσει μια αριστερή κινηματογραφική ομάδα και η μικρού μήκους ταινία της “Θάλασσα”, ήταν η πρώτη σκηνοθετημένη από γυναίκα ταινία που προτάθηκε για βραβείο Όσκαρ). “Το τελευταίο στάδιο”, γυρισμένο δυόμισι χρόνια μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τον Κόκκινο Στρατό και τρία μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, είναι η πρώτη ταινία που γυρίστηκε με θέμα το Άουσβιτς, σε μια εποχή όπου οι τρομακτικές λεπτομέρειες όσων είχαν συμβεί εκεί, είχαν μόλις αρχίσει να μαθαίνονται. Σήμερα, μετά από τόσες ταινίες που έχουμε δει για το Άουσβιτς, το ολοκαύτωμα και τις ναζιστικές θηριωδίες, συγκλονιζόμαστε ακόμα με πολλές σκηνές της ταινίας, ωστόσο έχουμε πια εξοικειωθεί με αυτές τις εικόνες- ή, άραγε, στεκόμαστε όλο και πιο απαθείς μπροστά τους;- μπορούμε, όμως, να φανταστούμε το σοκ που προκάλεσαν στην εποχή τους και για πολύ καιρό αργότερα ενώ ήταν καταλυτική η επιρροή τους στους μεταγενέστερους κινηματογραφικούς δημιουργούς, δημιουργώντας θαρρείς την κινηματογραφική γλώσσα για την απεικόνιση του ολοκαυτώματος. Ταυτόχρονα, στην ταινία απεικονίζεται μια πτέρυγα γυναικών στο Άουσβιτς να αναπτύσσουν αλληλεγγύη μεταξύ τους και, καθώς πλησιάζει ο Κόκκινος Στρατός, να συνεργάζονται κρυφά με μια ομάδα αριστερών Πολωνών αντρών με σκοπό να γίνει γνωστό το σχέδιο των ναζί να δολοφονήσουν όλους τους κρατούμενους πριν κατεδαφίσουν το στρατόπεδο: “Το τελευταίο στάδιο” είναι επιπλέον μια τολμηρή φεμινιστική ταινία.
Η ταινία έχει γυριστεί στον χώρο του στρατοπέδου κι ανάμεσα στο καστ, ερασιτέχνες ηθοποιοί κυρίως, συμπεριλαμβάνονταν επιζώσες κρατούμενες στο Άουσβιτς- αυτή η βιωματική κατάστασή τους, δεν έκανε μόνο πειστική την αναπαράσταση, κυρίως έκανε ανατριχιαστική τη φυσικότητα στις ερμηνείες τους- έχει γραφτεί ότι “έκαναν τα πάντα με έναν αυτόματο τρόπο γιατί τα ήξεραν όλα από τη δική τους εμπειρία, ως πρώην κρατούμενες. Ήταν τρομακτικό”- προσδίδοντας μια διάσταση ντοκιμαντέρ κι ας μην απεικονίζονται όσα συνέβαιναν μέσα στα κτίρια με τους θαλάμους αερίων, κι ας μην βλέπουμε την έγχυση του φονικού υγρού στα μωρά που θανατώνονταν. Η μουσική επένδυση που τονίζει τη διαρκή απειλή να κοπεί ξαφνικά και χωρίς λόγο το νήμα μιας ζωής από έναν πυροβολισμό των ναζί στρατιωτών με τα απαθή πρόσωπα, μαζί την αισθητική σοσιαλιστικού ρεαλισμού σε ορισμένες σκηνές, χαρακτηρίζουν τον μυθοπλαστικό χαρακτήρα της ταινίας που, ταυτόχρονα, δεν παύει να λειτουργεί σαν ένα ντοκουμέντο. Μια ταινία που δεν έχει μόνο ιστορική αξία καθώς ακόμα σοκάρει σε πολλές σκηνές, επιπλέον μεταδίδει τον φόβο ότι ακόμα δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι συνέβη εκείνη την περίοδο όπου μάθαμε ότι όλα πλέον είναι δυνατά, ακόμα και το ενδεχόμενο του αφανισμού της ανθρωπότητας από τις δικές μας ενέργειες ή τη συνενοχή, από τη δική μας σιωπή και ανοχή.
– “Μην επιτρέψεις να αναβιώσει το Άουσβιτς”, βρίσκει το κουράγιο να πει μία γυναίκα καθώς ξεψυχά.
– “Δεν θα αναβιώσει”, είναι η υπόσχεση αυτής που μένει ζωντανή.
Όμως, τόσες δεκαετίες μετά, παρά τα όσα γνωρίζουμε για το ολοκαύτωμα, δεν είναι όλα όσα θα έπρεπε να έχουμε ήδη κατανοήσει. Κι ο άνθρωπος ξανά δεν φοβάται να είναι αυτό που με οδύνη αναρωτιόταν ο Πρίμο Λέβι.
Βασίλης Μάλτας
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tetartopress.gr